Του Ανδρέα Ματζάκου*

Από το 2011 που ξέσπασε η κρίση στην Συρία, η Τουρκία συμπλέοντας με την θέση των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, τάχθηκε υπέρ της απομακρύνσεως του Ασαντ από την εξουσία, προκειμένου να εξομαλυνθεί η κατάσταση στη χώρα. Μάλιστα διέθεσε κεφάλαια, εξοπλισμό, το έδαφος και εγκαταστάσεις της για εκπαίδευση και στέγαση των αντιφρονούντων του Ελευθέρου Συριακού Στρατού (Free Syrian Army – FSA).

Στην πορεία της εξεγέρσεως όμως, ο φόβος της Τουρκίας για δημιουργία ανεξαρτήτου κουρδικού κράτους στην βόρειο Συρία, άρχισε να επαληθεύεται, όταν οι Κουρδικές Δυνάμεις Προστασίας του Λαού στη Συρία, γνωστές ως  YPG (Από τα αρχικά στα κουρδικά των People’s Protection Units) που πολεμούν εντός των SDF (Syrian Democratic Forces, Μείγμα Κουρδικών και Αραβικών Δυνάμεων που διαβιούν στις κουρδικές περιοχές της Συρίας), πέρασαν δυτικά του Ευφράτη ποταμού. (Βλέπε Χάρτη 1- Το τμήμα εδάφους εντός της κόκκινης γραμμής, αμέσως δυτικά του Ευφράτη).

Έτσι την 24η Αυγούστου του 2016, άρχισε η επιχείρηση “Ασπίδα του Ευφράτη” με δυνάμεις του FSA και των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων εντός της Συρίας προκειμένου να απελευθερώσουν κατ’ αρχάς την πόλη Jarabulus που ευρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα της με την Συρία και η οποία κατείχετο από δυνάμεις του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) (Βλέπε Χάρτη 1- Αντικειμενικός Σκοπός 1).

Μετά την κατάληψη της Jarabulus, οι τουρκικές δυνάμεις ανέλαβαν ηγετικό ρόλο και συνέχισαν προς Al-Bab (Βλέπε Χάρτη 1- Αντικειμενικός Σκοπός 2), ώστε να δημιουργήσουν μια ζώνη μήκους 90 και βάθους 15 περίπου χλμ, μεταξύ της Azaz και της Jarabulus (Βλέπε Χάρτη 2) Και ενώ η Jarabulus είχε εκκαθαριστεί από τους αντάρτες του ΙΚ μέχρι 19 Σεπτεμβρίου, για την κατάληψη της Al-Bab οι τουρκικές δυνάμεις πολεμούν πάνω από 120 ημέρες, ενώ έχουν χάσει 11 άρματα μάχης και 70 άνδρες.

Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι, κέρδισε ή έχασε μέχρι τώρα η Τουρκία με την άμεση εμπλοκή της στον πόλεμο με την στρατιωτική της ισχύ; Θα ήταν καλύτερα αν συνέχιζε να υποστηρίζει εμμέσως τους αντιφρονούντες όπως έκανε μέχρι πριν την εμπλοκή της;

Η θέση του άρθρου είναι ότι μέχρι τώρα η Τουρκία αποκομίζει οφέλη, που δεν θα μπορούσε να είχε αποκομίσει μένοντας εντός των συνόρων της. Στο άρθρο θα ερευνηθούν ποια είναι αυτά τα κέρδη, δηλαδή κατά πόσον είναι επιτυχής ο συνδυασμός στόχων και μέσων κατά την εφαρμογή της Εθνικής της Στρατηγικής[1] της Τουρκίας. Για την οικονομία του άρθρου, θα εξεταστούν μόνο ο πολιτικός σκοπός του πολέμου, δηλαδή η βάση κάθε Στρατηγικής και η Στρατιωτική Στρατηγική για την επίτευξη του. Επίσης, θα αναφερθεί εν συντομία η εξέλιξη της επιχειρήσεως από 24 Αυγούστου του 2016 και μέχρι σήμερα και, το άρθρο θα κλείσει με επίλογο.

