Εξαρθρώθηκε οργανωμένο κύκλωμα παράνομης προώθησης μεταναστών από την Ελλάδα προς χώρες κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η εξάρθρωση είναι αποτέλεσμα συνεργασίας της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Αττικής, της Europol και της Υπηρεσίας Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος (N.C.A.) της Μεγάλης Βρετανίας
Συνελήφθησαν συνολικά (12) αλλοδαποί, από τους οποίους (7) μέλη του κυκλώματος
Στο κύκλωμα εμπλέκονται επιπλέον (7) έγκλειστοι σε καταστήματα κράτησης της χώρας
Τα μέλη του κυκλώματος λάμβαναν έως και 16.000 ευρώ ανά παράνομη προώθηση
Εξαρθρώθηκε οργανωμένο κύκλωμα που δραστηριοποιούνταν στη παράνομη προώθηση μεταναστών από την Ελλάδα προς χώρες κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η εξάρθρωση είναι αποτέλεσμα πολύμηνης και μεθοδικής έρευνας του Τμήματος Διαχείρισης Μετανάστευσης της Διεύθυνσης Αλλοδαπών Αττικής, σε συνεργασία με την Europol και την Υπηρεσία Δίωξης Οργανωμένου Εγκλήματος (N.C.A.) της Μεγάλης Βρετανίας.
Μετά από ευρείας κλίμακας αστυνομική επιχείρηση, που πραγματοποιήθηκε το διήμερο 30-31 Μαΐου 2017 στο κέντρο της Αθήνας, συνελήφθησαν συνολικά (12) αλλοδαποί, από τους οποίους (7) μέλη του κυκλώματος, (4) αλλοδαποί, που επρόκειτο να διακινηθούν και διέμεναν σε οικίες που χρησιμοποιούσαν τα μέλη του κυκλώματος, καθώς και υπήκοος Αφγανιστάν, για κατοχή πλαστού δελτίου ταυτότητας.
Το κύκλωμα αποτελούνταν από δύο υποομάδες, με συγκεκριμένη δομή και ιεραρχία μεταξύ των μελών, ενώ η δράση του ξεπερνά τα δύο χρόνια. Από την παράνομη δράση τους αποκόμιζαν σημαντικά οικονομικά οφέλη, τα οποία μετέφεραν μέσω εξωτραπεζικού συστήματος (μέθοδος «Hawala»), χρησιμοποιώντας ως «βιτρίνα», κατάστημα σε περιοχή της Αθήνας.
Αναφορικά με τον τρόπο δράσης (modus operandi) των δύο υποομάδων:
Α’ υποομάδα
Η πρώτη υποομάδα ήταν επιφορτισμένη με την προώθηση μεταναστών κυρίως από την Αττική, είτε οδικώς, μέσω της «Βαλκανικής οδού», είτε αεροπορικώς.
Τα μέλη της ομάδας αφού εντόπιζαν τους υποψήφιους για προώθηση μετανάστες έρχονταν σε συμφωνία μαζί τους για το αντίτιμο της διακίνησης, το οποίο κυμαινόταν ανάλογα με τη χώρα προορισμού και τον τρόπο διακίνησης.
Συγκεκριμένα, για τη διακίνηση μέσω της «Βαλκανικής οδού», τα μέλη της ομάδας μετέφεραν τους μετανάστες στην περιοχή των Ευζώνων και ακολούθως διευκόλυναν την έξοδο τους προς την Π.Γ.Δ.Μ.. Από εκεί άλλα μέλη του κυκλώματος παραλάμβαναν τους μετανάστες και διοργάνωναν την περαιτέρω προώθησή τους στη χώρα τελικού προορισμού.
Από την προανάκριση και το αποδεικτικό υλικό που συγκεντρώθηκε προέκυψε ότι, το κύκλωμα εισέπραττε για κάθε παράνομη προώθηση από 1.000 έως και 2.000 ευρώ, με προορισμούς κυρίως την Αυστρία και τη Γερμανία και σε κάποιες περιπτώσεις την Ολλανδία.
Επίσης, η συγκεκριμένη υποομάδα δραστηριοποιούταν στην παράνομη προώθηση μεταναστών αεροπορικώς, κυρίως μέσω του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος», αλλά και μέσω των κρατικών αερολιμένων του Ηρακλείου και της Μυτιλήνης.
Τα μέλη της ομάδας εφοδίαζαν τους «υπό προώθηση» μετανάστες με πλαστά έγγραφα ή με γνήσια τρίτων προσώπων και αναλάμβαναν την μεταφορά τους στο αεροδρόμιο, όπου τους καθοδηγούσαν μέχρι να επιβιβαστούν.
