Ως το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου ήταν η χθεσινή έκθεση του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία. Κόντρα την αισιοδοξία της κυβέρνησης για ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, το Ταμείο κόβει τις προβλέψεις και εκτιμά σαφώς κατώτερους ρυθμούς, τόσο για το 2018, όσο και για το 2019, πράγμα που σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι η άσκηση δεν βγαίνει και ως εκ τούτου, αναμένεται να ζητήσει εμπροσθοβαρές πρόγραμμα με έμφαση στις μεταρρυθμίσεις, αλλά και στην λήψη δημοσιονομικών μέτρων ώστε να μην εκτροχιαστούν τα έσοδα και οι στόχοι που έχουν τεθεί για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
Ένα ακόμη στοιχείο που δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα για την επόμενη ημέρα της χώρας είναι και το γεγονός ότι το Ταμείο εκτιμά μεν ότι το διεθνές περιβάλλον βραχυπρόθεσμα θα είναι θετικό, εντούτοις εκφράζει σοβαρές αμφιβολίες εάν και κατά πόσο αυτό θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια. Έτσι κρίνει το ΔΝΤ ότι θα πρέπει να δοθεί μεγάλο βάρος στην κατάρτισης ενός ρεαλιστικού αναπτυξιακού σχεδίου εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης.
Στην έκθεση για τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές (World Economic Outlook) που έδωσε χθες στη δημοσιότητα στο πλαίσιο της Εαρινής του Συνόδου στην Ουάσιγκτον το ΔΝΤ αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις του για την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδος τόσο για το 2018 και για το 2019, ενώ έδειξε πως δεν ενστερνίζεται τις απόψεις της ελληνικής κυβέρνησης και των Ευρωπαίων για την πορεία της οικονομίας τους επόμενους 24 μήνες.
Αυτό συνέβη την ίδια στιγμή που το Ταμείο βελτίωσε κατά 0,5% την πρόβλεψη του για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης το 2018, στο 2,4%, έναντι 1,9% που ανέμενε πέρυσι τον Οκτώβριο. Η εξέλιξη αυτή έχει ειδικό βάρος καθώς δείχνει πως υπό την πίεση των δημοσιονομικών μέτρων που έχει επιβάλει η κυβέρνηση, η Ελλάδα αποκλίνει διαρκώς από το μέσο όρος της υπόλοιπης ζώνης του ευρώ.
Ειδικότερα, το ΔΝΤ εκτιμά πως η Ελλάδα αναπτύχθηκε κατά 1,4% πέρυσι (όταν τον Οκτώβριο τοποθετούσε την ανάπτυξη στο 1,8%), προβλέπει ανάπτυξη 2% εφέτος (όταν προ εξαμήνου εκτιμούσε 2,6%) και θεωρεί πως το 2019 η οικονομία θα φρενάρει περαιτέρω και θα αναπτυχθεί κατά μόλις 1,8%.
Σε κάθε περίπτωση οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ έρχονται να αμφισβητήσουν το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019 – 2022 που καταρτίζει η κυβέρνηση και το οποίο θα το παρουσιαστεί το Μάιο. Αυτό βασίζεται στην εκτίμηση πως εφέτος η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2,3%, το 2019 κατά 2,5%, το 2020 κατά 2,3%, το 2021 κατά 2,1% και πως το 2022 το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 1,8%.
Πάντως για το 2023, έτος που η ελληνική οικονομία θα επανέλθει σε «λογικά» πρωτογενή πλεονάσματα, αισθητά χαμηλότερα από το 3,5% του ΑΕΠ, το ΔΝΤ βλέπει πως η ανάπτυξη θα αυξηθεί στην περιοχή του 1,9%, κάτι που αποκαλύπτει πως το Ταμείο επιμένει να συσχετίζει τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα με την αδύναμη ανάπτυξη.
Και τώρα τρέχουν
Με βάση τα παραπάνω κρίνεται επιτακτική η ανάγκη η ελληνική πλευρά να παρουσιάσει στο Eurogroup της Σόφιας στις 27 Απριλίου ένα αναπτυξιακό σχέδιο που θα πρέπει να είναι ρεαλιστικό και να περιλαμβάνει πρωτοβουλίες ικανές να αναθερμάνουν την οικονομία.
Το αναπτυξιακό σχέδιο θα λειτουργήσει ουσιαστικά ως «μηχανισμός εξουδετέρωσης» των αρνητικών προβολών του ΔΝΤ και θα βοηθήσει την ευρωπαϊκή πλευρά να περάσει τις δικές της εκτιμήσεις στην ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας, σύμφωνα με την ερμηνεία των προβλέψεων του ΔΝΤ, είναι η ανταγωνιστικότητα. Είναι ενδεικτικό πως το ΔΝΤ προβλέπει πως ο πληθωρισμός στην Ελλάδα από 1,1% το 2017, θα υποχωρήσει μόλις στο 0,7% εφέτος και θα ανακάμψει οριακά στο 1,1% σε μέσα επίπεδα το 2019. Η επιμονή των αποπληθωριστικών πιέσεων ουσιαστικά αποκαλύπτει πως η εγχώρια ζήτηση θα μείνει παγωμένη και πως η κατανάλωση δεν θα ανακάμψει, δεδομένου ότι οι μισθοί θα παραμείνουν σε τέλμα. Αρκεί να αναφερθεί πως η κυβέρνηση στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019 – 2022 εκτιμά πως εφέτος ο πληθωρισμός θα αυξηθεί κατά 0,8%, το 2019 κατά 1,3%, το 2020 κατά 1,6%, το 2021 κατά 1,8% και το 2022 κατά 1,9%.
Αλλά και στο μέτωπο της αύξησης των εξαγωγών και της προσέλκυσης επενδύσεων το αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησης καλείται να κάνει «θαύματα». Το ΔΝΤ προβλέπει πως το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα ανέλθει στο 0,8% εφέτος, ενώ για το 2019 προβλέπει πως το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα διαμορφωθεί στο 0,6%. Αυτό διότι οι εισαγωγές θα είναι μεγαλύτερες από τις εξαγωγές.
Η αύξηση της απασχόλησης και η μείωση της ανεργίας είναι ένας ακόμη κεντρικός στόχος που καλείται να αντιμετωπίσει το αναπτυξιακό σχέδιο. Το ΔΝΤ θεωρεί πως η ανεργία από το 21,5% το 2017, θα υποχωρήσει στο 19,8% εφέτος και πως το 2019 θα μειωθεί στο 18%. Αυτή η πρόβλεψη είναι καλύτερη από εκείνη που είχε διατυπώσει το ΔΝΤ προ εξαμήνου, ωστόσο υπολείπεται των σημερινών προβλέψεων της κυβέρνησης. Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019 – 2022 έχει καταρτιστεί στη βάση της εκτίμησης πως η ανεργία στην Ελλάδα θα μειωθεί από 21,4% το 2017, στο 19,9% εφέτος, στο 18,1% το 2019, στο 16,6% το 2020, στο 15,3% το 2021 και στο 14,1% το 2022.
Του Θανάση Παπαδή