Του Βασίλη Γεώργα
Η συμφωνία της Μάλτας συρρικνώνει δραματικά τον πολιτικό χρόνο της σημερινής κυβέρνησης και ταυτόχρονα της αφαιρεί τη δυνατότητα να ασκήσει ουσιαστική αντιπολίτευση στο μέλλον.
Ψηφίζοντας μέτρα χειρότερα από εκείνα τα οποία κατήγγειλε όπως η μεγάλη μείωση μισθών και συντάξεων, υφίσταται μια μη αναστρέψιμη ιδεολογική ήττα καθώς εμφανίζεται να πράττει τα εντελώς αντίθετα από όσα ευαγγελίζονταν ότι θα εφήρμοζε με τη δική της πολιτική πρόταση. Η μόνη σανίδα σωτηρίας αυτή τη στιγμή για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι φέρνει σε σαφώς δυσκολότερη θέση τη Νέα Δημοκρατία η οποία γνωρίζει πως κατεβαίνει στον εκλογικό στίβο έχοντας φορτωθεί εκείνη την ευθύνη εφαρμογής των περικοπών που πιθανόν θα ψηφίσει η σημερινή κυβέρνηση.
Παρότι είναι δεδομένο πως δρομολογώντας μέτρα για το 2019, ο Αλέξης Τσίπρας επιτυγχάνει να εγκλωβίσει στην παγίδα αντιδημοφιλών μέτρων την επόμενη κυβέρνηση που θα προκύψει από την πιθανή προκήρυξη πρόωρων εκλογών την επόμενη χρονιά, εντούτοις ακυρώνεται και ο ίδιος ως μελλοντική αντιπολίτευση.
Η μείωση των συντάξεων την πρωτοχρονιά του 2019 και των μισθών (αφορολόγητο) το 2020, θα φέρουν τη δική του κοινοβουλευτική σφραγίδα και ως εκ τούτου θα είναι αδύνατο για τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ να τα αντιπολιτευτεί, ακόμη και αν συμμερίζεται κανείς την άποψη πως οι Έλληνες είναι απόγονοι των Λωτοφάγων. Προφανώς ούτε η Ν.Δ ούτε τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης πρόκειται να αφήσουν να ξεχαστεί ποιος έχει την ευθύνη για τις περικοπές που θα γίνουν και για τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα κατευθύνουν την οικονομία ως το 2023.
Θα είναι επίσης πολύ δύσκολο να επενδύσει αποτελεσματικά στο σενάριο της «δεξιάς παρένθεσης» έχοντας μεταφέρει όλη την πολιτική φθορά στην επόμενη κυβέρνηση και έχοντας κρατήσει για τον εαυτό του μόνο τα πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη μιας πιθανής δέσμευσης των δανειστών για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του χρέους τα οποία όλα δείχνουν πως θα είναι συνδεδεμένα με συγκεκριμένες αιρεσιμότητες στο μέλλον.
Ως εκ τούτου αν τελικά υπάρξει κάποιου είδους οριστική συμφωνία στο τέλος Μαΐου-αρχές Ιουνίου, αυτή δεν θα αποτελέσει μόνο την άτυπη έναρξη της προεκλογικής περιόδου στην Ελλάδα που θα αποσκοπεί στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών το αργότερο μέχρι το τέλος του πρώτου 6μήνου του 2018, αλλά και την ταφόπλακα στην λαϊκιστική – αντιμνημονιακή ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ στην οποία στήριξε την εκλογική του ηγεμονία από το 2015 μέχρι σήμερα.
Το κόμμα που αντιπροσωπεύει την κυβερνώσα αριστερά στην Ελλάδα θα πρέπει πλέον να βρει νέο πολιτικό αφήγημα για να ανακτήσει την αξιοπιστία του και την επιρροή που έχει απολέσει στους ψηφοφόρους. Αυτό αναμένεται σε επόμενη φάση να πυροδοτήσει έντονες διεργασίες στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ όπου ήδη μαίνονται ιδεολογικές μάχες για το στίγμα που πρέπει να έχει το κόμμα από την επόμενη μέρα ψήφισης των μέτρων και ειδικά μετά τις επόμενες εκλογές.
Η οριστική κατάρρευση των μύθων που χτίστηκαν στο δίπολο «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» θα φέρει πιθανόν ευρύτερες ανακατατάξεις στο πολιτικό σκηνικό. Στα μάτια των ψηφοφόρων του ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί και αυτός πλέον σε ένα «καθαρόαιμο» μνημονιακό κόμμα και δεν μπορεί να συνεχίζει να αμφισβητεί ως «αχρείαστα» ή «σκληρά νεοφιλελεύθερα», εκείνα τα οποία έχει ήδη αποδεχθεί και θα ψηφίσει.
