Τεράστια καταστροφή υπέστη ένα από τα σημαντικότερα ισλαμικά μνημεία του κόσμου, το τέμενος Βαγιαζήτ, στο Διδυμότειχο. Το τζαμί, που δεν λειτουργεί εδώ και δεκαετίες, έχασε την ξύλινη στέγη του, η οποία κατέρρευσε μαζί με το στέγαστρο που την προστάτευε, μεγάλο μέρος του εσωτερικού του κτηρίου του, καθώς και, κατά πάσα πιθανότητα, τις μοναδικές τοιχογραφίες του, που αποτελούσαν μεγάλο πολιτιστικό θησαυρό. Η πυρκαγιά αυτή, ενέχει τον κίνδυνο να ανάψουν φωτιές και στη μειονότητα της Θράκης, με την κατάλληλη συδαύλιση…
Οι ευθύνες του υπουργείου Πολιτισμού, που άφησε το μνημείο χωρίς έλεγχο, είναι πάρα πολύ μεγάλες. Δυστυχώς, δεν φαίνεται να τις αναγνωρίζει. Η γενική γραμματέας Μαρία Ανδρεαδάκη- Βλαζάκη δήλωσε στο ΑΠΕ πως άμεσα θα ξεκινήσουν εργασίες αποκατάστασης. Επειδή γνωρίζει το μνημείο, γνωρίζει επίσης ότι είναι αδύνατον να το επαναφέρουν στην πρότερη μορφή του. Πώς θα αποκατασταθεί η μνημειακή ξύλινη οροφή που κάηκε ολοσχερώς, έκτασης ενός τετραγωνικού χιλιομέτρου, τα πολλά ξύλινα μέρη του, που αποτελούσαν ακόμα και τμήμα της τοιχοποιίας, και οι ιστορικές τοιχογραφίες; Και η ίδια ξέρει πολύ καλά πως δεν εννοείται ως αποκατάσταση η αναστήλωση των τοίχων του κτηρίου, χωρίς οροφή, χωρίς εσωτερική επένδυση και χωρίς όλα τα μοναδικά του στοιχεία και η ανακατασκευή της στέγης. Είναι ντροπή, διότι το υπουργείο έχασε μέσα από τα χέρια του ένα εξαιρετικό μνημείο, το οποίο πλέον έχει μετατραπεί σε ερείπια, αν και τόσους αιώνες στεκόταν παρόλα τα προβλήματά του όρθιο και στεγασμένο.
Η ξύλινη οροφή του Τεμένους, σημαντικότατο στοιχείο, καταστράφηκε ολοσχερώς από την πυρκαγιά.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, χθες το μεσημέρι είχε ξεσπάσει πυρκαγιά μικρής έντασης από εργασίες ηλεκτροσυγκόλλησης που γίνονται στο μνημείο, στο πλαίσιο αναστήλωσής του. Την έσβησε η Πυροσβεστική και ουδείς ανησύχησε περαιτέρω. Το μνημείο, στο οποίο εκτελούνταν εργασίες συντήρησης- αποκατάστασης που είχαν καθυστερήσει τρία ολόκληρα χρόνια, έμεινε αφύλακτο κατά τη διάρκεια της νύχτας, όπως και κάθε νύχτα. Δεν δικαιολογείται κάτι τέτοιο για ένα τόσο ευαίσθητο από πολλές απόψεις μνημείο, έστω και αν βρισκόταν υπό αναστήλωση.
Τα ξημερώματα της Τετάρτης, γείτονες παρατήρησαν ότι έβγαιναν καπνοί από το τέμενος, κάτι που ερμηνεύεται ως αναζωπύρωση της μεσημβρινής φωτιάς, και κλήθηκε η πυροσβεστική, η οποία έσβησε τη φωτιά περί τις 5 ώρες αργότερα. Δυστυχώς, πολύ αργά για το μνημείο. Η Πυροσβεστική πάντως, κλίνει προς την αναζωπύρωση και αναφέρει πως δεν βρήκε πουθενά ίχνη εμπρησμού. Πολύ σημαντικό αυτό, επειδή δεν θέλει πολύ για να ανάψει κάποια σπίθα στην περιοχή. Κάτι μας λέει όμως, πως ο Ερντογάν δεν θα το αφήσει ανεκμετάλλευτο.
