Είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιηθούν από άτομα που κάνουν δίαιτα ως στρατηγική για την διαχείριση του βάρους
Οι άνθρωποι που προσπαθούν να χάσουν βάρος, πάντα αναζητούν τα πιο αποτελεσματικά διατροφικά εργαλεία προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τις προσπάθειές τους, καθώς η απώλεια βάρους μπορεί να είναι μια δύσκολη πρόκληση. Η αναζήτηση στο διαδίκτυο για σκευάσματα δίαιτας ή συμβουλές διατροφής έχει εκατομμύρια αποτελέσματα από αμφιλεγόμενες και αναξιόπιστες συμβουλές που μάλλον μπερδεύουν παρά βοηθούν όσους επιθυμούν να ακολουθήσουν μια δίαιτα. Αυτό θα μπορούσε επίσης να συμβεί και για τις ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες, που παρέχουν γλυκιά γεύση με πρακτικά μηδενικές θερμίδες και για τις οποίες πολλές τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές, συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις έχουν επιβεβαιώσει τον αποτελεσματικό τους ρόλο στην απώλεια και τη διατήρηση του βάρους.
Μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2016 στο επιστημονικό περιοδικό Nutrition and Diabetes, παρέχει σημαντικές απαντήσεις στους ισχυρισμούς ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά σχετίζονται με υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας, αντί να βοηθούν τους ανθρώπους να διαχειριστούν το βάρος τους, και οι οποίοι βασίζονται κυρίως σε αντικρουόμενα συμπεράσματα ορισμένων μελετών παρατήρησης. Η μελέτη των Drewnowski και Rehm έδειξε ότι, στην πραγματικότητα, τα άτομα που προσπαθούν να χάσουν ή να διατηρήσουν το βάρος τους είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιούν ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά. Με άλλα λόγια, η μελέτη επιβεβαιώνει ισχυρισμούς χρόνων, ότι δηλαδή οι άνθρωποι που προβληματίζονται με τη διαχείριση του βάρους τους έχουν στραφεί προς τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά ως μια στρατηγική για τον έλεγχο του βάρους, και όχι το αντίστροφο. Όπως εξηγήθηκε από τους συγγραφείς, αυτό είναι ένα τυπικό παράδειγμα «αντίστροφης αιτιότητας».
Η χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών συνδέεται με την πρόθεση για απώλεια και διατήρηση του σωματικού βάρους, σύμφωνα με τη νέα μελέτη
Η νέα μελέτη των Drewnowski και Rehm χρησιμοποίησε διατροφικά δεδομένα της Εθνικής Έρευνας Υγείας και Διατροφής (NHANES) και αναδρομικά δεδομένα ιστορικών για τον έλεγχο του βάρους, μία πηγή που σπάνια έχει χρησιμοποιηθεί από την NHANES. Οι αναλύσεις χρησιμοποίησαν στοιχεία από πέντε κύκλους της μελέτης και περιελάμβαναν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 22.231 ενηλίκων από τις ΗΠΑ για τους οποίους υπήρχαν διαθέσιμα δεδομένα όπως το ύψος και το βάρος, καθώς και μία έγκυρη 24ωρη διαιτητική ανάκληση.
Συνολικά, τα ευρήματα της μελέτης επιβεβαιώνουν την κύρια υπόθεση ότι τα άτομα που προσπαθούν να χάσουν ή να διατηρήσουν το σωματικό τους βάρος κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 12 μηνών, σχετίζονται με υψηλότερη κατανάλωση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών, ανεξάρτητα από το σωματικό βάρος. Συγκεκριμένα, η ανάλυση έδειξε ότι, τα άτομα που προσπάθησαν να χάσουν βάρος κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους ήταν 64% πιο πιθανό να καταναλώνουν οποιοδήποτε προϊόν με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά, μετά από προσαρμογή για το φύλο, την ηλικία, τη φυλή/εθνικότητα. Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η συσχέτιση μεταξύ καταγεγραμμένων προσπαθειών απώλειας βάρους και χρήσης ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών παρατηρήθηκε για όλα τα είδη τροφίμων και ροφημάτων με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά: Συγκεκριμένα, τα άτομα αυτά είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να χρησιμοποιούν ροφήματα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά (κατά 72%), επιτραπέζια γλυκαντικά (κατά 68%) και τρόφιμα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά (κατά 93%). Παρόμοια αποτελέσματα βρέθηκαν για τη μεταβλητή που λάμβανε υπόψη την προσπάθεια για μη επανάκτηση του βάρους.
Επιπλέον, η χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών ήταν πολύ πιο συχνή μεταξύ των ατόμων που παρουσίασαν σημαντική αλλαγή σωματικού βάρους στα προηγούμενα 10 χρόνια σε σύγκριση με εκείνους που δεν παρουσίασαν αλλαγή. Για παράδειγμα, τα άτομα που έχασαν 50 lb (22,6kg) τα προηγούμενα 10 χρόνια, ήταν 47% πιο πιθανό να καταναλώνουν δύο ή περισσότερα προϊόντα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά, ενώ εκείνα που αύξησαν το βάρος τους κατά 50 lb ήταν 13% πιο πιθανό να καταναλώνουν δύο ή παραπάνω ειδών προϊόντα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά, σε σύγκριση με τα άτομα που αύξησαν το βάρος τους κατά 10 lb (4,5kg) κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 10 ετών. Το εύρημα ότι οι παρελθοντικές διακυμάνσεις του βάρους σχετίζονται με αυξημένη πιθανότητα κατανάλωσης ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών, υποστηρίζει την υπόθεση ότι οι άνθρωποι προβληματισμένοι από την αύξηση του σωματικού τους βάρους, στρέφονται στα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά ως μία στρατηγική για τον έλεγχό του.
Ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά & παχυσαρκία: Μία περίπτωση «αντίστροφης αιτιότητας»;
Παραδόξως, ορισμένες μελέτες παρατήρησης έχουν καταγράψει ότι η τακτική χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών ενδεχομένως οδηγεί σε παχυσαρκία και διαβήτη5,6, αν και τα δεδομένα αυτά δεν εμφανίζονταν πάντοτε με συνέπεια. Πρακτικά, η ερμηνεία τέτοιων μελετών παρουσιάζει δυσκολίες καθώς ο σχεδιασμός τους δεν επιτρέπει τη σχέση αιτίου-αποτελέσματος και ως εκ τούτου το παράδειγμα της αντίστροφης αιτιότητας δεν μπορεί να αποκλειστεί.9 Συγκεκριμένα, για την περίπτωση των ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών, αναφέρεται ότι οι άνθρωποι που είναι ήδη υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, ή σε κίνδυνο για διαβήτη είναι πιο πιθανό να στρέφονται στα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά και να καταναλώνουν τρόφιμα και ροφήματα που τα περιέχουν για να διαχειριστούν το βάρος τους και τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους.
Πριν από μερικά χρόνια, τον Απρίλιο του 2014, ο καθηγητής Drewnowski κατά την παρουσίασή του στο συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης Γλυκαντικών στις Βρυξέλλες και σε τραπέζι με θέμα «Γιατί οι θερμίδες μετρούν», πρότεινε ότι: «αν οι χρήστες ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών είναι πιο πιθανό να είναι υπέρβαροι, αυτό δε σημαίνει ότι η χρήση γλυκαντικών προκαλεί τα προβλήματα βάρους τους, αλλά ότι τα άτομα αυτά χρησιμοποιούν ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά προκειμένου να χάσουν ή να διαχειριστούν το βάρος τους. Αυτό είναι ένα παράδειγμα της αντίστροφης αιτιότητας» 10.
Η νέα αυτή μελέτη των Drewnowski και Rehm παρέχει την πρώτη ανάλυση της συσχέτισης μεταξύ της χρήσης ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών σε σχέση με την πρόθεση για απώλεια ή διατήρηση του βάρους στο παρελθόν και το ιστορικό του σωματικού βάρους των τελευταίων 10 ετών και μπορεί να βοηθήσει στην εξέταση της θεωρίας της αντίστροφης αιτιότητας. Παρατηρήθηκε μία σχέση μεταξύ της χρήσης γλυκαντικών με τον υψηλότερο Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και τον επιπολασμό του διαβήτη, αλλά οι συμμετέχοντες που ανέφεραν ότι προσπαθούν να χάσουν ή να διατηρήσουν το σωματικό τους βάρος κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 12 μηνών ήταν επίσης πολύ πιο πιθανό να χρησιμοποιούν ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά.
Είναι ενδιαφέρον ότι, η σχέση μεταξύ της πρόθεσης απώλειας/διατήρησης του σωματικού βάρους και της χρήσης γλυκαντικών δεν παρατηρήθηκε μόνο στα παχύσαρκα άτομα, αλλά σε όλα τα επίπεδα του ΔΜΣ. Αυτό θα σήμαινε ότι η χρήση γλυκαντικών ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τη διαιτητική συμπεριφορά, ανεξάρτητα από το αν οι συμμετέχοντες ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Αυτό το νέο εύρημα επιβεβαιώνει ότι είναι πράγματι μια περίπτωση αντίστροφης αιτιότητας, που συνδέει τη χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών με την προσπάθεια απώλειας ή διατήρησης του σωματικού βάρους. Ομοίως, οι άνθρωποι που είναι στην έναρξη της εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 μπορεί επίσης να στραφούν σε τρόφιμα και ροφήματα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά, όχι μόνο στην προσπάθειά τους να χάσουν ή να διατηρήσουν το βάρος τους, αλλά και για να αποφύγουν την κατανάλωση των προστιθέμενων σακχάρων και να διαχειριστούν καλύτερα τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους.
Τα οφέλη ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών στη διαχείριση του βάρους είναι αναγνωρισμένα
Συστηματικές ανασκοπήσεις κλινικών δοκιμών επιβεβαιώνουν ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά δεν αυξάνουν το σωματικό βάρος ή την πρόσληψη ενέργειας, και ότι η χρήση τους μπορεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο στη διαχείριση βάρους. Πρόσφατα, μια μετα-ανάλυση που δημοσιεύτηκε στο International Journal of Obesity εξέτασε τα αποτελέσματα περισσότερων από 100 μελετών σε ανθρώπους και ζώα για τη διαχείριση βάρους και διαπίστωσε ότι η αντικατάσταση της ζάχαρης με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της πρόσληψης ενέργειας και του σωματικού βάρους, τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες. Συνολικά, η νέα δημοσίευση των Drewnowski και Rehm, δείχνει ότι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά στην προσπάθειά τους να μειώσουν τις προσλαμβανόμενες θερμίδες και να διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά το σωματικό τους βάρος, με πληθώρα επιστημονικών στοιχείων να επιβεβαιώνει ότι αυτή η στρατηγική μπορεί να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό διατροφικό εργαλείο και ότι η χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών μπορεί πράγματι να συμβάλλει στην απώλεια βάρους.
Παρέχοντας γλυκιά γεύση χωρίς θερμίδες, οι επιλογές με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορεί να συνεισφέρουν σημαντικά σε μια υγιεινή διατροφή ελεγχόμενων θερμίδων.