Προς
Τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας
κ. Βαγγέλη Μεϊμαράκη
31/8/2015
Αγαπητέ Πρόεδρε,
Η σαφής και υπεύθυνη δέσμευσή σου, στη διάρκεια της πρόσφατης ομιλίας σου στην τελευταία συνεδρίαση της Βουλής αναφορικά με τη φορολογία των αγροτών έχει ικανοποιήσει τον αγροτικό κόσμο της χώρας, ο οποίος πλέον ελπίζει ότι η Νέα Δημοκρατία θα τον στηρίξει στην πολύ δύσκολη «μάχη» που καθημερινά δίνει για την επιβίωσή του.
Με τη σαφή τοποθέτησή σου ξεκαθαρίστηκε ότι δε θα εφαρμοστεί από τη Νέα Δημοκρατία η συμφωνία της κυβέρνησης Τσίπρα- Καμμένου με τους δανειστές για το εν λόγω ζήτημα, καθώς όσα προβλέπονται σε αυτή είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν σε αφανισμό της ελληνικής περιφέρειας.
Η Νέα Δημοκρατία δεσμεύτηκε να αναζητήσει ισοδύναμα μέτρα, τα οποία θα αντικαταστήσουν την εξοντωτική φορολογία των αγροτών χωρίς, όμως, να οδηγήσουν τον αγροτικό τομέα στην ολοκληρωτική καταστροφή.
Επιθυμώντας να συμβάλω εποικοδομητικά στη σχετική συζήτηση που έχει πλέον ανοίξει στο εσωτερικό του κόμματός μας για το εν λόγω ζήτημα, σου καταθέτω την πρότασή μου για την επίλυση του . Δηλαδή, για την τήρηση των σχετικών δεσμεύσεων της χώρας με την υιοθέτηση ισοδύναμων μέτρων τα οποία μπορούν να προέλθουν από δύο σημαντικές κατηγορίες είσπραξης εσόδων που έχουν άμεση σχέση με τον αγροτικό τομέα της χώρας μας.
Α. Η πρώτη κατηγορία αφορά έναν δίκαιο και αντικειμενικό τρόπο εξακρίβωσης του εισοδήματος των αγροτών με βάση τα πραγματικά έσοδά τους. Αυτό θα οδηγήσει στη διεύρυνση της βάσης των φορολογούμενων αγροτών, την αύξηση της είσπραξης ΦΠΑ στον αγροτικό τομέα και την πάταξη της παράνομης διακίνησης των προϊόντων.
Βασικό δεδομένο για την πρότασή μου είναι το γεγονός ότι μεγάλο μέρος – που αγγίζει το 30% σύμφωνα με εκτιμήσεις συνεταιριστικών φορέων αλλά και φορέων της αγοράς των αγροτικών προϊόντων – διακινούνται χωρίς την έκδοση των απαραίτητων παραστατικών.
Αυτό συμβαίνει διότι σημαντικά μεγάλος αριθμός αγροτών καλλιεργεί χωρίς έλεγχο και διαθέτει τα προϊόντα του σε ιδιώτες εμπόρους, χωρίς να δηλώνει τα αντίστοιχα έσοδα, χωρίς να εκδίδονται φορολογικά παραστατικά και χωρίς να καταβάλλεται ο αντίστοιχος φόρος εισοδήματος και ο αναλογούν ΦΠΑ.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι η προσέγγιση του θέματος της φορολογίας των αγροτών πρέπει να επικεντρωθεί ακριβώς στην πάταξη αυτού του φαινομένου και όχι σε μέτρα που πλήττουν, κυρίως, τους αγρότες που διακινούν τα προϊόντα τους με νόμιμο τρόπο και εμφανίζουν το σύνολο των εισοδημάτων τους.
Ειδικότερα, προτείνω τα εξής:
1.Στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων υπάρχει και λειτουργεί από το 2008 το σύστημα γαιοαπεικόνισης όλων των αγροτεμαχίων της χώρας, δηλαδή το «αγροτικό κτηματολόγιο», το οποίο δίνει τη δυνατότητα της πλήρους και αναλυτικής καταγραφής για το κάθε αγροτεμάχιο και την κάθε καλλιέργεια σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.
Με βάση αυτό το σύστημα λειτουργεί στον ΟΠΕΚΕΠΕ βάση δεδομένων, η οποία εμπεριέχει αναλυτικές πληροφορίες για τα στρέμματα και το είδος της καλλιέργειας του κάθε αγρότη καθώς και για το ζωϊκό κεφάλαιο του κάθε κτηνοτρόφου, που επικαιροποιείται σε ετήσια βάση.