Το 1978 κάποιοι είχαν ζητήσει την κατεδάφισή του, κάτι που ευτυχώς δεν έγινε, ενώ το 1990 χρηματοδοτήθηκε η πρώτη μελέτη της αναστήλωσης. Ωστόσο, δύο χρόνια μετά ακυρώθηκε η εφαρμογή της μελέτης. Αποτέλεσμα αυτών το μνημείο να γερνάει συνεχώς και να χρειάζεται μία μεγάλη παρέμβαση. Η χρηματοδότηση εξασφαλίστηκε το 2014, δυστυχώς όμως, οι εργασίες σταμάτησαν αδικαιολόγητα το 2015. Άρχισαν και πάλι πριν από λίγες εβδομάδες, και δυστυχώς, όπως όλα δείχνουν, η αιτία καθυστέρησης των εργασιών, οδήγησε σε καταστροφή του Βαγιαζήτ. Δηλαδή, οι αρμόδιοι προσπάθησαν να γίνει η αναστήλωση με αυτεπιστασία από την τοπική εφορεία αρχαιοτήτων, χωρίς εργολαβία. Η σύμπτωση είναι τραγική…
Σε συνάντηση που είχε γίνει στο δημαρχείο με κατοίκους και την αρχαιολογική υπηρεσία, είχε αναφερθεί από αρμόδια χείλη πως το τέμενος είναι μεγαλύτερης αξίας από αυτό που έχει αποτιμηθεί, ενώ στην ευρύτερη περιοχή του, πιθανολογείται πως υπάρχουν σημαντικά ευρήματα.
Το Μεγάλο Τέμενος του Διδυμοτείχου (Τέμενος Βαγιαζήτ) σύμφωνα με την παράδοση αρχίζει να κτίζεται στο κέντρο του Διδυμότειχου στα τέλη του 14ου αιώνα (1389-1402), από το σουλτάνο Βαγιαζήτ Α’ τον Γιλντιρίμ (Κεραυνό), για το λόγο αυτό ονομάζεται τόσο από τους ντόπιους όσο και τους Οθωμανούς περιηγητές «Βαγιαζήτ Τζαμισί». Αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί λόγω της επέλασης των Μογγόλων στην Μικρά Ασία. Ολοκληρώθηκε με εντολή του σουλτάνου Μωάμεθ Α’ (1420-1421) από τον αρχιτέκτονα Ιβάζ πασά, από τους πιο φημισμένους αρχιτέκτονες της εποχής του.
Είναι το μεγαλύτερο τέμενος των Βαλκανίων και το πρώτο που κατασκευάστηκε από τους Οθωμανούς σε Ευρωπαϊκό έδαφος και θεωρείται το σημαντικότερο οθωμανικό μνημείο της περιοχής και ένα από τα αρχαιότερα, μεγαλύτερα και πλέον αξιόλογα μωαμεθανικά κτίσματα στην Ευρώπη.
Το κτίσμα είναι σχεδόν τετράγωνο σε κάτοψη, με μέσες εξωτερικές διαστάσεις 32,40 μ. X 30,20 μ. Το εξωτερικό εμβαδόν του είναι σχεδόν ένα στρέμμα. Έχει τρεις θύρες, από τις οποίες η κεντρική προβάλλεται με θαυμάσια αραβουργήματα και αρχαΐζοντα ζιγκ-ζαγκ μοτίβα ενώ οι δύο εκατέρωθεν θύρες έχουν φραχθεί, από ό,τι φαίνεται σε πρώιμη φάση. Το εσωτερικό του τεμένους παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον.
