Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Αν έβλεπε κάποιος που δεν ήξερε τι είχε συμβεί την αντίδραση του Ταγίπ Ερντογάν μετά το πέρας του δημοψηφίσματος στην Τουρκία, ίσως και να πίστευε πως ο πρόεδρος της γείτονος χώρας είχε καταγάγει κάποια εντυπωσιακή νίκη έναντι των πολιτικών του αντιπάλων, η οποία ενίσχυε σε μεγάλο βαθμό τη νομιμοποίηση των αλλαγών που πρότεινε στο Σύνταγμα της χώρας.
Η αλήθεια είναι όμως πως το εύρος του ενθουσιασμού του Ερντογάν, ορισμένων συνεργατών του και μερίδας των ψηφοφόρων του δεν είναι αντιπροσωπευτικό του τι συνέβη στην κάλπη. Απλώς, με τον τρόπο που έχει μάθει να πορεύεται ο Τούρκος πρόεδρος, δεν έχει άλλο τρόπο αντίδρασης παρά το να κάνει το μαύρο άσπρο και να επιδιώξει τη φυγή προς τα εμπρός.
Μπορεί σε τμήματα της εκλογικής βάσης του ΑΚΡ και του εθνικιστικού κόμματος του Ντεβλέτ Μπαχτσελί να υπήρξαν σοβαρές ρωγμές, όμως ο Τούρκος πρόεδρος πήρε ουσιαστικά ό,τι ζητούσε. Απλώς, δεν το πήρε με τον τρόπο που ζητούσε και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως η συνέχεια θα είναι ανέφελη.
Αν για ένα πράγμα μπορεί να είναι αισιόδοξος ο Ερντογάν, είναι ότι δεν υπάρχει αυτ΄ή τη στιγμη στη γείτονα χώρα ενωμένη αντιπολίτευση, ώστε να τον αμφισβητήσει. Οι κεμαλιστές δεν πήγαν άσχημα, αλλά δεν έχουν οργανωμένους βρααχίονες αντίδρασης, ενώ και το φιλοκουρδικό και αριστερό HDP δεν συμπορεύεται ευθεία με τους κεμαλιστές.
Από την άλλη, μερίδα του αστικού κόσμου που στήριζε τον Ερντογάν λόγω της ευημερίας των προηγούμενων χρόνων, αλλά και μεγάλο κομμάτι της εκλογικής βάσης των εθνικιστών, πήγαν κόντρα στις κομματικές γραμμές. Είναι, όμως, δύσκολο όλες αυτές οι ψηφίδες αντίδρασης και διαφωνίας με τις αλαζονικές επιθυμίες του Σουλτάνου να ευθυγραμμιστούν και να αποτελέσουν τμήματα ενός κοινού ψηφιδωτού.
Κάπου εδώ όμως τα καλά μαντάτα τελειώνουν, τόσο για την τουρκική κυβέρνηση και το προεδρικό μέγαρο όσο και για τους παρατηρητές από το εξωτερικό. Η πολιτική ένταση εντός της Τουρκίας θα συνεχιστεί με αμείωτο ρυθμό. Αλλωστε, η γεωγραφική τριχοτόμηση της χώρας είναι πλέον ενδεικτική της προβληματικής κατάστασης, με τον Ερντογάν να στηρίζεται πολιτικά στο βαθιά συντηρητικό και ισλαμικό κομμάτι της τουρκικής ενδοχώρας.
Ακόμα, ήδη ο Ερντογάν έσπευσε να επαναφέρει το ζήτημα της θανατικής ποινής, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει θρυαλλίδα οριστικής ρήξης με τους Ευρωπαίους και να δημιουργήσει προβλήματα ακόμα και στη διαχείριση του προσφυγικού.
Μιας και αναφερθήκαμε, βέβαια, στη συνέχιση της εξωτερικής έντασης, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο Ερντογάν, όποτε έχει προβλήματα, εξάγει τις κρίσεις του, ώστε να πετύχει συσπείρωση στο εσωτερικό δια της ανάδειξης εξωτερικών εχθρών. Η συνταγή είναι παλιά και δοκιμασμένη και θεωρείται απίθανο να μην την επιστρατεύσει ο Τούρκος πρόεδρος.