Με την αξιοποίηση των στοιχείων αυτών η Πολιτεία είναι σε θέση να γνωρίζει επακριβώς και ανά έτος ποιος καλλιεργεί, τί είδος παράγει και σε ποιες ποσότητες.
2. Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια, τις Συνεταιριστικές Οργανώσεις και την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία είναι σε θέση να προσδιορίζει τους συντελεστές απόδοσης ανά περιοχή, στρέμμα και καλλιέργεια, τη μέση ανά κιλό τιμή πώλησης των προϊόντων κατά περιοχή και κατ’ επέκταση το εισόδημα του κάθε παραγωγού.
Το σύστημα αυτό μπορεί εύκολα να λειτουργήσει με διασταύρωση των στοιχείων με τις φορολογικές δηλώσεις του κάθε αγρότη και τα παραστατικά που εκδόθηκαν κατά την πώληση των προϊόντων του, έτσι ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο τα προϊόντα του διακινήθηκαν νόμιμα, εάν εκδόθηκαν τα σχετικά παραστατικά και αποδόθηκε ο ΦΠΑ και βέβαια εάν δηλώθηκαν στη φορολογική του δήλωση.
Με τον τρόπο αυτό θα διαπιστωθεί το σύνολο του αγροτικού εισοδήματος, καθώς επίσης και το ακαθάριστο αγροτικό εισόδημα του κάθε αγρότη από το οποίο – εφόσον αφαιρεθούν οι πραγματικές δαπάνες που κατέβαλε για την παραγωγή του, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών εργασίας του ιδίου και της οικογένειάς του, του ενοικίου της γης που καλλιεργεί, των αποσβέσεων των μηχανημάτων που χρησιμοποιεί και των ποιμνιοστασίων του, των τόκων των καλλιεργητικών δανείων που έχει συνάψει και όλων των υπολοίπων εξόδων του – θα προκύψει το φορολογητέο εισόδημά του.
3.Στις περιπτώσεις που υπάρχουν καταστροφές της αγροτικής παραγωγής ανά παραγωγό και περιοχή αυτές μπορούν να ελεγχθούν μέσα από τον ΕΛΓΑ για τους γεωργούς και από τον ΕΛΟΓΑΚ για τους κτηνοτρόφους.
Επίσης, ο ΕΛΟΓΑΚ μπορεί να πραγματοποιεί αναλυτικά ισοζύγια της παραγωγής των κτηνοτρόφων, αλλά και των μεταποιητικών επιχειρήσεων, έτσι ώστε να διαπιστώνεται η πραγματική αξία των παραγόμενων προϊόντων, η έκδοση ή μη των σχετικών παραστατικών και να αποτρέπονται παράνομες ελληνοποιήσεις.
Μέσα από την αξιοποίηση των παραπάνω δεδομένων είναι προφανές ότι οι φορολογικές Αρχές σε κάθε περιοχή της Ελλάδας θα έχουν στη διάθεσή τους όλα τα στοιχεία για το ποιος καλλιεργεί, τι καλλιεργεί και ποια είναι τα έσοδα από την πώληση των προϊόντων του.
Κατά συνέπεια μπορούν να προχωρούν σε δειγματοληπτικούς ελέγχους έτσι ώστε να ελέγχουν αφενός εάν έχουν δηλωθεί από τους παραγωγούς τα εισοδήματα που αντιστοιχούν στις δηλώσεις καλλιέργειας που ετησίως όλοι κάνουν στον ΟΠΕΚΕΠΕ και αφετέρου εάν έχουν εκδοθεί τα ανάλογα παραστατικά από τις εταιρίες που διακινούν αγροτικά προϊόντα και εάν έχει πληρωθεί ο σχετικός ΦΠΑ.
Με τον τρόπο αυτό θεωρώ ότι είναι βέβαιο πως η βάση των φορολογούμενων αγροτών θα διευρυνθεί σημαντικά, θα αυξηθεί σημαντικά το ύψος του ΦΠΑ που εισπράττεται σε ετήσια βάση από τον αγροτικό τομέα, θα αντιμετωπισθεί η παράνομη διακίνηση αγροτικών προϊόντων και κατ’ επέκταση θα συγκεντρωθούν σημαντικά έσοδα στα δημόσια ταμεία.
