Το σκηνικό για πρόωρες εκλογές στηνόταν εδώ και καιρό. Πολύ δύσκολα, άλλωστε, ο Ερντογάν θα έβρισκε τόσο ευνοϊκές συνθήκες για να στήσει κάλπες. Οι δημοσκοπήσεις το επιβεβαιώνουν. Δίνουν στη συμμαχία του με τους Γκρίζους Λύκους του Μπαχτσελί πάνω από 50%. Παρόλα αυτά, η οριακή νίκη του “ναι” στο δημοψήφισμα πριν έναν χρόνο έδειξε ότι η εκλογική απήχηση του νεοοθωμανού ηγέτη έχει πάρει την κατιούσα.
Ο λόγος που σήμερα εμφανίζει μία κάποια ανάκαμψη σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2017 είναι ότι αυτή την περίοδο εισπράττει πολιτικά-εκλογικά την εθνικιστική ευφορία που έχει προκαλέσει στην τουρκική κοινή γνώμη η κατάληψη του Αφρίν. Το γεγονός ότι η Άγκυρα έχει θέσει υπό τον στρατιωτικό έλεγχό της τη βορειοδυτική Συρία και δεν φαίνεται καθόλου διατεθειμένη να αποσυρθεί, παραπέμπει στον τρόπο που στη δεκαετία του 1930 η Τουρκία προσάρτησε τη συριακή επαρχία της Αλεξανδρέττας.
Με άλλα λόγια, ο Ερντογάν κλείνει το μάτι στον μέσο Τούρκο ψηφοφόρο, λέγοντάς του χωρίς λόγια ότι τηρεί την υπόσχεσή του πως επί των ημερών του η Τουρκία θα κερδίσει εδάφη. Κι αυτό παρά τις –σύμφωνα με την προπαγάνδα του καθεστώτος– μεθοδεύσεις της Δύσης που έχουν στόχο την αποσταθεροποίηση και τελικώς τον ακρωτηριασμό της Τουρκίας, παίζοντας το κουρδικό χαρτί. Το κλίμα ευφορίας, ωστόσο, δεν είναι σίγουρο πως θα συνεχισθεί για πολύ, δεδομένου ότι η Συρία αποδεικνύεται δύσκολο γήπεδο, ακόμα και για τους μεγάλους παίκτες.
Σήμερα ο Ερντογάν μπορεί να ισχυρισθεί ότι όπως κατέλαβε στρατιωτικά το Αφρίν θα καταλάβει και την Μανμπίτζ και τα εδάφη της βόρειας Συρίας ανατολικά του Ευφράτη. Κατ’ αυτό τον τρόπο θα συντρίψει τους Κούρδους μαχητές του YPG. Τα πράγματα, ωστόσο, δεν είναι τόσο απλά όσο τα παρουσιάζει. Το καντόνι του Αφρίν ήταν γεωγραφικά αποκομμένο και στη ρωσική ζώνη, ενώ από η περιοχή από την Μανμπίτζ και ανατολικότερα είναι πολύ πιο συμπαγής και αμερικανική ζώνη.
Ο χάρτης του δημοψηφίσματος
Μία ματιά στον εκλογικό χάρτη του δημοψηφίσματος επιβεβαιώνει την τριχοτόμηση της Τουρκίας. Για την ακρίβεια, το δημοψήφισμα την βάθυνε αντί να την αμβλύνει. Η “βαθιά Τουρκία” μπορεί να ψήφισε μαζικά “ναι”, αλλά τόσο η κεμαλική και η δυτικότροπη Τουρκία, όσο και οι κουρδικές επαρχίες στα νοτιανατολικά ψήφισαν μαζικά “όχι”.
Ακόμα κι αν παρακάμψουμε τις επιβεβαιωμένες καταγγελίες για νοθεία, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δείχνει ότι η τριχοτόμηση όχι μόνο δεν ήταν συγκυριακό εκλογικό φαινόμενο, αλλά και ότι είναι βαθιά πολιτισμική και ως εκ τούτου έχει μόνιμα χαρακτηριστικά. Για μία ακόμα φορά στις κάλπες επιβεβαιώθηκε ότι δεν είναι μόνο ο κουρδικός αλυτρωτισμός, ο οποίος απειλεί μελλοντικά μέχρι και την ενότητα της Τουρκίας. Είναι και η ξεκάθαρη αρνητική στάση των δυτικών και παράκτιων επαρχιών.
Σ’ αυτό το τοπίο της τριχοτομημένη Τουρκίας θα δώσει τη μάχη για την εκλογή του ο Ερντογάν. Έχει συνείδηση ότι σ’ αυτή τη μάχη κρίνονται τα πάντα γι’ αυτόν. Χρειάζεται, λοιπόν απεγνωσμένα τη νίκη και θα κάνει τα πάντα για να την έχει. Δεν θα περίμενε, λοιπόν, το 2019, όταν είναι αντιμέτωπος με ισχυρές αβεβαιότητες. Δεν είναι μόνο η αβεβαιότητα για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στη Συρία, η οποία αποδεικνύεται δύσκολο πεδίο και για τους μεγάλους παίκτες.
