Του Αντώνη Κοσμίδη*
Ήμουν για ευνόητους λόγους στο δίλημμα, να γράψω ή να μην γράψω κάποια στοιχεία για την χθεσινή παρέμβασή μου στο Επιμελητήριο Ξάνθης. Κατέληξα ότι αξίζει τον κόπο, όχι μόνο διότι οι συνάδελφοι μας, μέλη των Επιμελητηρίων θα κληθούν τον Δεκέμβρη 2017 να ψηφίσουν και πάλι τους εκπροσώπους τους, αλλά επειδή υπάρχει η αίσθηση ότι πολλές συνεδριάσεις των Επιμελητηρίων αναλώνονται σε εσω-επιμελητηριακά θέματα που συχνά είναι δευτερεύουσας σημασίας για την υπόσταση και το μέλλον των ΕΒΕ. Πράγματι, εάν εξαιρέσει κανείς τα ζητήματα που αφορούν στους ίδιους τους εργαζόμενους του Επιμελητηρίου (μετατάξεις, προαγωγές, αιτήματα), η χθεσινοβραδινή συνεδρίαση χαρακτηρίζονταν από έλλειψη προτάσεων και δεν είχε κάποια γενικότερη σπουδαιότητα.
Ζήτησα λοιπόν τον λόγο να επαναφέρω το θέμα της προβληματικής εξωδικαστικής ρύθμισης των χρεών των συναδέλφων μας προς τις Τράπεζες, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων της μεταποίησης. Πρέπει να ομολογήσω ότι σε αντίθεση με άλλα Επιμελητήρια που αποφεύγουν τέτοιες αναφορές, για να μην θεωρηθούν -λέει- ότι κάνουν συνδικαλισμό(!), εμένα μου παρασχέθηκε κάθε δυνατότητα να μιλήσω εκτός ημερήσιας διάταξης και για όση ώρα χρειαζόμουν…
Ανακεφαλαιώνοντας ορισμένα σημεία από παλαιότερη εισήγησή μου αναφορικά με την εξωδικαστική ρύθμιση χρεών, τόνισα ότι το νομοσχέδιο του Υπ. Οικονομίας και Ανάπτυξης, όσον αφορά στα επιχειρηματικά δάνεια, δεν αποσκοπεί παρά στην ενίσχυση των ισχυρών, δηλαδή των ίδιων των Τραπεζών και των ήδη κερδοφόρων επιχειρήσεων (η εμφάνιση κερδοφορίας σε μια από τις τελευταίες οικονομικές χρήσεις αποτελεί προϋπόθεση ένταξης στον νόμο), ενώ οι επιχειρήσεις που θα παλεύουν για την ένταξη θα συσσωρεύσουν παράλληλα, εκτός από τα παλιά και πολλά νέα χρέη. Το μονοπώλιο των 4 συστημικών τραπεζών, που απαίτησαν να αποφασίζουν, δήθεν «εξωδικαστικά», για τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουν τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που με τον ένα ή άλλο τρόπο, ακόμη και πριν από την άφιξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στην χώρα μας, έπεσαν στις δαγκάνες τους, δεν επιτρέπει καμία αισιόδοξη εξέλιξη για το μέλλον της ελληνικής δευτερογενούς παραγωγής. Τουλάχιστον όσον αφορά την επανεκκίνηση και την ανόρθωσή της από τις γηγενείς μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Η εξωδικαστική ρύθμιση που έχει δρομολογηθεί, αποτελεί για τις περισσότερες ελληνικές βιοτεχνικές και βιομηχανικές μονάδες «ταφόπλακα» της οριστικής εκκαθάρισης, σύμφωνα με τον πρώην Γ. Γραμματέα του Υπ. Ανάπτυξης Γιάννη Τόλιο και ωθεί στην «επιτάχυνση της αναγκαίας καταστροφής κεφαλαίου» που προετοιμάζει καλύτερες προϋποθέσεις για την κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη (σύμφωνα και με τον ειδικό αγορητή του ΚΚΕ στη συζήτηση επί του νομοσχεδίου στην Βουλή). Κατά απαίτηση του SSM (Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός) της Ευρωζώνης, η κυβέρνηση της δήθεν Αριστεράς, έχει συμφωνήσει στην μείωση των κόκκινων δανείων κατά 40% εντός των επόμενων δύο ετών: Εάν τα στοιχεία είναι ακριβή, από τα 110 δις των συνολικών μη εξυπηρετούμενων σήμερα δανείων, από τα οποία τα 67 δις είναι επιχειρηματικά, τα 15 δις υπολογίζεται να ρυθμιστούν, τα 6-7 θα πωληθούν έναντι 10% της αξίας τους στα περιβόητα ξένα funds, τα 5-6 δις θα εκπλειστηριαστούν, ενώ 15 δις που δόθηκαν σε ημέτερους των κυβερνήσεων και των κομμάτων της Κεντροδεξιάς υπολογίζεται ότι θα διαγραφούν, αφού δεν καλύπτονται από εμπράγματες εξασφαλίσεις! Ας σημειωθεί ότι από τα επιχειρηματικά δάνεια, το 45% έχει δοθεί σε μεγάλους, διαπλεκόμενους με την τραπεζική και πολιτική ελίτ, ντόπιους και ξένους επιχειρηματίες.
Είναι ολοφάνερο ότι και πάλι το μάρμαρο θα το πληρώσουν οι έντιμοι δανειολήπτες που έχουν καταβάλει στο παρελθόν, ακόμη και κατά την περίοδο της κρίσης, αρκετές τοκοχρεωλυτικές δόσεις, ενώ έχουν προσκομίσει και εγγυήσεις που συνήθως υπερκαλύπτουν τα δάνεια. Όταν η ευθύνη των τραπεζών που εξέδιδαν, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, το ένα μετά το άλλο τα μπλοκ επιταγών σε αναξιόπιστους επιχειρηματίες είναι αναμφισβήτητη. Χωρίς καμία εγγύηση και εξασφάλιση. Πράγμα που οδήγησε σε ντόμινο χρεοκοπιών και πτωχεύσεων εκατοντάδων χιλιάδων ΕΒΕ σε όλους τους τομείς της οικονομίας απ’ άκρου σε άκρο σε όλη την χώρα.
Στο έλεος της κυβέρνησης και των τραπεζών, λοιπόν, οι υπερχρεωμένες για τους γνωστούς λόγους επιχειρήσεις του δευτερογενούς τομέα που οδηγείται σε αριθμητικό αποδεκατισμό, ξεπούλημα και περαιτέρω συρρίκνωση, μέχρι που και πάλι θα πάρει τα πάνω του, όταν ολοκληρωθεί η επιδιωκόμενη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου με τις «γραφειοκρατικές, αδιαφανείς, πελατειακές και αυθαίρετες» διαδικασίες που αποφάσισε η κυβέρνηση Τσίπρα (Iskra – 3/8/17). Χωρίς να θέσει στον μηχανισμό του εξωδικαστικού συμβιβασμού κανένα κριτήριο που να αφορά προτεραιότητες παραγωγής και απασχόλησης. Πώς να το κάνει άλλωστε, αφού επέλεξε ολοφάνερα τον δρόμο του άκρατου νεοφιλελευθερισμού και την πλήρη παράδοση της οικονομίας και των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας στην διεθνή χρηματοπιστωτική (διάβαζε τοκογλυφική) ελίτ;
Καμία μέριμνα για την δημιουργία μηχανισμών που θα μπορούσαν να ελέγξουν την διάθεση των πιστώσεων, την τοποθέτησή τους σε αναπτυξιακές δραστηριότητες ή την διασπάθισή τους για πλουτισμό και μεταφορά σε εταιρίες of shore και φορολογικούς παράδεισους.
Κανένα ενδιαφέρον από τους δήθεν «μαρξιστές» ιθύνοντες τις κυβέρνησης για τον έλεγχο της δυνατότητας συνέχισης της λειτουργίας μιας επιχείρησης και τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας, ώστε να μειωθεί σε κάποιο βαθμό η ανεργία και να σταματήσει η μετανάστευση νέων κυρίως ανθρώπων.