Πολιτικός σκοπός του πολέμου για την Τουρκία

Ο κ. Ερντογκάν είχε πάντοτε κατά νουν τον κίνδυνο να βρεθεί η Τουρκία με ανεξάρτητο κουρδικό κράτος στα νώτα της. Αυτός ήταν και ο λόγος που είχε εξασφαλίσει από τον Οκτώβριο του 2014, την εξουσιοδότηση της τουρκικής εθνοσυνελεύσεως για ανάπτυξη στρατευμάτων στο Ιράκ ή την Συρία, εάν αυτό κρινόταν αναγκαίο. Όμως το 2014, σύσσωμη η τότε στρατιωτική ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων, δεν ήθελε ούτε να ακούσει για εμπλοκή στον πόλεμο της Συρίας και αντιδρούσε σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ο κ. Ερντογκάν, από τον Ιούνιο του 2015 είχε διακηρύξει, ότι “η Τουρκία ουδέποτε θα επέτρεπε την δημιουργία ενός ανεξαρτήτου κράτους στα σύνορα της με την Συρία”.

Με την έναρξη της επιχειρήσεως ‘’Ασπίδα του Ευφράτη’’, ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας κ. Τσαβούσογλου, στις 24 Αυγούστου 2016, δήλωνε σε συνέντευξη Τύπου:

“Σκοπός μας είναι να καθαρίσουμε τον Daesh (Ισλαμικό Κράτος) από τα σύνορα μας. Αλλά και οι δυνάμεις του YPG που πολεμούν στις τάξεις των SDF, πρέπει να αποσυρθούν ανατολικά του Ευφράτη. Αλλιώς η Τουρκία θα κάνει ότι είναι αναγκαίο”.

Στις 19 Σεπτεμβρίου 2016 που ολοκληρώθηκε η κατάληψη της Jarabulus, ο κ. Ερντογκάν ανακοίνωνε πως:

“Οι αντιφρονούντες του FSA θα προελάσουν τώρα προς Al-Bab προκειμένου να εκκαθαριστεί μια ζώνη 9.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων”.

Προκύπτει λοιπόν πως οι στόχοι της Εθνικής Στρατηγικής της Τουρκίας στην Συρία είναι:

– Η δημιουργία μιας “Ζώνης Ασφαλείας” με την εκδίωξη ανταρτών του ΙΚ και μαχητών του YPG, προκειμένου να μην είναι δυνατή η συνένωση των κουρδικών καντονιών του Αφρίν και του Κομπάνι. (Βλέπε Χάρτη 2)

– Η απαγόρευση δημιουργίας ανεξαρτήτου κουρδικού κράτους στα σύνορα της με την Συρία, ώστε να μην έχει το ΡΚΚ την δυνατότητα να επικοινωνεί απ’ ευθείας με τους Κούρδους της Συρίας.

– Η εκδίωξη ανταρτών του ΙΚ από τις συριακές πόλεις που ευρίσκονται εντός αυτής της Ζώνης, Jarabulus, Al-Bab και Manbij.

Εξέλιξη Επιχειρήσεως

Η επιχείρηση άρχισε στις 4 τα ξημερώματα της 24ης Αυγούστου 2016, με προπαρασκευή πυροβολικού και προσβολή επιγείων στόχων από την τουρκική αεροπορία. Στις 6 το πρωί άρχισαν οι χερσαίες επιχειρήσεις με δύναμη 1.500 μαχητών του FSA και την λογιστική υποστήριξη και υποστήριξη δια πυρών του τουρκικού στρατού. Άρματα μάχης και μηχανοκίνητα τμήματα του τουρκικού στρατού εισέβαλαν στην Συρία την επομένη, 25 Αυγούστου.