Το εσωτερικό του τεμένους παρουσίαζε μεγάλο ενδιαφέρον. Τον κεντρικό χώρο κάλυπτε θαυμάσιος διακοσμητικός θόλος, ο οποίος αποτελούνταν από μικρές σανίδες, κατάλληλα συναρμοσμένες μεταξύ τους και είχε αναρτηθεί από τον ξύλινο σκελετό της στέγης, καταλήγοντας σε τέσσερις πεσσούς μέσω ισάριθμων διακοσμητικών, ξύλινων τριγώνων.
Στο βόρειο τοίχο μέχρι πριν από λίγα χρόνια μπορούσε ο επισκέπτης να αντικρίσει μία μοναδική στην ισλαμική τέχνη παράσταση προσευχόμενης γυναίκας, η οποία δυστυχώς καταστράφηκε ολοσχερώς από την υγρασία. Μία άλλη, επίσης μοναδική τοιχογραφία, σωζόταν ακόμη στον νότιο τοίχο, επάνω από το ιερό. Πρόκειται για παράσταση της ουράνιας πόλης, η οποία επαναλαμβάνει το θέμα του περίφημου ψηφιδωτού του Τεμένους Ομάρ στη Δαμασκό. Η παράσταση του Διδυμοτείχου εντυπωσίαζε με την κομψότητα, την ακρίβεια και τη λεπτομέρεια απόδοσης των οικοδομημάτων, όπως και το χρησιμοποιούμενο χρωματικό φάσμα, σε μία άμεση συνέχεια της υστεροβυζαντινής ζωγραφικής.
Εκτός αυτών, οι τοίχοι ήταν διακοσμημένοι με ρητά και γνωμικά από το Κοράνι, σύντομες προσευχές και επικλήσεις ιερών προσώπων, δοσμένα με παχιά καλλιγραφικά γράμματα σε ασυνήθιστη διάταξη. Μία από τις προσευχές, γραμμένη σε σχήμα αστραπής, θεωρούνταν από τους μωαμεθανούς ως αποτρεπτική πτώσης κεραυνού.
Από τον εξοπλισμό του εσωτερικού σώζονταν ακόμη ο «θρόνος» δίπλα στο ιερό, ενώ στο βόρειο τμήμα υπήρχε εξέδρα.
Ενσωματωμένος στο περίγραμμα του κτιρίου, αλλά με δική του εξωτερική είσοδο, ο κομψός και πανύψηλος μιναρές που είχε αρχικά έναν εξώστη.
Στα 1912 οι Βούλγαροι μετέτρεψαν το Τέμενος σε Ναό, αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο. Όταν οι Τούρκοι ανακατέλαβαν το Διδυμότειχο από τους Βούλγαρους στα 1913, ξανάκτισαν τμήμα του μιναρέ που είχε γκρεμιστεί και πρόσθεσαν δεύτερο εξώστη ψηλότερα. Τον αυλόγυρο οριοθετούσαν μαρμάρινες πλάκες εκατέρωθεν της εισόδου με κομψοτεχνήματα αρίστης μαρμαρογλυπτικής τέχνης.
Κατά το μεσοπόλεμο το κτίριο πουλήθηκε από τη μουσουλμανική κοινότητα σε ιδιώτη.
Σήμερα το Μεγάλο Τέμενος αποτελεί μνημείο που ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και προστατεύεται από το ελληνικό κράτος, ενώ αυτή την περίοδο ήταν σε εξέλιξη εργασίες αναστήλωσής του, η πρώτη φάση των οποίων αναμενόταν να τελειώσει το 2017. Δεν επρόκειτο να λειτουργήσει και πάλι ως τζαμί, αλλά θα έχει πολιτιστικές χρήσεις. Εάν και όποτε ολοκληρωθεί πλέον.
Αντιγόνη Καρατάσου