Το τηλεφώνημα Μέρκελ – Λαγκάρντ που αποκάλυψε η “Welt” και η… αποκρουστική πρόταση στην Ελλάδα που οδηγεί σε αδυναμία εξόδου στις αγορές.
Ένα τουλάχιστον παράξενο δημοσίευμα της “Welt”, «σοβαρής αδελφής» της Bild, του ομίλου Axel Springer, εμφανίζει ξαφνικά την Α. Μέρκελ και την Κρ. Λαγκάρντ να έχουν λύσει, μέσα σε μια απλή τηλεφωνική συνδιάλεξη, το «γόρδιο δεσμό» της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, με μετάθεση των αποφάσεων για το χρέος το 2018, και κατά τρόπο που οδηγεί με μαθηματική βεβαιότητα την Ελλάδα σε τέταρτο μνημόνιο!
Η κυβερνητική «διαρροή» από το Βερολίνο στη συντηρητική γερμανική εφημερίδα παρουσιάζει, χωρίς πολλές εξηγήσεις, μια εντελώς απλουστευτική εκδοχή επίλυσης των διαφορών Γερμανίας – ΔΝΤ για το ελληνικό πρόγραμμα, που υποτίθεται ότι κατέστη δυνατή σε ένα απλό τηλεφώνημα μεταξύ των δύο ισχυρών κυριών, Μέρκελ και Λαγκάρντ, μόνο και μόνο επειδή η γενική διευθύντρια του Ταμείου θέλει να υποστηρίξει πολιτικά τη Γερμανίδα καγκελάριο στην προσπάθεια να επανεκλεγεί, τον Σεπτέμβριο.
Τι λέει το δημοσίευμα
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, «πριν από λίγες ημέρες, υπήρξε μια συζήτηση μεταξύ της κ. Μέρκελ και της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ. Σε αυτή την τηλεφωνική συνδιάλεξη, η Λαγκάρντ υποσχέθηκε να προσφέρει την υποστήριξή της, σύμφωνα με κυβερνητικούς αξιωματούχους».
Ποια μορφή μπορεί να πάρει αυτή η υποστήριξη, πάντα κατά το παράξενο δημοσίευμα; «Το Ταμείο θα συμμετάσχει στο τρέχον πρόγραμμα βοήθειας. Και το αμφιλεγόμενο θέμα της ελάφρυνσης χρέους για την Αθήνα, που είναι επίσης αμφιλεγόμενο μεταξύ του ΔΝΤ και της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, δεν θα πρέπει να επανέλθει στην ημερήσια διάταξη μέχρι το 2018, ένα χρόνο μετά τις βουλευτικές εκλογές».
Στο αρκετά μακροσκελές δημοσίευμα αφήνεται αδιευκρίνιστο με ποιο «μαγικό» τρόπο θα «συμμετάσχει» το Ταμείο στο ελληνικό πρόγραμμα. Αν η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους μετατεθεί το 2018, είναι προφανές ότι δεν μπορεί το εκτελεστικό συμβούλιο του Ταμείου να εγκρίνει νέα χρηματοδότηση στην Ελλάδα και το ΔΝΤ θα συνεχίσει, στην καλύτερη των περιπτώσεων, ως τεχνικός σύμβουλος. Όμως, κατ’ επανάληψη ο Β. Σόιμπλε έχει δηλώσει ότι δεν μπορεί να εγκριθεί από την Bundestag νέα δόση για την Ελλάδα, αν δεν εγκριθεί πρώτα και ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης από το Ταμείο.
Για αυτό το κεφαλαιώδες και ανεπίλυτο από το 2015 πρόβλημα, η γερμανική εφημερίδα αποφεύγει να εκθέσει με περισσότερες λεπτομέρειες τη λύση που υποτίθεται ότι συμφώνησαν Μέρκελ και Λαγκάρντ. Εξάλλου, με πολύ απλουστευτικό τρόπο, η Κριστίν Λαγκάρντ παρουσιάζεται σαν να «έχει στο τσεπάκι» της οποιαδήποτε λύση μπορεί να βολεύει την καλή φίλη της, Άνγκελα Μέρκελ, σαν να μην υπάρχουν περιορισμοί στα όρια δράσης της από τους συσχετισμούς στο εκτελεστικό συμβούλιο του Ταμείου και από τις εκθέσεις του προσωπικού του ΔΝΤ, που ως τώρα αφήνουν ελάχιστα περιθώρια συνέχισης της παρουσίας στο πρόγραμμα με ρόλο χρηματοδότη.