Από μια άλλη οπτική αυτό είναι θετικό καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται από μέρος του προβλήματος κομμάτι της λύσης του εφόσον στο μέλλον ενταχθεί οριστικά και ξεκάθαρα στο μπλοκ των «φιλο-ευρωπαϊκών κομμάτων» της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς, ακόμη και αν αυτό σημαίνει πως καλείται να επανασχεδιάσει ριζικά τη φυσιογνωμία του.
Από τώρα και μέχρι τις εκλογές, όποτε αυτές κι αν έρθουν, η κυβέρνηση έχει δύο επιλογές : είτε να ριχθεί με όλο το της το είναι στην εφαρμογή του μνημονίου (ιδιωτικοποιήσεις, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συλλογή εσόδων, προσκλητήριο για επενδύσεις κλπ) ώστε να ευελπιστεί πως θα αντιστρέψει την αρνητική πορεία της οικονομίας, θα επιτύχει κάποιους από τους στόχους και θα διατηρήσει ένα αξιοπρεπές ποσοστό κοινοβουλευτικής υποστήριξης, είτε να αρχίζει να προετοιμάζει από τώρα το έδαφος για να παγιδεύσει με ακόμη χειρότερους όρους σε ένα τέταρτο μνημόνιο την επόμενη κυβέρνηση ναρκοθετώντας την οικονομία και δημιουργώντας συνθήκες σκληρής πόλωσης.
Ευκαιρίες θα του δοθούν και από τις δύο πλευρές του νομίσματος τους επόμενους μήνες.
Το ορόσημο είναι σε κάθε περίπτωση το καλοκαίρι του 2018, όταν εκπνέει η κανονική διάρκεια του τρίτου προγράμματος χρηματοδότησης που υπέγραψε το καλοκαίρι του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα πράγματα, όμως, θα έχουν δείξει πολύ νωρίτερα προς τα πού πηγαίνουν. Από οικονομικής πλευράς οι πρώτες ενδείξεις θα δοθούν το επόμενο δίμηνο, όταν με τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων του ΑΕΠ για το πρώτο τρίμηνο του έτους και των εαρινών προβλέψεων της Κομισιόν για τη συνέχεια, θα καταλάβουμε αν και σε τι βαθμό έχει δυσκολέψει η εξισορρόπηση της οικονομίας φέτος και αν θα προκύψουν αφορμές για επιπρόσθετα μέτρα.
Από πολιτικής πλευράς, τον Απρίλιο-Μάιο επίσης θα φανεί αν και με ποιους όρους οι δανειστές, και ειδικότερα το ΔΝΤ και το Βερολίνο, προτίθενται να ανοίξουν τη συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους που αναμένεται ότι στην καλύτερη περίπτωση θα ολοκληρωθεί μετά τις γερμανικές εκλογές, στις αρχές του 2018 και να συνοδεύεται από συγκεκριμένες αιρεσιμότητες στο μέλλον.
Υπό τις σημερινές συνθήκες ακόμη και αν -με τα πρόσθετα μέτρα των 4 δισ. ευρώ- αντιμετωπίζονται οι δημοσιονομικές τρύπες των επόμενων ετών ή δοθούν προσεκτικές αλλά όχι τελεσίδικες δεσμεύσεις για τη διευθέτηση του χρέους της περιόδου 2022-2024, κανείς δεν πιστεύει πως η Ελλάδα θα προλάβει να είναι έτοιμη ώστε από το καλοκαίρι του 2018 να μπορεί να βγει επιτυχώς και συστηματικά στις αγορές με βιώσιμα επιτόκια.
Είναι ήδη εδραία η εκτίμηση πως ακόμη και αν «όλα πάνε καλά» στο δημοσιονομικό μέτωπο, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο η χώρα θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο και χρηματοδοτική στήριξη, πιθανόν με τη μορφή μιας πιστοληπτικής γραμμής που θα συνοδεύεται από πρόσθετες δεσμεύσεις και θα συνιστά επί της ουσίας ένα 4ο μνημόνιο το οποίο θα σχηματοποιηθεί την ερχόμενη χρονιά.
Το ερώτημα είναι με ποιες οικονομικές προϋποθέσεις και πολιτικούς όρους για τη χώρα θα φτάσουμε στις αποφάσεις και στα ορόσημα του 2018.