Γράφει ο Ceteris Paribus
Ήρθε η ώρα η Γερμανία να βγει από το «αυγό» του οικονομικού γίγαντα αλλά πολιτικοστρατιωτικού νάνου, να σπάσει τα όρια της «ανάπηρης» ηπειρωτικής δύναμης και να βγει στο πέλαγος των παγκόσμιων συσχετισμών; Η σκληρή στάση του Σόιμπλε και της Μέρκελ στη διαχείριση των ευρωπαϊκών υποθέσεων είναι ανακλαστικό αναδίπλωσης λόγω «προτεσταντικής σκλήρυνσης» ή μήπως είναι ακριβώς η προετοιμασία για ένα τέτοιο ρόλο της Γερμανίας, «καθολικό» και παγκόσμιο; Και τι επιφυλάσσει ένας τέτοιος ρόλος για την… Ελλάδα;
Η συρροή των γεγονότων, η συστηματικότητα και συνέπεια με την οποία η γερμανική ηγεσία απαντά σε όλα τα ζητήματα που βάζει η συγκυρία, δεν αφήνουν περιθώρια να σκεφτούμε πως η γερμανική πολιτική οφείλεται σε κάποιου είδους «προτεσταντική τύφλωση».
Αναμένοντας την αυγή του 2017, είναι κοινό μυστικό πως φτάνουμε σε ένα σημαντικό, ίσως και ιστορικό, σημείο καμπής: η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ορκίζεται και αναλαμβάνει καθήκοντα στις 20 Ιανουαρίου, θα φέρει μετά βεβαιότητος μεγάλες αλλαγές στις παγκόσμιες σχέσεις, στη διάταξη και το ρόλο των μεγάλων δυνάμεων. Αρχίζοντας από κάτι που μας αφορά, το ΔΝΤ κήρυξε ανάπαυλα στη συμμετοχή του στις διαπραγματεύσεις για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα, ώστε να ενημερωθεί ο νέος Αμερικανός πρόεδρος και να δώσει τις δικές του κατευθύνσεις.
Η «ελληνική υπόθεση» είναι αυτή καθαυτή ήσσονος σημασίας όσον αφορά τους παγκόσμιους συσχετισμούς, αλλά το τι οδηγίες θα δώσει στο ΔΝΤ θα είναι όχι μόνο κρίσιμο αλλά και ενδεικτικό των προθέσεών του. Αν επιβεβαιώσει τις προεκλογικές του θέσεις, ότι η υπόθεση της Ελλάδας είναι ευρωπαϊκή υπόθεση στην οποία οι ΗΠΑ (επομένως και το ΔΝΤ) οφείλουν να μην αναμιχθούν, ότι είναι υπόθεση που πρέπει να χειριστεί η Γερμανία ή, αν αυτή δεν μπορεί, η Ρωσία, τότε πιθανότατα θα αποσυρθεί εκφράζοντας μια τελευταία φορά στην ακραία τους εκδοχή όλες του τις απαιτήσεις. Σε αυτή την περίπτωση, ο Ντόναλντ Τραμπ θα έχει στείλει την Ελλάδα για… υιοθεσία από τον Σόιμπλε – με ό,τι ήθελε σημάνει αυτό.
