Την άδικη απόλυση εργαζομένου από την ΕΛ.ΑΣ, λόγω διάγνωσης με ηπατίτιδα Β, καταγγέλλει ο Σύλλογος Ασθενών Ήπατος Ελλάδος «Προμηθέας».
Όπως αναφέρει, το μήνα Ιανουάριο του 2017, η Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή Θεσσαλονίκης, απέλυσε εργαζόμενο από το Σώμα της Αστυνομίας με την αιτιολογία ότι δεν μπορεί να ασκήσει το επάγγελμα του λόγω διάγνωσης με Ηπατίτιδα B. Αναλυτικότερα, η επιτροπή έκρινε ότι ο συγκεκριμένος ασθενής δεν δύναται να εργαστεί σε υπηρεσίες γραφείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
Ο Σύλλογος Ασθενών Ήπατος Ελλάδος «Προμηθέας» έλαβε γνώση του εν λόγω περιστατικού και υποστήριξε την προσφυγή του ασθενή στον Συνήγορο του Πολίτη, προς άρση της άδικης αυτής απόφασης.
Σε συνέχεια αυτής της παρέμβασης και μετά από διεξοδική ανάλυση της υπόθεσης προέκυψε το αυτονόητο συμπέρασμα ότι, η διαγραφή του συγκεκριμένου προσώπου από την αστυνομία συνιστά αδικαιολόγητη διάκριση και ενισχύει το κοινωνικό στίγμα σε βάρος μίας νόσου.
Είναι σαφές ότι η απόλυση αυτή, που βασίστηκε αποκλειστικά στον φόβο για τυχόν μετάδοση του ιού και στην υποτιθέμενη αδυναμία του ανθρώπου αυτού να εκτελέσει ακόμα και καθήκοντα γραφείου, απαγορεύεται από το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το νόμο 4443/2016.
Η αποπομπή του εργαζόμενου που ζει με ηπατίτιδα Β, δεν βασίζεται καν σε επιστημονικά δεδομένα, αφού από την άσκηση των καθηκόντων του συγκεκριμένου προσώπου δεν προκύπτει καμία απολύτως περίπτωση μετάδοσης του ιού της ηπατίτιδας Β. Αντιθέτως, η συγκεκριμένη απόλυση στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο σε αντιεπιστημονικές αγκυλώσεις και σε στερεότυπες αντιλήψεις, που εγγίζουν μία γενικότερη προκατάληψη που υπάρχει για τους φορείς χρόνιων νοσημάτων, όπως η ηπατίτιδα Β.
Ο Σύλλογος τονίζει ότι η ανεμπόδιστη εργασία ασθενών με ιογενείς ηπατίτιδες, συμπεριλαμβανομένης της εργασίας σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, είναι αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα, ενώ υπογραμμίζεται ότι, η συνήθης κοινωνική επαφή δεν ενέχει κανένα κίνδυνο μετάδοσης της Ηπατίτιδας Β.
«Με βάση τα παραπάνω δεδομένα και μετά τις παρεμβάσεις που ασκήθηκαν, ελπίζουμε ότι θα επανεξεταστεί η υπόθεση και ότι θα αποκατασταθεί η συγκεκριμένη αδικία», αναφέρει.