Του Βασίλη Γεώργα
Ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται να ελπίζει πως θα προλάβει να αναστήσει εκλογικά το κόμμα του στο δεύτερο μισό της κυβερνητικής θητείας. Πιθανόν να υπήρχαν προϋποθέσεις να το πετύχει κλείνοντας τη δεύτερη αξιολόγηση αν η κυβέρνηση του δεν ξεκινούσε από το μηδέν στην οικονομία, και δεν είχε προλάβει να ναρκοθετήσει με νέα μέτρα την πορεία της χώρας μέχρι το 2020.
Στην πραγματικότητα έχει στήσει πολιτική παγίδα σε όποια κυβέρνηση προκύψει από τυχόν πρόωρες κάλπες μέχρι το τέλος του 2018, και πλέον φέρεται να αναζητά καταλληλότερες συνθήκες για να παραδώσει τη σκυτάλη στον επόμενο ώστε να είναι κάποιος άλλος εκείνος που θα φορτωθεί το τέταρτο μνημόνιο, θα κόψει τις συντάξεις και θα αυξήσει τους φόρους.
Την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή και το υπουργικό συμβούλιο, ήταν η πρώτη φορά που ο Πρωθυπουργός μίλησε τόσο καθαρά για την προοπτική των εκλογών. Παρότι δεν θα μπορούσε να προσδιορίσει χρονικά τις εξελίξεις, επί της ουσίας με φράσεις κλειδιά για την «υπερασπίσιμη συμφωνία», το «πολιτικό μομέντουμ της κυβέρνησης», τη «χρυσή ευκαιρία μετά το κλείσιμο της συμφωνίας», και «την αναπτυξιακή εκτίναξη που μπορεί να οδηγήσει σε πολιτική επιτυχία και νέα εκλογική νίκη», έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για την προεκλογική περίοδο.
Μια λογική ερμηνεία είναι πως ο Αλέξης Τσίπρας θέλησε να ενισχύσει το ηθικό της κυβέρνησής του ενόψει της συμφωνίας που καλείται να κλείσει τον Μάιο. Εφόσον πράγματι η απόφαση του Πρωθυπουργού είναι να τελειώνει με τις διαπραγματεύσεις και να προχωρήσει στην επόμενη φάση, το μήνυμα του είναι πως πλέον υπάρχει μόνο ένας δρόμος για να σταθεί όρθια η κυβέρνησή του μετά την ψήφιση των μέτρων. Και αυτός είναι να φροντίσει να μην εκτροχιαστεί περαιτέρω το πρόγραμμα και να προλάβει να επιτύχει κάποιους από τους στόχους του μνημονίου κατά τον επόμενο χρόνο μέχρι και την Άνοιξη του 2018.
Ανεξάρτητα από κάθε άλλη πολιτική πρωτοβουλία που μπορεί να τρέχει παράλληλα για εσωκομματικούς επικοινωνιακούς λόγους (λ.χ εξεταστικές επιτροπές, διχαστικά διλήμματα κλπ), η τελευταία ευκαιρία για να μπορεί να ελπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ στην ανακοπή της δημοσκοπικής φθοράς του είναι στο μέτωπο της οικονομίας και στο κατά πόσο θα μπορέσει να φέρει εκεί κάποια μετρήσιμα αποτελέσματα.
Με τον τρόπο αυτό –όπως έπραξε και τον περασμένο Δεκέμβριο- θα μπορούσε να βρει στην κρίσιμη ώρα «χρήματα στο ταμείο» για παροχές από τα πρωτογενή πλεονάσματα, ώστε να μπορέσει να πάει από καλύτερη θέση σε εκλογές. Ενδεχομένως ο κατάλληλος χρόνος να είναι πριν αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για το καθεστώς της «μεταμνημονιακής επιτροπείας» και της πιστωτικής γραμμής ενόψει της ολοκλήρωσης του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, και σε κάθε περίπτωση πριν το 2019 που θα ξεκινήσει η εφαρμογή των νέων δημοσιονομικών μέτρων ύψους 3,6 δισ. ευρώ.
Μένει να φανεί στην πράξη αν η κυβέρνηση διαθέτει πράγματι τη βούληση, τις δυνάμεις και το σχέδιο ώστε στο χρόνο που της απομένει, να βελτιώσει τις συνθήκες στην οικονομία, να μπορέσει να κινητοποιήσει μια σειρά από εν υπνώσει επενδύσεις, και να επιχειρήσει να καρπωθεί το αποτέλεσμα για να ανακτήσει ή να μην απολέσει άλλες εκλογικές δυνάμεις.
Γεγονός είναι πως για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα περίπου 12 μηνών μετά την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, θα έχει την ευκαιρία να διαχειριστεί ένα λιγότερο δύσβατο περιβάλλον. Πλην δημοσιονομικού απροόπτου, ο επόμενος χρόνος θα είναι «καθαρός» από νέα μέτρα και η βασικότερη πρόκληση θα είναι η αθροιστική επιβάρυνση των πολιτών και των επιχειρήσεων από τα μέτρα ύψους 13 δισ. ευρώ της τελευταίας διετίας.
Η κυβέρνηση ευελπιστεί ωστόσο πως θα μπορέσει να καλύψει τις επιπτώσεις πίσω από την τουριστική Άνοιξη του φετινού καλοκαιριού, τους πανηγυρισμούς της πιθανής ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης το Φθινόπωρο, και τα πολιτικά οφέλη από μια «αρχική συμφωνία» για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που αναμένεται να συζητηθούν τον Μάιο και θα εφαρμοστούν μετά το 2018.
Οι δανειστές δεν έχουν κανέναν λόγο να χαλάσουν την ατμόσφαιρα. Από τη στιγμή που θα εξασφαλίσουν τη σύμφωνη γνώμη της κυβερνητικής πλειοψηφίας για τα δημοσιονομικά μέτρα του 2019-2020 ως το πρώτο σκέλος της μεταμνημονιακής επιτροπείας, θα μπορούν να αφιερωθούν απερίσπαστοι στις δικές τους εκλογικές αναμετρήσεις ισχυριζόμενοι ότι έχουν βάλει και πάλι το ελληνικό πρόγραμμα σε τροχιά επιτυχίας.