Του Βασίλη Γεώργα

Η κυβέρνηση χάνει το στοίχημα της οικονομίας και κινδυνεύει να χάσει και τους στόχους του 3ου μνημονίου. Το μόνο που μπορεί να πετύχει πλέον με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης που φαίνεται να είναι κοντά, είναι να περιορίσει τη ζημιά πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη στις τράπεζες και την πραγματική οικονομία.

Ήδη η ύφεση του τελευταίου εξαμήνου καθιστά ανέφικτους τους στόχους για το 2017 και δημιουργεί πίεση για τη λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων ενώ φουντώνει τον προβληματισμό για τον αντίκτυπο των stress tests της επόμενης χρονιάς στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.

Πληροφορίες του Liberal αναφέρονται παράλληλα σε ένα ποσό τουλάχιστον 600-700 εκατ. ευρώ που θα ζητηθεί να ληφθεί με τη μορφή έκτακτων μέτρων τον Οκτώβριο με το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2018. Μέτρα που η ελληνική κυβέρνηση θα κληθεί να λάβει φέτος -ανεξάρτητα από τα 3,6 δισ. ευρώ της διετίας 2019-2020- για να διασφαλίσει ότι θα επιτευχθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα του επόμενους έτους καθώς δεν θα μπορεί να περιμένει την ενεργοποίηση του «κόφτη» του χρόνου την Άνοιξη.

Στο παρασκήνιο, παρά το γεγονός ότι όλο και περισσότεροι βλέπουν τεχνική συμφωνία τον Απρίλιο και οριστική στα τέλη Μαΐου, αμφισβητείται έντονα η δυνατότητα της Ελλάδας να ολοκληρώσει ομαλά το τρίτο πρόγραμμα το επόμενο καλοκαίρι. Και αυτό έχει αναζωπυρώσει τις συζητήσεις για πολύμηνη παράταση του μνημονίου έναντι πρόσθετων δεσμεύσεων ή ακόμη και για 4ο πρόγραμμα. Κι όλα αυτά πριν  η χώρα υπογράψει το ξεχωριστό μνημόνιο με το ΔΝΤ μέσω του οποίου το Ταμείο θα συμμετάσχει στην χρηματοδότηση της Ελλάδας.

Η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 2,7%το 2017  έχει ήδη εκτροχιαστεί, ο πήχης από τους περισσότερους οικονομολόγους έχει κατέβει μόλις στο 1-1,5% και αυτό αναμένεται να δημιουργήσει μια τρύπα τουλάχιστον 3 δισ. ευρώ στο προσδοκώμενο ΑΕΠ της φετινής χρονιάς καθώς αναθεωρούνται χαμηλότερα τόσο οι στόχοι για τις επενδύσεις όσο και για την άνοδο της κατανάλωσης. Έχουμε ανάψει το φιτίλι και περιμένουμε να φτάσει στο μπαρούτι.

Οι επιπτώσεις από την παράταση της αβεβαιότητας θα αποτυπωθούν σύμφωνα με πληροφορίες και στις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που πρόκειται να δημοσιευτούν στις αρχές Μαΐου. Οι προβλέψεις αυτές, σε συνδυασμό με τα οριστικά στοιχεία της Eurostat για το πλεόνασμα του 2016 που θα ανακοινωθούν στις 21 Απριλίου, αναμένεται ότι θα λειτουργήσουν καταλυτικά για την πορεία του προγράμματος από εδώ και πέρα. Τυχόν υποβάθμιση των επίσημων εκτιμήσεων θα ρίξει νερό στο μύλο του ΔΝΤ που από το 2015 ισχυρίζεται ότι το τρίτο μνημόνιο βασίστηκε σε υπεραισιόδοξες παραδοχές από τους ευρωπαίους και την ελληνική κυβέρνηση.

Το παράθυρο ευκαιρίας που υπήρχε πριν λίγους μήνες για να προετοιμαστεί η Ελλάδα να βγει στις αγορές έχει σήμερα κλείσει. Αν δεν καταστεί εφικτό να ξανανοίξει πειστικά τους επόμενους μήνες, η χρηματοδότηση της χώρας θα συνεχίσει αναγκαστικά να γίνεται από την ευρωζώνη είτε μέσω του ESM είτε μέσω άλλης πηγής. Σε κάθε περίπτωση πολλοί –μεταξύ τους και κυβερνητικά στελέχη- θεωρούν ως δεδομένο πλέον ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί να λάβει από τους δανειστές μια προληπτική πιστωτική γραμμή (ECCL) με αυξημένες απαιτήσεις προκειμένου να επιχειρηθεί έξοδος στις αγορές την επόμενη χρονιά.

Η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ δεν θεωρείται αυτή τη στιγμή δεδομένη, και αν έρθει ακόμη και μετά το καλοκαίρι, δεν μπορεί να εγγυηθεί πως η Ελλάδα θα μπορέσει να δανειστεί χρήματα με λογικό επιτόκιο από τους επενδυτές. Από την αρχή της χρονιάς η απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου κυμαίνεται σταθερά μεταξύ 7 έως 8% όταν στην καλύτερη περίπτωση οι εκτιμήσεις βάζουν τον πήχη στο 5,5% για να αρχίσει το ελληνικό δημόσιο να δανείζεται δοκιμαστικά από τις αγορές και στο 3,5-4% για να έχει ένα «ανεκτό» επιτόκιο.

Οποιαδήποτε παράταση της συζήτησης μεταξύ Βερολίνου και ΔΝΤ για μια συμφωνία επί των μεσοπρόθεσμων παρεμβάσεων που θα εφαρμοστούν μετά το 2018 για το χρέος, θα είχε επίσης αρνητικές συνέπειες στην ομαλή ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος. Έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα η ελάφρυνση του χρέους έχει καταστεί απαραίτητη προϋπόθεση για την έξοδο στις αγορές, χωρίς όμως να είναι βέβαιο ότι θα δοθεί.

Το σενάριο που πολλοί βλέπουν να βρίσκεται σε τροχιά υλοποίησης είναι οι δανειστές να παράσχουν στην Ελλάδα, ένα τέταρτο «πακέτο» με τη μορφή μιας πιστωτικής γραμμής που δεν θα προσφέρει απευθείας χρήματα στην Ελλάδα αλλά θα οδηγεί σε εξοικονόμηση τόκων και χρεολυσίων για την εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους, έναντι προκαθορισμένων μεταρρυθμίσεων.