Του Θανάση Μουσόπουλου

 

Ήρθε στο μυαλό μου κάτι που ο Ψαραντώνης τραγουδά:

Παλιό κρασί είν’ η σκέψη μου
πάντα μ’ αυτή γλεντίζω
μα `ναι φορές που με μεθεί
και δεν την νταγιαντίζω.

Σκέφτηκα πως κι ο Νίκος Καζαντζάκης με παλιό κρασί μοιάζει.

Φέτος εξήντα χρόνια από το θάνατό του, η αναγνώριση του έργου του μεγαλώνει, οι νέοι τον ανακαλύπτουν, τα βιβλία του ξανατυπώνονται, ο Βίος και η Πολιτεία του Καζαντζάκη έγινε κινηματογραφική ταινία από τον Γιάννη Σμαραγδή, μουσική και τραγούδια αναδεικνύουν το λόγο του, θεατρικές παραστάσεις προσεγγίζουν το έργο του πολύπλευρα. Αν, μάλιστα, αναζητήσεις στο διαδίκτυο, θα ανακαλύψεις πράγματα και θάματα. Κι αυτοί που είχαν αντιρρήσεις για το πρόσωπό του, κάμφθηκαν και συμβιβάστηκαν με την παρουσία του στα νεοελληνικά πράγματα.

Γι’ αυτό δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία η ανακήρυξη του 2017 σε ΕΤΟΣ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ από την ελληνική πολιτεία. Από μας – τους πολίτες – εξαρτάται αν σαρκωθεί το έτος αυτό και να γίνει σάλπισμα πολιτισμού.

 

*

 

Ο Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957)  γεννήθηκε στο Ηράκλειο της τουρκοκρατούμενης Κρήτης. Σπούδασε Νομική στην Αθήνα (1902-1906), και μεταπτυχιακά στο Παρίσι (1907-1909), όπου επηρεάστηκε βαθύτατα από τις φιλοσοφικές αρχές του Μπερξόν και του Νίτσε. Την εποχή αυτή αρχίζει η συστηματική του ενασχόληση με τα γράμματα. Πραγματοποίησε πλήθος ταξιδιών στο εξωτερικό, αρκετές φορές ως ανταποκριτής εφημερίδων. Υπηρέτησε ως γενικός διευθυντής στο Υπουργείο Περιθάλψεως (1919), διορίστηκε Υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου (1945) και εργάστηκε ως σύμβουλος λογοτεχνίας στην UNESCO (1946). Διετέλεσε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων. Το 1956 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης και προτάθηκε ως υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας πέντε φορές.

  Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του πρωτίστως ποιητή, έχοντας γράψει την Οδύσεια, ένα μεγαλόπνοο έργο με 24 ραψωδίες και 33.333 στίχους. Διακρίθηκε στη δραματουργία (Προμηθέας, Καποδίστριας, Κούρος, Νικηφόρος Φωκάς, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Χριστόφορος Κολόμβος, κ.ά.), στη συγγραφή ταξιδιωτικών εντυπώσεων (Ισπανία, Ιταλία, Αίγυπτο, Σινά, Ιαπωνία και Κίνα, Αγγλία, Ρωσία, Ιερουσαλήμ και Κύπρο), στα φιλοσοφικά δοκίμια (Ασκητική, Συμπόσιο, κ.ά.). Ωστόσο, ευρύτερα γνωστός έγινε από τα μυθιστορήματά του: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (1946), Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1948), Ο καπετάν Μιχάλης (1950), Ο τελευταίος πειρασμός (1951), Αναφορά στο Γκρέκο (1961), κ.ά. Το έργο του έχει μεταφραστεί και εκδοθεί σε περισσότερες από 50 χώρες και έχει διασκευαστεί για το θέατρο, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.

 

*

Από την πρώτη ενασχόλησή μου με το έργο του Νίκου Καζαντζάκη σε συσχέτιση με το έργο του Νίτσε πριν από σαράντα πέντε χρόνια στο πρώτο μου βιβλίο «Επίδραση των ιδεών του Νίτσε στην ελληνική διανόηση και η υπέρβασή τους από τον Καζαντζάκη, έκδ. «Θρακικά Χρονικά», χωρίς να απορρίπτω τη φιλολογική προσέγγιση έδωσα προτεραιότητα σε μία καθαρά φιλοσοφική σκοπιά. Τα έργα του Καζαντζάκη αποτελούν σταθμό και κατάκτηση των γραμμάτων μας.

Το 1977 ο Ευάγγελος Παπανούτσος σε κείμενό του δημοσιευμένο στον αφιερωματικό πολυσέλιδο τόμο του περιοδικού «Νέα Εστία» με τίτλο «Συγγραφέας άλλης κλίμακας» σημειώνει ότι «αυτός ο Κρητικός με την αετήσια ματιά ανήκει στην (ολιγάριθμη) κατηγορία των Λογοτεχνών που αντίκρισαν τον κόσμο και τη ζωή με μια βαθιά φιλοσοφική διάθεση».

Με την πάροδο των δεκαετιών ξεχνιόνται οι λεπτομέρειες, οι μικρότητες, οι ιδιοτέλειες, οι πολιτικές αντιπάθειες και μένει το έργο στην ουσία του. Απόσταγμα αυθεντικό και γνήσιο ενός πνεύματος κρητικού και ελληνικού μεν, πλην οικουμενικού και διαχρονικού.  Σαν το παλιό κρασί…

2017 – ΕΤΟΣ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

– 60 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ

Θανάσης Μουσόπουλος

Ξάνθη, τέλη Αυγούστου 2017

Περιοχή συνημμένων