Β. Η δεύτερη κατηγορία είσπραξης εσόδων βασίζεται σε μία τεράστια δεξαμενή απολεσθέντων φόρων ύψους 750 εκατ. Ευρώ κατά έτος, που προέρχεται από τη διακίνηση λαθραίων τσιγάρων και προϊόντων καπνού στη χώρα μας.
Το ποσό αυτό, το οποίο ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα και είναι επιβεβαιωμένο τόσο από τις φορολογικές Αρχές της χώρας , όσο και από έρευνες που πραγματοποίησαν ανεξάρτητοι φορείς της αγοράς, προέκυψε κυρίως από την αύξηση της φορολογίας των τσιγάρων.
Δυστυχώς, η φορολογία των τελευταίων χρόνων αντί να οδηγήσει στην αύξηση των φορολογικών εσόδων, οδήγησε σε σημαντικές απώλειές τους, καθώς λόγω της κρίσης αυξήθηκε κατακόρυφα η κατανάλωση λαθραίων και επικίνδυνων τσιγάρων και προϊόντων καπνού.
Δεδομένου ότι σαν κυβέρνηση αντίστοιχα φαινόμενα διακίνησης λαθραίων αγροτικών προϊόντων και ελληνοποιήσεων αγροτικών προϊόντων μπορέσαμε να τα αντιμετωπίσουμε με σημαντική επιτυχία κατά το παρελθόν, είμαι πεπεισμένος ότι μπορούμε να κινηθούμε εξίσου αποτελεσματικά και σε αυτή την περίπτωση.
Ειδικότερα, θεωρώ πως με τα παρακάτω:
*τη δημιουργία ειδικής υπηρεσίας, με στελέχη του ΥΠΑΑΤ, του Υπουργείου Οικονομικών, του Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και του Υπουργείου Ναυτιλίας, που θα ασχολείται μόνον με την καταπολέμηση του φαινομένου αυτού,
*την ενεργοποίηση όλων των εμπλεκόμενων φορέων του κλάδου (ομάδες καπνοπαραγωγών, μεταποιητικές επιχειρήσεις καπνού, βιομηχανίες που παράγουν τσιγάρα, νόμιμοι διακινητές τσιγάρων)
*την αποφυγή οποιασδήποτε νέας αύξησης της φορολογίας των τσιγάρων και των προϊόντων καπνού που θα προκαλέσουν ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα,
μπορούν να εισπραχθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα μεγάλο μέρος από τα κατά έτος απολεσθέντα φορολογικά έσοδα των 750 εκατ. Ευρώ.
Αγαπητέ Πρόεδρε,
Εάν εφαρμοστούν τα παραπάνω είναι προφανές ότι επιπρόσθετα θα υπάρξει περιθώριο θεσμοθέτησης αφορολόγητου ορίου για τους μικρούς κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και εκείνους που δραστηριοποιούνται σε ορεινές και μειονεκτικές αγροτικές περιοχές.
Πέραν αυτού, με την παράλληλη αξιοποίηση του Μητρώου αγροτών και αγροτικών εκμεταλλεύσεων του ΥΠΑΑΤ μπορεί να υπάρξει διαχωρισμός μεταξύ των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών και των μη κατά κύριο επάγγελμα, έτσι ώστε να πραγματοποιηθεί σημαντική και δίκαιη διαφοροποίηση των φορολογικών συντελεστών μεταξύ αυτών των δύο κατηγοριών.
Κύριε Πρόεδρε,
Η παραπάνω πρότασή που καταθέτω υπόψιν σου απορρέει από την πολύχρονη εμπειρία μου στα αγροτικά ζητήματα και από το συνεχές ενδιαφέρον μου να στηριχθεί ο αγροτικός τομέας στη χώρα μας και να μην οδηγηθεί σε καταστάσεις χειρότερες και μη αναστρέψιμες.
Εκτιμώ ότι αποτελούν ισοδύναμα μέτρα που μπορούν να αντικαταστήσουν επαρκώς τα μέτρα της κυβέρνησης Τσίπρα, τα οποία οδηγούν στην ολική καταστροφή τον αγροτικό τομέα της Ελλάδος.
Με την προσδοκία να εξεταστεί προσεκτικά η πρότασή μου είμαι στη διάθεσή σου για οποιαδήποτε σχετική διευκρίνιση.
Με τιμή
Αλέξανδρος Κοντός
Βουλευτής Ξάνθης