Επειδή όμως δεν είναι αυτό ακριβώς το θέμα μας σε τούτο το σημείωμα, ας ξαναγυρίσουμε στο ρόλο της Γερμανίας. Η γερμανική ηγεσία μέσα στο 2016 κατέστρεψε όλα τα πρότζεκτ, μείζονα ή ελάσσονα, που παρέπεμπαν σε οποιασδήποτε μορφής «εμβάθυνση» της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Εντελώς πρόσφατα, στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, εξαφάνισε από το κείμενο συμπερασμάτων οποιαδήποτε αναφορά σε εμβάθυνση της τραπεζικής ενοποίησης, μπλοκάροντας το σχέδιο της Κομισιόν για προώθηση του ευρωπαϊκού μηχανισμού εγγύησης καταθέσεων – «εξυγίανση» χαρτοφυλακίων τραπεζών ακόμη και με bail in, ήταν το σαφές μήνυμα…
Η γερμανική ηγεσία εμφανίζεται συνεπής οπαδός του δόγματος της «δημιουργικής καταστροφής»: καμία αλληλεγγύη, καμία αναστολή των ωμών διαδικασιών «εξυγίανσης» μέσα από διαδοχικές καταστροφές. «Η κρίση είναι ευκαιρία» για τους ισχυρούς – και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η Γερμανία είναι ο ισχυρός στην Ευρώπη…
Στην περίπτωση του έκτακτου βοηθήματος που εξήγγειλε η κυβέρνηση Τσίπρα, τα έβαλε με τους πάντες: με την Κομισιόν, με την πλειοψηφία των υπουργών στο Eurogroup, με την πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου. Άρκεσε το γεγονός ότι η Γερμανία διαθέτει το 27% των δικαιωμάτων ψήφου στον ESM (όπου όμως απαιτείται πλειοψηφία 80% για να ληφθούν αποφάσεις…) για να μπλοκάρει, κόντρα σε όλους, τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το ελληνικό χρέος…
Όμως, δεν είναι μόνο τα ευρωπαϊκά φόρα όπου η γερμανική ηγεσία περιφέρει άκαμπτη την αδιαλλαξία της. Το ίδιο ακριβώς πράττει στα φόρα των G-7 και G-20, υπερασπιζόμενη της γραμμή της δημοσιονομικής ορθοδοξίας και τη συντηρητική στάση στα ζητήματα της νομισματικής πολιτικής. Αυτό το τελευταίο γεγονός, μας δίνει το νήμα για να απαντήσουμε στα ερωτήματα που θέσαμε στην αρχή του άρθρου: η Γερμανία εκφράζει έμμεσα τη φιλοδοξία να αποτελέσει ένα άλλο, εναλλακτικό στο αμερικανικό, υπόδειγμα απάντησης στην κρίση. Αυτό από μόνο του ισοδυναμεί με φιλοδοξία για διεθνή, αν όχι παγκόσμιο ρόλο. Και απαιτεί τη συνολικότερη μεταμόρφωση της ίδιας της Γερμανίας. Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να υπενθυμίσει ότι οι ισορροπίες και οι ρόλοι της περιόδου ύστερα από τη νίκη των Δυτικών στον Ψυχρό Πόλεμο είναι σε διαδικασία ταχύτατης ανατροπής.
Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία πρέπει να αποκτήσει πιο «ολοκληρωμένα» χαρακτηριστικά μεγάλης διεθνούς δύναμης: να συμπληρώσει την οικονομική δύναμη με τη διπλωματική και τη στρατιωτική. Αυτό δεν μπορεί να γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά μια εμφατική στροφή σε αυτή την κατεύθυνση θα διαβαζόταν με μεγάλη ευκολία. Ίσως μια τέτοια στροφή να αποτελέσει ένα από τα μεγάλα γεγονότα του 2017 – που έρχεται υποσχόμενο πολλές και μεγάλες ανατροπές. Ίσως το όνειρο μιας τέτοιας «νέας Γερμανίας» να αποτελέσει την ηγεμονική πλατφόρμα με την οποία η Μέρκελ θα διεκδικήσει την παραμονή της στην καγκελαρία στις εκλογές του φθινοπώρου…
Υ.Γ. Ως πού μπορεί να φτάσει η γερμανική τακτική της «δημιουργικής καταστροφής» στις ευρωπαϊκές υποθέσεις και τι μπορεί να φέρει για την Ελλάδα, είναι κάτι που θέλει περισσότερη ανάλυση και δεν μπορεί να απαντηθεί σε αυτό το σημείωμα. Μια μικρή πρόγευση μόνο: ο κ. Τσίπρας καλά θα κάνει να μη θεωρεί ντε φάκτο θετική μια πιθανή (λόγω Τραμπ) αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα…