Γράφει ο Αλέξανδρος Παυλικιάνος
Πριν από μερικές μέρες βρέθηκα στο Κουτσό για μια κοινωνική υποχρέωση. Στην εκκλησία του χωριού στον Άγιο Γεώργιο, συνάντησα νέους ανθρώπους και ανάμεσα τους παιδιά που έτρεχαν ανάμεσα στους μεγάλους κάνοντας γλυκιά φασαρία που θύμιζε τα χελιδόνια που φέρνουν την άνοιξη.
Όταν τελείωσε ο εκκλησιασμός και ξεκίνησα να επιστρέψω στην Ξάνθη, λίγα βήματα ποιο κάτω πέρασα από το γήπεδο του μπάσκετ έξω από την αυλή του κλειστού δημοτικού σχολείου.
Η απογοήτευση πέρασε μονομιάς το κατώφλι της ελπίδας και έφερα στο νου εικόνες εγκατάλειψης που κατέγραψα απ όλη την Ελλάδα.
Όταν φωτογράφησα την εικόνα έξω από τον Άγιο Γεώργιο με τον κόσμο και τα παιδιά να τιτιβίζουν σαν τα χελιδόνια, γέμισα με αισιοδοξία. Σκέφτηκα ότι σε τούτο το χωριό της Ξάνθης κάτι γίνεται, υπάρχουν νέοι, υπάρχουν παιδιά.
Όταν όμως κατέγραψα τις εικόνες στο εγκαταλελειμμένο γήπεδο του μπάσκετ έξω από την αυλή του σχολείου και ρώτησα έμαθα την πικρή αλήθεια. Δεν υπάρχουν νέοι στο χωριό. Δέν υπάρχουν παιδιά. Ήρθαν για το μνημόσυνο…
Δεν γνωρίζω αν η σκληράδα των ντόπιων πολιτικών «μαλακώνει» όταν και αν καταγράφουν αυτές τις εικόνες.
Δεν γνωρίζω αν στα συναισθήματα τους καταγράφονται τέτοιες ανθρώπινες στιγμές.
Δεν ξέρω αν βρίσκουν χρόνο, ανάμεσα στα πολιτικά σχέδια επιβίωσης τους, γιατί το δημόσιο χρήμα είναι γλυκό και η καρέκλα ζεστή, να αφήσουν την ψυχή τους να χαλαρώσει, για να χωρέσουν οι εικόνες της σκληρής πραγματικότητας που βιώνει ο τόπος μας, με τους νέους να φεύγουν και να ερημώνουν, μαζί με την ψυχή μας και τον τόπο μας.
Γιατί το μόνο σίγουρο, εκ του αποτελέσματος, είναι ότι για τον τόπο δεν νοιάζονται και σίγουρα κάποιος τοπικός άρχοντας, έφτιαξε το γήπεδο του μπάσκετ όταν είχαν φύγει τα παιδιά έτσι για να δώσει κάποιο δημοτικό έργο σε κάποιον «κολλητό» εργολάβο.