Η σολωνική «σεισάχθεια» που έπιανε στα χείλη του ο σημερινός πρωθυπουργός με κίβδηλες υποσχέσεις, όσο ήταν ο αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ αξιωματική αντιπολίτευση, έχει παραμείνει κενό γράμμα.
Κι ενώ οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί από το υστέρημα του ελληνικού λαού, κανείς δεν μιλά πλέον για ουσιαστικό κούρεμα των χρεών εκείνων των επιχειρήσεων των έντιμων μικρομεσαίων που θα μπορούσαν να αναχρηματοδοτηθούν στη βάση επιχειρηματικών πλάνων και να ανασυγκροτήσουν την παραγωγική δραστηριότητα, να επανεκκινήσουν την ελληνική οικονομία.
Αλλά, όπως αναφέραμε και στο προηγούμενο ΔΣ, η εφαρμογή των παραπάνω αναπτυξιακών πατριωτικών μέτρων προϋποθέτει την εφαρμογή μιας γενικότερης πολιτικής φιλολαϊκής εξόδου από την κρίση με κοινωνικό έλεγχο των τραπεζών, αποδέσμευση από την Ευρωζώνη, φορολογική ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων, βαθειά διαγραφή του δημόσιου χρέους και διαφόρων άλλων πολιτικών ενεργειών. Η συνέχιση της παρούσας πολιτικής υπερχρέωσης της χώρας και του λαού μας, αποσκοπεί στην πλήρη απώλεια της οικονομικής αυτοδυναμίας της και της εθνικής κυριαρχίας. Τούτο επιδιώκεται με το ξεπούλημα, έναντι πινακίου φακής, των διαθέσιμων δημόσιων πλουτοπαραγωγικών πηγών σε όλους σχεδόν τους τομείς και την κατάσχεση των περιουσιών που δημιουργήθηκαν με πολλούς κόπους και θυσίες από τους εργαζόμενους της χώρας μας κατά τα προηγούμενα χρόνια.
Και κατέληγα: Εάν συνεχίσουμε να μην αντιστεκόμαστε και να παρακολουθούμε μοιρολατρικά τα τεκταινόμενα, πολλοί από εμάς δεν θα βρίσκονται στη ζωή το επόμενο διάστημα, όχι τόσο εξαιτίας της ανέχειας, αλλά κυρίως υπό το ψυχολογικό βάρος της περιρρέουσας καταστροφικής ατμόσφαιρας και της ελλιπούς ιατρικής φροντίδας και φαρμακευτικής αγωγής. Δεν αρκεί να αναγνωρίζουμε την ορθότητα των παραπάνω διαπιστώσεων και των προτάσεων που είναι μεγάλη ανάγκη να υλοποιηθούν, ώστε να φύγουμε από τη ζωή όσο γίνεται πιο αξιοπρεπώς, με την ικανοποίηση ότι αντισταθήκαμε στην πλήρη υποταγή και υποδούλωση της χώρας μας. Ότι αποτρέψαμε τον εξανδραποδισμό μας και διασφαλίσαμε ένα υποφερτό μέλλον για τα παιδιά μας στην ίδια τους την πατρίδα. Πρέπει, ως ΕΒΕ να αντισταθούμε συγκροτημένα και οργανωμένα, ταυτόχρονα και από κοινού με τους πολυπληθέστερους εργατοϋπαλλήλους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Αυτό επιβάλλει η ιστορική παρακαταθήκη που μας άφησαν χιλιάδες μάρτυρες και αγωνιστές της καθημαγμένης, σήμερα, χώρας μας καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαίας και νεότερης ελληνικής ιστορίας.
*Ο Αντώνης Κοσμίδης είναι επαγγελματοβιοτέχνης, μέλος του ΔΣ του Επιμελητηρίου Ξάνθης και της Ομοσπονδίας ΕΒΕ Ξάνθης και Αντιπρόσωπος στη ΓΣΕΒΕΕ.