Για την Ελλάδα, η κατάσταση γεννά κινδύνους και η αποκωδικοποίηση τους είναι το μεγάλο στοίχημα του επόμενου διαστήματος για την ελληνική διπλωματία και τα πολιτικά κόμματα. Βέβαια, η μουδιασμένη υποδοχή του αποτελέσματος από την πολιτική ηγεσία δείχνει πως έχει αντιληφθεί τρόπον τινά το μέγεθος του προβλήματος που θα κληθούμε να διαχειριστούμε να αντιμετωπίσουμε ακριβώς δίπλα μας.
Υπό αυτό το πρίσμα, το momentum για τις τεταμένες αυτή την περίοδο ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν είναι καλό, ενώ δεν μπορώ να δω πώς θα επανέλθει η θετική δυναμική στη διαδικασία των συζητήσεων για το Κυπριακό. Βεβαίως, το Κυπριακό θα πρέπει να διαβάζεται μαζί με τη βούληση της Άγκυρας να συμμετάσχει στην αναδιανομή της ενεργειακής πίτας στη νοτιανατολική Μεσόγειο, αν και είναι δύσκολο για τον Ερντογάν σε αυτή τη φάση να εγγυηθεί την οιαδήποτε θετική εξέλιξη, μιας και θα αναγκαστεί να προβεί σε δυσάρεστες για τον ίδιο και το ακροατήριό του παραχωρήσεις.
Ίσως μόνο η συμφωνία για το προσφυγικό θα τηρείται ακόμα, μιας και έχει δομηθεί στη βάση αμοιβαίου συμφέροντος, αν και τίποτε δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο, εφόσον αρκετές παράμετροι μπορεί να αλλάξουν στο εγγύς μέλλον.
Τούτων δοθέντων, η ολοκλήρωση του δημοψηφίσματος σηματοδοτεί το τέλος της Τουρκίας, όπως την ξέραμε. Ο Ερντογάν ολοκλήρωσε, μέσα από το θεσμικό πλαίσιο, τη διαδικασία αναθεώρησης των δεδομένων που είχαν διαμορφωθεί κατά τη δημιουργία ενός κοσμικού, κεμαλικού κράτους. Και με τη βούλα, πια, η Τουρκία συντηρητικοποιείται και ισλαμοποιείται.
Δεν είναι σαφές πώς θα αντιδράσει μεγάλη μερίδα του τουρκικού πληθυσμού σε αυτές τις αλλαγές, αλλά είναι σαφές πως αυτές ακριβώς οι αλλαγές δημιουργούν στη γειτονιά μας έναν παίχτη με διαφορετικό προφίλ σε σχέση με όσα μέχρι πρότινος γνωρίζαμε. Η Τουρκία μετατρέπεται σε ένα μονοπρόσωπο καθεστώς, με ακόμα πιο θολή τη διάκριση των εξουσιών και σοβαρά προβλήματα εντός και γύρω της. Αν μη τι άλλο, ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς.
Υ.Γ. Να με συγχωρείτε, αλλά είχε απόλυτο δίκιο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όταν, από το 2004 σε εκείνο το εμβληματικό κοινό άρθρο του με τον David Philllips με τίτλο «Talking Turkey» στο Foreign Affairs τεκμηρίωνε το γιατί δεν πρέπει η Τουρκία να ενταχθεί ως μέλος στην Ε.Ε, αλλά να διαμορφωθεί μια σχέση προνομιακής συνεργασίας.
Ίσως είναι και η ώρα της αυτοκριτικής για όλες εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που πίστεψαν στην ενσωμάτωση της Τουρκίας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι δια της ένταξης, μιας και αυτή ποτέ δεν ήταν η πραγματική πρόθεση του Ερντογάν, ακόμα και όταν παρίστανε τον φιλο-δυτικό μεταρρυθμιστή.