ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΕΣ ΣΥΝΤΑΓΕΣ
ΣΥΝΘΛΙΒΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
ΧΑΡΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ
Υπεύθυνος Φορολογικής
& Δημοσιονομικής Πολιτικής
«ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ, ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ»
Το νομοσχέδιο που η Κυβέρνηση φέρει προς ψήφιση στο Κοινοβούλιο, μετουσιώνει σε Νομοθετικές ρυθμίσεις προαπαιτούμενα που έχουν συμφωνηθεί και ψηφισθεί στο Τρίτο Μνημόνιο τον Αύγουστο 2015. Αποτελεί δε αυτό προάγγελο των επερχόμενων σε επόμενο Φορολογικό Νομοσχέδιο (πιθανώς εντός του Νοεμβρίου) ακόμη επαχθέστερων και ισοπεδωτικών μέτρων στον τομέα της Φορολογίας.
Σε μία σύντομη επισκόπηση των άρθρων που ρυθμίζουν Φορολογικά ζητήματα, διαπιστώνει κανείς για πολλοστή φορά την μονοσήμαντη επιδίωξη αύξησης του φορολογικού βάρους προς του Πολίτες και τις Επιχειρήσεις, χωρίς καμία πρόνοια για την ενθάρρυνση των επενδύσεων ή την εκλογίκευση του Φορολογικού και Δημοσιονομικού πλαισίου της Χώρας.
Έτσι βλέπουμε τον φορολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται στο εισόδημα από ενοίκια να αυξάνεται από 11% σε 15% (για εισόδημα έως 12.000,00€) και από 33% σε 35% (για εισόδημα άνω των 12.000,00€). Αυτό δε, συμβαίνει σε μία περίοδο όπου τα ενοίκια τόσο των κατοικιών όσο και των επαγγελματικών χώρων έχουν κατακρημνισθεί, ακολουθώντας την επί σειρά ετών κατάρρευση των αξιών των Ακινήτων.
Επιπρόσθετα, και με αναδρομική ισχύ από 1/1/2015 καταργείται η δυνατότητα εκχώρησης ανείσπρακτων ενοικίων από τον δικαιούχο ιδιοκτήτη προς το Δημόσιο. Το μέτρο αυτό θα οδηγήσει σε εξωφρενικές καταστάσεις, καθώς θα φορολογηθούν πλασματικά και ανύπαρκτα εισοδήματα στο όνομα των ιδιοκτητών ενώ ταυτόχρονα αυτοί δεν δύνανται αντιδράσουν έναντι των κακοπληρωτών ενοικιαστών, όσο οι εξώσεις τελούν σε αναστολή λόγω των Ελέγχων Κίνησης Κεφαλαίων (Capital Controls).
Επίσης, καταγράφουμε την υποχρέωση υπαγωγής στον Συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ των ακινήτων που εκμεταλλεύονται Τουριστικές και Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις που λειτουργούν με την μορφή Ατομικής Επιχείρησης. Το μέτρο αυτό συνιστά προφανώς άνιση φορολογική μεταχείριση ανάμεσα σε ομοειδείς επιχειρήσεις που λειτουργούν με διαφορετική Νομική Μορφή. Σημειωτέο δε ότι οι ατομικές επιχειρήσεις στον χώρο του Ξενοδοχειακού Τουριστικού κλάδου (ενοικιαζόμενα καταλύματα – μικρές Ξενοδοχειακές Μονάδες) αποτελούν το 40% περίπου του συνόλου, κατέχονται δε κατά τεκμήριο από μικρομεσαίους επιχειρηματίες που δεν δύνανται να διαχειρισθούν επαρκώς τα πρόσθετα φορολογικά βάρη λόγω της περιορισμένης και εποχικής δραστηριότητας τους.
Τέλος, δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι μέσα από τα άρθρα φορολογικού ενδιαφέροντος του υπό κρίση Νομοσχεδίου, αναδεικνύεται έντονη η βούληση της Πολιτικής Ηγεσίας για διαρκώς αυστηρότερη (εισπρακτικά και Ποινικά) ενασχόληση με φορολογικές υποθέσεις του παρελθόντος. Και δεν θα μπορούσε καταρχήν να είναι κανείς αντίθετος σε μέτρα που περιορίζουν τα κίνητρα για φοροαποφυγή και φοροδιαφυγή, όμως φρονούμε ότι θα πρέπει πάντα να συνεκτιμώνται οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδηλώθηκε η φοροδοτική παραβατικότητα. Είναι δε βέβαιο ότι η κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας την τελευταία εξαετία, οφειλόμενη εν πολλοίς και στην διαρκώς κλιμακούμενη φοροεπιδρομή σε διαρκώς μειωμένα εισοδήματα, ενδεχομένως να συνέτεινε στην μειωμένη φορολογική συμμόρφωση Πολιτών και Επιχειρήσεων λόγω πραγματικής αδυναμίας να ανταποκριθούν στο επαχθές Φορολογικό βάρος.
Συνέπεια όλων των ανωτέρω, μένουμε για μία ακόμη φορά με την αίσθηση της ανησυχίας για το ότι και πάλι επιχειρείται η αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων της πραγματικής Οικονομίας αλλά και των Δημοσιονομικών αναγκών της Χώρας, με μέτρα αποσπασματικά, αμιγώς εισπρακτικά και χωρίς την παραμικρή στόχευση σε μία Αναπτυξιακή φορολογική μεταρρύθμιση.