Η Jarabulus που στην ουσία είχε εγκαταληφθεί από το ΙΚ, κατελήφθη εντός ολίγων εβδομάδων. Η επιχείρηση συνεχίστηκε προς κατάληψη της Al-Bab (Βλέπε Χάρτη- Αντικειμενικός Σκοπός 2), με δυνάμεις του FSA που ενισχύθηκαν με άλλους 3.500 μαχητές, ένα μηχανοκίνητο τάγμα πεζικού και μια επιλαρχία αρμάτων Μ60Α3 ενισχυμένη και με άρματα LEO2A4, του τουρκικού στρατού. Η Al-Bab, με ένα κλασσικό στρατιωτικό σχέδιο για κατάληψη κατοικημένου τόπου,  προσεγγίστηκε από δύση, βορρά και ανατολή, ενώ η περίσφιξη της ξεκίνησε από το δυτικό της τμήμα που είναι σε υψόμετρο 300-500 μέτρων.

Μέχρι την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, έχει ελευθερωθεί το μεγαλύτερο τμήμα της. (Κάποιες τουρκικές εφημερίδες έγραψαν ότι στις 23 Φεβρουαρίου κατελήφθη πλήρως από τον τουρκικό στρατό).

Οι επόμενες κινήσεις στο πλαίσιο της επιχειρήσεως, θα είναι η συμμετοχή του τουρκικού στρατού στην κατάληψη της πρωτεύουσας του ΙΚ Raqqa, όπως ανακοίνωσε ο ΥΠΕΞ της κ. Τσαβούσογλου στις 2 Φεβρουαρίου, (Βλέπε Χάρτη 2- Αντικειμενικός Σκοπός 3) και η εκδίωξη του YPG από την Manbij. (Βλέπε Χάρτη 2- Αντικειμενικός Σκοπός 4, με κόκκινο χρώμα).

Κέρδη σε επίπεδο Εθνικής Στρατηγικής

Σε διεθνές επίπεδο, λόγω της εμπλοκής της στη Συρία, η Τουρκία:

– Βρέθηκε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την διευθέτηση της κρίσεως που έλαβαν χώρα από 24 έως 26 Ιανουαρίου τρέχοντος έτους στην Αστάνα του Καζκστάν. Η συνάντηση στο Καζακστάν είχε κανονιστεί από την Ρωσία και το Ιράν και έγινε χωρίς την παρουσία των ΗΠΑ. Χωρίς στρατιωτική εμπλοκή, δεν θα συμμετείχε στις συνομιλίες και, φυσικά δεν θα μπορούσε να εκφέρει γνώμη για την τύχη των Κούρδων της Συρίας. Μάλιστα συμμετέχει και στις νέες συνομιλίες που ξεκίνησαν στις 23 Φεβρουαρίου στην Γενεύη, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ πλέον.

– Εδραίωσε την θέση της ως περιφερειακής δυνάμεως, η οποία δρα σε συνεννόηση με τις ΗΠΑ και την Ρωσία. Την τουρκική επιχείρηση εντός συριακού εδάφους, κάλυψε από αέρος, σε κάποιες περιπτώσεις, η αμερικανική αεροπορία, ενώ δεν εκφράστηκε αντίρρηση από ρωσικής πλευράς.

– Έδειξε στην διεθνή κοινότητα ότι πράγματι πολεμά κατά του ΙΚ και των ακραίων τζιχαντιστών.

Σε εθνικό επίπεδο, ο Ερντογκάν εδραίωσε την θέση του ως ο απόλυτος  κυρίαρχος και στις Ένοπλες Δυνάμεις, αφού:

– Παρά του ότι η επιχείρηση άρχισε λίγες ημέρες μόνον μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, οι ένοπλες δυνάμεις της Τουρκίας φάνηκαν αξιόμαχες και έτοιμες χωρίς να έχουν επηρεαστεί από τις διώξεις στελεχών που επακολούθησαν.

– Η νέα ηγεσία τους, όχι μόνον δεν έφερε αντίρρηση σε επιχείρηση εκτός Τουρκίας, αλλά την σχεδίασε και την εκτέλεσε.

– Η απελευθέρωση δυο συριακών πόλεων από το ΙΚ, με την βοήθεια του τουρκικού στρατού, θα ενισχύσει την θέση του εν όψει του δημοψηφίσματος της 16ης Απριλίου, για την μετατροπή του πολιτεύματος σε προεδρική δημοκρατία.