Η αβεβαιότητα της οικονομίας
Είναι κυρίως η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας. Μπορεί να διατηρεί υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, λόγω της επεκτατικής πολιτικής που ακολουθείται με εντολές Ερντογάν και παρά την αντίθετη άποψη της Κεντρικής Τράπεζας, αλλά είναι κοινός τόπος ότι στην Τουρκία έχει δημιουργηθεί μία τεράστια φούσκα. Εάν σκάσει θα προκαλέσει αναπόφευκτα ένα παλλοιριακό κύμα, το οποίο θα συμπαρασύρει μεγάλα τμήματα των μικρομεσαίων στρωμάτων.
Υπενθυμίζουμε ότι το νεοπαγές τότε Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης κατάφερε και βγήκε πρώτο στις εκλογές του 2002, επειδή ακριβώς η Τουρκία βρισκόταν στη δίνη μίας μείζονος οικονομικής κρίσης. Εάν ψάξουμε ένα ελληνικό αντίστοιχο είναι η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ λόγω Μνημονίων. Η αναπτυξιακή κούρσα της τουρκικής οικονομίας επί Ερντογάν δημιούργησε μία μεγάλη κοινωνική δυναμική, με αποτέλεσμα την ανάδυση νέων στρωμάτων, τα οποία μέχρι τότε ήταν περίπου στο περιθώριο.
Είναι ακριβώς αυτά τα κοινωνικά στρώματα που στήριξαν τους νεοοθωμανούς στον ακήρυχτο εσωτερικό πόλεμο με το μετακεμαλικό “βαθύ κράτος”, προσφέροντάς τους τη μία μετά την άλλη εκλογική νίκη. Έτσι το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης εδραιώθηκε ως κυρίαρχος πολιτικός οργανισμός. Ο Ερντογάν, λοιπόν, δεν έχει κανένα λόγο να διακινδυνεύσει την εκδήλωση μίας οικονομικής κρίσης, η οποία αναπόφευκτα θα έχει καταλυτικές επιπτώσεις και στο πολιτικό-εκλογικό επίπεδο. Η ήδη μεγάλη και συνεχιζόμενη υποτίμηση της τουρκικής λίρας αποτελεί αλάνθαστη ένδειξη ότι τα χρονικά περιθώρια στενεύουν.
Ο προπομπός Μπαχτσελί
Όταν, λοιπόν, ο αρχηγός των Γκρίζων Λύκων Μπαχτσελί πρότεινε εκλογές το καλοκαίρι ήταν δεδομένο πως η απόφαση είχε ληφθεί. Η πρόταση κατατέθηκε σε συνεννόηση με τον μεγάλο εταίρο του, προκειμένου να δώσει στον Ερντογάν το πρόσχημα για την επίσπευση των εκλογών. Υπενθυμίζουμε πως μετά την εκλογή του από τον λαό θα αποκτήσει και θεσμικά τις υπερεξουσίες που προβλέπει το κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του νέο Σύνταγμα.
Οι εκλογές του Ιουνίου θα διεξαχθούν σε καθεστώς έκτακτης ανάγκης, παρά τις διαμαρτυρίες της κεμαλικής αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο Τούρκος πρόεδρος θέλει να εκμεταλλευθεί το γεγονός ότι αυτή την περίοδο οι αντίπαλοί του είναι περισσότερο ή λιγότεροι αποδυναμωμένοι, λόγω του κύματος των διώξεων και εκκαθαρίσεων.
Αυτό δεν αφορά μόνο το δίκτυο του ιμάμη Γκιουλέν, το οποίο αποτελεί τον κεντρικό στόχο του καθεστώτος. Αφορά και το κουρδικό κόμμα, η ηγεσία και πολλά στελέχη του οποίου βρίσκονται στις φυλακές, κατηγορούμενα για σχέση με το ΡΚΚ, δηλαδή για τρομοκρατία. Αφορά ακόμα και δυτικότροπους φιλελεύθερους, οι οποίοι, επίσης, βρίσκονται υπό ασφυκτική πίεση.
Συμπερασματικά, η συγκυρία είναι ευνοϊκή για τον Ερντογάν και γι’ αυτό στήνει κάλπες. Δεν έχει, άλλωστε, κανένα λόγο να το διακινδυνεύσει. Πολύ περισσότερο που σήμερα ελέγχει σχεδόν απολύτως τους κρατικούς μηχανισμούς. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ειδικά στις κουρδικές περιοχές πιθανότατα θα επαναληφθεί το φαινόμενο της εκτεταμένης νοθείας. Οι Κούρδοι είναι ο εύκολος στόχος, επειδή τα όσα γίνονται εναντίον τους καλύπτονται από την εθνική σκοπιμότητα, που εμποδίζει την κεμαλική αντιπολίτευση, η οποία παλαιότερα έχει κάνει εκεί τα δικά της όργια, να διαμαρτυρηθεί.