Σε ορισμένες περιπτώσεις η προώθηση γινόταν αρχικά, μέσω πτήσης εσωτερικού προς την Αθήνα για την οποία «χρέωναν» από 1.000 έως 1.500 ευρώ, ενώ στη συνέχεια διοργάνωναν την περαιτέρω διακίνηση των μεταναστών, κυρίως προς χώρες της Ευρώπης.
Όπως προέκυψε, το κύκλωμα αναλάμβανε προωθήσεις κυρίως προς την Ελβετία και τη Γερμανία αλλά και τη Γαλλία, τη Σουηδία, την Ισπανία, την Μ. Βρετανία και τον Καναδά.
Οι τιμές διαμορφώνονταν ανάλογα με τη χώρα προορισμού. Ενδεικτικά για Ευρωπαϊκές χώρες η τιμή κυμαίνονταν από 4.000 έως 6.000 ευρώ, με εξαίρεση τη Μεγάλη Βρετανία όπου η τιμή ανήρχετο από 8.000 έως 10.000, ενώ για τον Καναδά άγγιζε έως και 16.000 ευρώ ανά άτομο.
Β’ υποομάδα
Η δεύτερη υποομάδα είχε αναλάβει την προώθηση μεταναστών από περιοχές της Βόρειας Ελλάδας σε Ευρωπαϊκές χώρες οδικώς, μέσω της «Βαλκανικής οδού».
Τα μέλη του κυκλώματος μετέφεραν τους μετανάστες με οχήματα, από περιοχές της Θεσσαλονίκης στα σύνορα με Π.Γ.Δ.Μ., μέσω του νομού Κιλκίς. Από εκεί τους καθοδηγούσαν πεζούς από μονοπάτια διέλευσης στη γειτονική χώρα και ακολούθως με τη χρήση οχημάτων, τους μετέφεραν στους τελικούς προορισμούς, με κυριότερο την Αυστρία.
Για τον συγκεκριμένο τρόπο διακίνησης, η «χρέωση» κυμαινόταν από 800 έως και 1.300 ευρώ ανά μετανάστη, ενώ προβλεπόταν και επιπλέον αμοιβή για το μέλος του κυκλώματος που εκτελούσε χρέη οδηγού.
Για την αποφυγή των ελέγχων από τις διωκτικές Αρχές το κύκλωμα χρησιμοποιούσε κατά τη διακίνηση όχημα «προπομπό», το οποίο ήταν επιφορτισμένο να ειδοποιεί για σημεία αστυνομικών ελέγχων. Άλλοι μέθοδοι ήταν επίσης, το δοκιμαστικό δρομολόγιο, πριν την πραγματοποίηση της παράνομης προώθησης και η εναλλαγή δρομολογίων.
Όπως προέκυψε από την έρευνα και την ανάλυση των προανακριτικών στοιχείων, καταδεικνύεται η εμπλοκή του κυκλώματος, σε συνολικά (26) υποθέσεις παράνομης προώθησης μεταναστών, από τις οποίες, έντεκα (11) μέσω της αεροπορικής μεθόδου, δεκατέσσερις (14) μέσω της «Βαλκανικής Οδού» και μία (1) με πλωτό μέσο.
Σημειώνεται ότι κατά το παρελθόν έχουν σχηματισθεί δικογραφίες για πέντε από τις ανωτέρω υποθέσεις, ενώ πολλά από τα μέλη έχουν συλληφθεί για συναφή αδικήματα, όπως για παράνομη προώθηση μεταναστών, κατοχή και χρήση πλαστών εγγράφων, κλοπές, ληστείες και ένας από αυτούς για αποπλάνηση ανηλίκου.
Τονίζεται μάλιστα ότι, επιπλέον (7) μέλη του κυκλώματος βρίσκονται ήδη έγκλειστοι σε καταστήματα κράτησης της χώρας.
Στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης πραγματοποιήθηκαν έρευνες σε κατοικίες και σε καταστήματα στο κέντρο της Αθήνας όπου βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
- (17) διαβατήρια
- (8) δελτία ταυτότητας
- (2) ταξιδιωτικά έγγραφα Αφγανιστάν
- (2) δελτία αιτήσαντος ασύλου αλλοδαπού
- (3) κάρτες επιβίβασης
- (3.400) Ευρώ
- βεβαίωση κατάθεσης αίτησης για άδεια διαμονής
- (24) κινητά τηλέφωνα
- visa Γερμανίας
- (3) φορητοί Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές
- tablet
- πλαστικοποιητής
- πολυμηχάνημα
- συσκευή ανίχνευσης (UV) και ένα αυτοκίνητο.
Τα κατασχεθέντα ταξιδιωτικά έγγραφα ήταν είτε τρίτων προσώπων είτε αμφιβόλου γνησιότητας, ενώ τέσσερις από τις ταυτότητες είχαν δηλωθεί ως κλοπή ή απώλεια.
Οι συλληφθέντες με τη δικογραφία που σχηματίστηκε οδηγήθηκαν στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.