Κέρδη σε Επίπεδο Στρατιωτικής Στρατηγικής

Μόνο με την χρήση στρατιωτικής δυνάμεως θα ήταν δυνατή η δημιουργία “Ζώνης Ασφαλείας” μεταξύ των καντονίων του Αφρίν και του Κομπάνι, ώστε να αποτραπεί η συνένωση όλων των κουρδικών καντονιών στα νώτα της και η de facto δημιουργία ανεξαρτήτου κουρδικού κράτους. Η δημιουργία τέτοιας ζώνης είχε επιχειρηθεί και δια της διπλωματικής οδού το 2015 από τον κ. Νταβούτογλου, αλλά είχε αποτύχει.

Η επιχείρηση “Ασπίδα του Ευφράτη” συμβάλλει στην αποκατάσταση του κύρους των ενόπλων δυνάμεων που είχε πληγεί από την εμπλοκή μέρους αυτών στο πραξικόπημα, στο εσωτερικό της Τουρκίας.

Η συνεργασία σε στρατιωτικό επίπεδο και μάλιστα στο πεδίο της μάχης με τον FSA, δείχνει στους σουνίτες Μουσουλμάνους, ότι η Τουρκία είναι ένας αξιόπιστος υποστηρικτής τους.

Επίλογος

Ο κ. Ερντογκάν, όταν είδε ότι δια της διπλωματικής οδού δεν επετύγχανε τους στόχους της εξωτερικής του πολιτικής, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει την στρατιωτική ισχύ της χώρας του. Έτσι παρουσιάζεται η Τουρκία στη διεθνή κοινότητα ως μια περιφερειακή δύναμη η οποία χρησιμοποιεί ακόμη και την στρατιωτική της ισχύ για την επίτευξη των στόχων της. Αν δε καταφέρει μετά την απελευθέρωση από το ΙΚ των Jarabulus, Al-Bab και της Raqqa στο εγγύς μέλλον, θα καταδείξει σε όλους τους μουσουλμάνους Σουνίτες, ότι η Τουρκία είναι η δύναμη εκείνη στην οποία μπορούν να βασίζονται για την προστασία τους, από ακραία στοιχεία.

Όμως δεν έχει τίποτα κριθεί οριστικά, καθόσον:

– Οι δυνάμεις του Ασαντ προσεγγίζουν στην Al-Bab από τον νότο και κάποια στιγμή θα συναντηθούν με τις τουρκικές.

– Δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας για το μείγμα των δυνάμεων που θα συμμετέχουν στην απελευθέρωση της Raqqa. Οι Αμερικανοί θέλουν τους Κούρδους του YPG να συμμετέχουν στις δυνάμεις, οι δε Τούρκοι όχι.

– Η Manbij κατέχεται από δυνάμεις του YPG οι οποίες δεν έχουν σκοπό να εγκαταλείψουν την πόλη στα χέρια των τουρκικών δυνάμεων, χωρίς μάχη.

Συνεπώς τα κέρδη της Τουρκίας είναι προσωρινά, η δε Στρατηγική της για να χαρακτηριστεί επιτυχής, θα χρειαστεί έναν συνδυασμό παραγόντων, πολλοί εκ των οποίων δεν εξαρτώνται από τις ικανότητες και τα μέσα της Τουρκίας.

[1] Για το παρόν άρθρο, υιοθετείται η υποδιαίρεση της συνολικής Στρατηγικής ενός κράτους, στις ακόλουθες κατηγορίες, όπως τις ορίζει ο καθηγητής Terry Deibel, στο βιβλίο του για την Στρατηγική της Εξωτερικής Πολιτικής: Εθνική Στρατηγική, Στρατηγική Εξωτερικής Πολιτικής, Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας, Υψηλή Στρατηγική και Στρατιωτική Στρατηγική.  Terry Deibel, ‘Foreign Affairs Strategy’’, Cambridge University Press, 2010.

* Ο Ανδρέας Ματζάκος είναι απόστρατος αξιωματικός του Στρατού Ξηράς, κάτοχος μεταπτυχιακού στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές. Είναι δόκιμος ερευνητής στον Τομέα Αμυντικών Θεμάτων του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου και μέλος του ΕΛΙΣΜΕ.

(Photo by Ensar Ozdemir/Anadolu Agency/Getty Images)