Από όλες τις κρίσεις που έχουν φτάσει στο τραπέζι της Άνγκελα Μέρκελ τα τελευταία χρόνια -ξεκινώντας από την κρίση του χρέους και φτάνοντας στην προσφυγική κρίση-, καμιά δεν συνιστά τόσο μεγάλη πρόκληση για τη Γερμανίδα καγκελάριο όσο το σκάνδαλο της Volkswagen.
«Εδώ κινδυνεύει ολόκληρη η αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας» έγραψε η εφημερίδα του Βερολίνου Tagesspiegel. «Κι όταν κινδυνεύει η αυτοκινητοβιομηχανία, κινδυνεύουν σχεδόν τα πάντα».
Ο εξαναγκασμός του προέδρου της VW, Μάρτιν Βίντερκορν σε παραίτηση δεν πρόκειται να οδηγήσει σε εκτόνωση του σκανδάλου.
Δεδομένης της σημασίας της βιομηχανίας αυτής για την οικονομία -μερικοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο της γερμανικής παραγωγής-, ο πανικός που έχει προκληθεί είναι δικαιολογημένος. Για πρώτη φορά, η Γερμανία δεν αποτελεί τη λύση στο πρόβλημα: Είναι το πρόβλημα!
Οι επιπτώσεις αυτής της δυναμικής εκτείνονται πέρα από την αυτοκινητοβιομηχανία και περιπλέκουν τις προσπάθειες του Βερολίνου να επιλύσει τις άλλες κρίσεις στην Ευρώπη, είτε είναι οικονομικές είτε πολιτικές.
Με λίγα λόγια, η Γερμανία έχει χάσει το πλεονέκτημα.
Για πολλά χρόνια, η Μέρκελ, όπως και οι προκάτοχοί της, αγωνίστηκε να προστατεύσει την αυτοκινητοβιομηχανία της χώρας της από τους ελέγχους. Καθώς οι Γερμανοί αυτοκινητοβιομήχανοι ειδικεύονται σε βαριές λιμουζίνες, η προσπάθεια ήταν κατά συνέπεια να αποτραπούν τα όρια στις εκπομπές ρύπων.
Όταν η Ευρώπη ήταν έτοιμη να αποφασίσει αυστηρότερες προδιαγραφές, πριν από δύο χρόνια, το Βερολίνο παρενέβη την τελευταία στιγμή και απαίτησε τα μέτρα να είναι πιο χαλαρά.
Ο Ματίας Βίσμαν, υπουργός Μεταφορών επί καγκελαρίου Χέλμουτ Κολ και τώρα επικεφαλής του λόμπι των αυτοκινητοβιομηχάνων, έγραψε τότε στη Μέρκελ και της ζήτησε να παρέμβει. «Τα αυθαιρέτως καθοριζόμενα όρια θέτουν σε κίνδυνο το 60% των θέσεων εργασίας στην αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας» της έγραψε, αποκαλώντας την «αγαπητή Άνγκελα».
Στο τέλος, οι αυτοκινητοβιομήχανοι νίκησαν.
Δεν υπάρχει βέβαια τίποτα το μεμπτό στην προσπάθεια μιας χώρας να προστατεύσει μια βασική βιομηχανία της. Το πρόβλημα είναι ότι την ίδια ώρα που προσπαθούσε να μετριάσει τα όρια, η Γερμανία πίεζε άλλες χώρες να εγκαταλείψουν την πυρηνική ενέργεια και να ακολουθήσουν τη δική της «Energiewende», δηλαδή τη στροφή στην πράσινη ενέργεια.
Ενώ το Βερολίνο καταγγέλλει άλλες χώρες για την ποιότητα του αέρα, επιδοτεί στο δικό του έδαφος το ντίζελ, ευνοώντας την αποτελεσματικότητα αυτού του καυσίμου έναντι της ποιότητας του αέρα. Και όλα αυτά, προς το συμφέρον της VW και άλλων γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών.
Πίσω από όλα αυτά, λένε οι επικριτές της Μέρκελ, βρίσκεται η στενή σχέση ανάμεσα στους πολιτικούς της Γερμανίας και την αυτοκινητοβιομηχανία.
«Οι αυτοκινητοβιομηχανίες νομίζουν πως μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν» λέει ο Μίχαελ Κράμερ, ευρωβουλευτής με τους Πράσινους που ειδικεύεται σε θέματα μεταφορών.
Είναι αδύνατο να αρνηθεί κανείς τη στενή σχέση μεταξύ της πολιτικής και της αυτοκινητοβιομηχανίας στη Γερμανία. Στη διάρκεια της εβδομάδας, η περιοχή του Βερολίνου με τα κυβερνητικά κτίρια είναι γεμάτη με μαύρα Mercedes, BMW και Audi. Η βιομηχανία προμηθεύει την κυβέρνηση με τα ακριβά της μοντέλα σε ειδικές τιμές. Η Μέρκελ, που είναι γνωστή για τα απλά της γούστα, δεν κρύβει ότι της αρέσει το Α8 της Audi.
Ο αντικαγκελάριος Ζίγκμαρ Γκάμπριελ ήταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου της VW για πολλά χρόνια όταν ήταν πρωθυπουργός της Κάτω Σαξονίας. Το κρατίδιο, όπου βρίσκεται η έδρα της εταιρείας, είναι και ο μεγαλύτερος μέτοχός της. Πάνω από 100.000 άνθρωποι εργάζονται στην εταιρεία στην Κάτω Σαξονία, γεγονός που καθιστά την VW τον μεγαλύτερο εργοδότη στην περιοχή.
Αλλά και όταν αποχώρησε από τη θέση του, το 2003, ο Γκάμπριελ συνέχισε να εργάζεται στην εταιρεία ως σύμβουλος.
Στο παρελθόν, οι Γερμανοί δεν έδιναν μεγάλη προσοχή στη σχέση της βιομηχανίας με τους πολιτικούς. Σε μια χώρα που δεν έχει πολλά εθνικά σύμβολα, το όνομα VW ήταν πάντα συνδεδεμένο με την εθνική υπερηφάνεια. Ίσως τώρα αυτό να αρχίσει να αλλάζει.