Νομοσχέδιο που θα τεθεί προς συζήτηση στην Βουλή των Αντιπροσώπων προβλέπει μεταξύ άλλων το πάγωμα “κύριων οπλικών συστημάτων” προς την Τουρκία και ζητά από του Υπουργείο Άμυνας να συντάξει έκθεση για τις Αμερικανοτουρκικές σχέσεις
Λεπτομέρειες για την αμυντική πολιτική των ΗΠΑ για το 2019, ύψους 717 δισεκατομμυρίων δολαρίων, διέρρευσαν οι βουλευτές της Βουλής των Αντιπροσώπων. Μεταξύ άλλων υπάρχουν αναφορές για τον εξοπλιστικό ανταγωνισμό με την Ρωσία και την Κίνα, ωστόσο αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι μπαίνει επισήμως στο μικροσκόπιο και η σχέση των ΗΠΑ με την Τουρκία.
Σύμφωνα με το Πρακτορείο Reuters, η έκθεση για την Εθνική Άμυνα (National Defense Authorization Act – NDAA), που συμπεριλαμβάνεται στο νομοσχέδιο της αμυντικής πολιτικής και καθορίζει με λεπτομέρειες τις αμυντικές δαπάνες ακόμη και για την αναβάθμιση ή απόσυρση υλικού και την οποία θα συζητήσει η αρμόδια επιτροπή Εθνικής Άμυνας της Βουλής των Αντιπροσώπων την ερχόμενη εβδομάδα, ζητά από το Πεντάγωνο να συντάξει και να καταθέσει αναφορά σχετικά με τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, ζητώντας παράλληλα μέχρι τότε το “πάγωμα” κάθε πώλησης “κύριου στρατιωτικού οπλισμού” προς την Τουρκία.
Αυτό σημαίνει πως μπορεί η παράδοση στην Τουρκία των πρώτων μαχητικών stealth 5ης γενιάς F-35A που ήταν προγραμματισμένη για τις 23 Ιουνίου -επί αμερικανικού εδάφους- να μην πραγματοποιηθεί.
Το ίδιο δημοσίευμα του Reuters αναφέρει πως αν και ΗΠΑ και Τουρκία είναι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ οι σχέσεις του έχουν επιδεινωθεί μετά την εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία και τις ανησυχίες που εξέφρασε η τελευταία για την στήριξη των Αμερικανών στους Κούρδους, ωστόσο αυτό που μπορεί να “μπλοκάρει” πλήρως την παράδοση του F-35 είναι η συμφωνία Τουρκίας-Ρωσίας για τους πυραύλους S-400. Θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο έως και απίθανο οι ΗΠΑ να επιτρέψουν τη συνύπαρξη στο ίδιο οπλοστάσιο του μαχητικού τελευταίας γενιάς με τους ρωσικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους.
Αξίζει να σημειωθεί πάντως, πως η NDAA απέχει ακόμη πολύ από το να γίνει νόμος των ΗΠΑ. Η τελική μορφή του θα προκύψει κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ των εκπροσώπων της Βουλής και της Γερουσίας που θα συζητήσουν τις διαφορετικές εκδοχές του κειμένου που θα εγκριθούν από τα δύο σώματα του Κογκρέσου αργότερα φέτος.