Τι μπορεί να σημαίνει
Αν υποτεθεί ότι ευσταθούν οι «θολές» πληροφορίες της “Welt”, το μόνο στο οποίο μπορεί να συνίσταται μια… «ανίερη συμφωνία» των δύο κυριών είναι να παρουσιασθεί στην ελληνική πλευρά μια πρόταση εντελώς «αποκρουστική», που οδηγεί με βεβαιότητα σε παράταση του αποκλεισμού από τις αγορές και, αργότερα, σε τέταρτο μνημόνιο.
Η συμφωνία Μέρκελ – Λαγκάρντ θα μπορούσε να συνίσταται σε μια απλή επανάληψη του «μαγειρέματος» που έγινε για το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, αλλά αυτή την φορά σε μια χρονική στιγμή εξαιρετικά κρίσιμη για την Ελλάδα, αφού όλες οι συμφωνίες με τους δανειστές πρέπει να ερμηνεύονται σε συνάρτηση με το αν διευκολύνουν ή όχι την έξοδο στις αγορές, ώστε να αποτραπεί το τέταρτο μνημόνιο.
Δηλαδή, θα ζητηθεί από την Ελλάδα να κλείσει όπως – όπως τα θέματα της αξιολόγησης για να πάρει την επόμενη δόση και να φύγει από τον ορίζοντα ο κίνδυνος χρεοκοπίας το καλοκαίρι, αλλά και να συμφωνήσει με το ΔΝΤ τα προληπτικά μέτρα για να είναι βέβαιη η επίτευξη του στόχου για το πλεόνασμα το 2018 και έως το 2021, που λήγει το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα. Το κρίσιμο θέμα του δημοσιονομικού στόχου θα αφεθεί και πάλι σε… εποικοδομητική ασάφεια, για να συζητηθεί, μαζί με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, στο τέλος του προγράμματος.
Με βάση μια εμβαλωματική συμφωνία αυτού του είδους, το Ταμείο θα αναβάλει γι’ αργότερα τις αποφάσεις του για χρηματοδότηση της Ελλάδας και θα μείνει μόνο με ρόλο τεχνικού συμβούλου, αλλά η Bundestag θα κάνει… στραβά μάτια και θα εγκρίνει τη νέα δόση στην Ελλάδα, ώστε να φύγει το ελληνικό ζήτημα από τον εκλογικό ορίζοντα της Γερμανίας.
Εφιάλτης για την Αθήνα
Το μείζον πρόβλημα, όμως, για την ελληνική κυβέρνηση, πέρα από την προφανή αδυναμία που θα έχει να «πουλήσει» τη συμφωνία στο εσωτερικό, είναι ότι με τέτοιο κλείσιμο της αξιολόγησης αποκλείεται κάθε σκέψη για ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρα και για έξοδο στις αγορές μέσα στο 2017, ώστε από το 2018 να μπορεί η χώρα να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές, χωρίς να χρειασθεί ένα νέο μνημόνιο.
Προφανές είναι ότι, σε αυτή την περίπτωση, το οικονομικό κλίμα θα βαρύνει επικίνδυνα και η οικονομία δεν αποκλείεται να επιστρέψει στην ύφεση, έχοντας ήδη καταγράψει αρνητική επίδοση το τελευταίο τρίμηνο του 2016 (δύο συνεχή τρίμηνα κάμψης του ΑΕΠ συνιστούν τον τεχνικό ορισμό της ύφεσης…).
Μπορεί η ελληνική πλευρά να αποδεχθεί τέτοιο κλείσιμο της αξιολόγησης, που θα εξυπηρετούσε μόνο τις εκλογικές προοπτικές της Μέρκελ και θα ήταν καταστροφικό για την Ελλάδα και την ίδια την κυβέρνηση; Η σύντομη απάντηση που δίνεται είναι «όχι». Γι’ αυτό και η κυβέρνηση, αντί να εμφανίζεται τις τελευταίες ημέρες πιο διαλλακτική, για να διευκολύνει μια συμφωνία, διατηρεί υψηλούς τόνους, επιμένοντας στη γραμμή «ούτε ένα ευρώ νέων μέτρων».
Το Μαξίμου, όπως προκύπτει και από προηγούμενες δηλώσεις κορυφαίου στελέχους (την Κυριακή), εξακολουθεί να πιστεύει ότι η Α. Μέρκελ τελικά θα υποχωρήσει, για να αποφύγει τη διατήρηση του ελληνικού θέματος στο προσκήνιο, στους επόμενους δύσκολους, προεκλογικούς μήνες. Επιπλέον, αναλυτές της αγορές έχουν τονίσει ότι η Γερμανία δεν είναι εύκολο να «παίξει» με μια αθέτηση πληρωμών από την Ελλάδα, τον Ιούλιο, γιατί ο κύριος δανειστής που θα υποστεί ζημιά θα είναι η ίδια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.