Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σήμερα ξεκινούν οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί και αν δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο, τότε μέχρι το τέλος του 2018 θα βγουν στο σφυρί περίπου 20.000 ακίνητα. Και αυτή θα είναι μόνο η αρχή, αφού το 2019 προβλέπεται το νούμερο να αυξηθεί σημαντικά, έως και 50%. Μικρά, μεγάλα, κατοικίες και επιχειρηματικά, τα ακίνητα θα αποτελέσουν την αγορά με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον – από κάθε άποψη – στα επόμενα χρόνια.
Μία φορά την εβδομάδα, αρχικά καθώς στο μέλλον θα διενεργούνται τρεις φορές βάσει νόμου, ακίνητα θα αλλάζουν χέρια μέσω της πλατφόρμας των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών. Στην πρώτη φάση της διαδικασίας οι πλειστηριασμοί θα αφορούν ακίνητα μεγάλης αξίας, ενώ οι τράπεζες δηλώνουν έτοιμες να «επιταχύνουν» τη διαδικασία συμμετέχοντας, σε μια προσπάθεια να δώσουν τον τόνο για να πυροδοτηθεί η ζήτηση.
Μετά το τέλος της αποχής των συμβολαιογράφων και πολύμηνες καθυστερήσεις όλα είναι έτοιμα για αυτό που η σημερινή κυβέρνηση είχε υποσχεθεί ότι δεν θα γινόταν ποτέ. Η πολιτική διάσταση της υπόθεσης έχει τη σημασία της. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δανειστές πλέον πιστεύουν ότι η τρίτη αξιολόγηση θα κλείσει χωρίς καθυστερήσεις, αφού είδαν την… αριστερή κυβέρνηση να «περνάει» ακόμα και το «ξεπάγωμα» των πλειστηριασμών, στην προστασία από τους οποίους είχε στηρίξει ένα ολόκληρο αφήγημα στο παρελθόν.
Οι υποψήφιοι αγοραστές έχουν λάβει θέσεις και σήμερα θα έχουμε μία πρώτη εικόνα μίας διαδικασίας στην οποία ποντάρουν πολλά οι τράπεζες για να εντοπίσουν και να «στριμώξουν» όσους συνειδητά δεν πληρώνουν τα δάνειά τους. Υπάρχει, βέβαια, και η άλλη πλευρά. Αυτή των ανθρώπων που θα χάσουν τα σπίτια τους και κάνουν λόγο για «μαύρη Τετάρτη». Διότι μπορεί σε πρώτη φάση να δούμε ακίνητα μεγάλης αξίας, όμως όσο εξελίσσεται η διαδικασία και «ανοίγει» η αγορά, τόσο θα μεγαλώνει το φάσμα των ακινήτων που θα συμμετάσχουν. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι πλειστηριασμοί θα αγγίξουν και αυτούς που χτυπήθηκαν από την κρίση, αν και οι τράπεζες εμφανίζονται διατεθειμένες να δώσουν μία ευκαιρία διευθέτησης σε όσους μέχρι σήμερα δεν ήταν συνεργάσιμοι λόγω του παγώματος των πλειστηριασμών.
Η λειτουργικότητα της εφαρμογής είναι αυτή που θα κρίνει την επιτυχία του εγχειρήματος. Μέσα στο επόμενο εξάμηνο, εκτιμάται ότι το σύστημα θα μπορεί να «σηκώνει» περίπου 7 στους 10 πλειστηριασμούς, με αποτέλεσμα μόνο 3 να διενεργούνται με φυσική παρουσία. Τα νούμερα είναι αμείλικτα: με δεδομένο ότι οι τράπεζες καλούνται να μειώσουν τα «κόκκινα» δάνεια κατά σχεδόν 38 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη διετία, τα 7-8 δισ. ευρώ που θα μπορούσαν να εισπράξουν μέσω πλειστηριασμών αντιστοιχεί σχεδόν στο 20% του συνολικού στόχου. Και αν καταστεί εφικτό να γίνουν 18.000 – 20.000 πλειστηριασμοί έως το τέλος του 2018, τότε το 2019 δεν αποκλείεται να φτάσουν τις 30.000 και το 2020 ακόμη υψηλότερα. Σημειώνεται ότι προ κρίσης, το 2009 διενεργήθηκαν περίπου 59.000 πλειστηριασμοί!
Όμως δεν είναι μόνο αυτή η σημασία τους. Οι τράπεζες περιμένουν ότι με την έναρξη των πλειστηριασμών θα σταλεί ένα πολύ ηχηρό μήνυμα στους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Εκτιμούν δε, ότι θα αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των δανειοληπτών που είτε θα αποφασίσουν να πληρώνουν ξανά το δάνειό τους, είτε εμφανιστούν διατεθειμένοι να συνεργαστούν με τις τράπεζες για να βρεθεί μία λύση. Τα δάνεια των «μπαταχτσήδων» τοποθετούνται κοντά στα 20 δισ. ευρώ και οι τράπεζες θεωρούν ότι μπορούν να ανακτήσουν σχεδόν άμεσα 2-3 δισ. ευρώ λόγω της αλλαγής κλίματος, κάτι που θα ενισχυθεί περαιτέρω και πολλαπλάσια με την ανάκαμψη της οικονομίας.
Επιπλέον, οι τράπεζες πιστεύουν ότι ο έμμεσος αντίκτυπος από την έναρξη των πλειστηριασμών αποτελεί μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους όλης της προσπάθειας διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Διότι η ατιμωρησία και το προστατευτικό πλαίσιο των τελευταίων ετών, σε συνδυασμό με την «κρυψώνα» του νόμου Κατσέλη, έχουν δημιουργήσει μία κουλτούρα… συνειδητής αθέτησης πληρωμών.