Του Χρήστου Ν. Κώνστα
Τα αδιέξοδα μιας παράφρονας πολιτικής, της βάναυσης υπερφορολόγησης και σταθερής αφαίμαξης κάθε σταγόνας διαθέσιμης ρευστότητας από την πραγματική οικονομία, τώρα πια γίνονται φανερά. Το σχέδιο «να τα πάρουμε από τους πλούσιους, να τα δώσουμε στους φτωχούς» απέτυχε γιατί εξέλιπαν οι πλούσιοι και το αποτέλεσμα είναι να μειώνονται τα έσοδα.
Υπάρχει ένα βασικό ερώτημα: «Οδηγεί κάπου αυτή η πολιτική;». Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική διότι αυτή η πολιτική δεν οδηγεί πουθενά. Δεν μπορεί να φέρει αποτελέσματα.
– Η φοροδοτική ικανότητα των Ελλήνων εξαντλήθηκε.
– Η φοροαποφυγή έγινε στόχος και μέσο επιβίωσης.
– Τα φορολογικά έσοδα δείχνουν κάμψη προτού ακόμη αρχίσει η καταβολή των φόρων εισοδήματος και του ΕΝΦΙΑ.
– Οι Έλληνες κουράστηκαν να πληρώνουν φόρους, δεν έχουν άλλα λεφτά στο μαξιλάρι για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
– Τα έσοδα της ΑΑΔΕ από ρυθμίσεις παλαιότερων οφειλών δεν είναι δυνατό να αυξάνονται κάθε χρόνο.
To Υπουργείο Οικονομικών δείχνει να ζει στο δικό του κόσμο. Έχει βάλει στόχο για δημοσιονομικό πλεόνασμα 3,8%, μεγαλύτερο από το 3,5% που απαιτεί το μνημόνιο, ώστε να χρησιμοποιήσει τα επιπλέον έσοδα για να «χτίσει» μια εκλογική πελατεία.
Οι «θεσμοί» είναι πιο «λογικοί». Για το 2018 απαιτούν πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,56%, ενώ ο στόχος… αυξάνεται για κάθε έτος, με αποτέλεσμα όλοι μαζί να πιστεύουν πως το πρωτογενές πλεόνασμα του 2022 θα φτάσει στο 5,19% (!!) του ΑΕΠ.
Με βάση τις εκτιμήσεις του Τσακαλώτου, έτσι θα προκύψει δημοσιονομικός χώρος 600 εκατομμυρίων το 2018 και 866 εκατομμυρίων το 2019. Με τα λεφτά αυτά -λένε- θα κάνουν «κοινωνική πολιτική». Μόνο που αυτή είναι η επιτομή της λογικής του παραλόγου διότι χωρίς εισοδήματα, οι πολίτες δεν μπορούν, δεν έχουν, δεν αντέχουν να πληρώσουν φόρους, εισφορές και κρατήσεις.
Στους επόμενους 6 μήνες οι Έλληνες θα κληθούν να καταβάλλουν 10,8 δισ Ευρώ σε φόρους εισοδήματος, εισφορές, ρυθμίσεις, ΕΝΦΙΑ και Τέλη ΙΧ και η κυβέρνηση αναμένει ότι θα μπορέσει να δημιουργήσει το χώρο που απαιτείται για να μοιράσει κοινωνικό μέρισμα και υποσχέσεις προς κάθε παραγωγική τάξη αλλά και προς τους συνταξιούχους για μη μείωση των συντάξεων.
Ακόμη και η δυνατότητα του Δημοσίου να δανείζεται από τους φορείς της γενικής κυβέρνησης μέσω repos αγγίζει τα όριά της.
– Το Κράτος δανείζεται από τους… φορείς του, πληρώνει επιτόκιο 3,2%, τα λεφτά αυτά φεύγουν από το τραπεζικό σύστημα και καταλήγουν σ’ έναν ειδικό λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος.
– Οι τράπεζες αναζητούν ρευστότητα για να κάνουν τη δουλειά τους και δανείζονται από… την Τράπεζα της Ελλάδος μέσω του Έκτακτου Μηχανισμού Ρευστότητας (ELA) που φυσικά είναι ακριβότερος.
Όλοι χάνουν, όλοι πληρώνουν κάτι παραπάνω και μόνος… ικανοποιημένος είναι… ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που «χτίζει» το «μαξιλάρι ασφαλείας» για να (μη) βγει στις αγορές.
Ο κύκλος αυτός είναι φαύλος, η πορεία είναι αδιέξοδη.
Η πίτα δεν μεγαλώνει απλώς τα κομμάτια γίνονται διαρκώς μικρότερα, η πείνα δεν ικανοποιείται, η αγορά δεν κινείται, το χρήμα δεν κυκλοφορεί, θάβεται κάτω από τις αριστερές εμμονές μιας κυβέρνησης που δεν μπορεί να σκεφθεί, να επιλέξει το αυτονόητο:
Ο μόνος τρόπος για να διανεμηθεί σωστά ο πλούτος είναι… να παραχθεί πρώτα.
Η κυβέρνηση κάνει φορολογικές επιδρομές και κατόπιν μοιράζει τη λεία σ’ αυτούς που η ίδια θεωρεί «φτωχούς» μόνο και μόνο γιατί εξυπηρετούν τους εκλογικούς της σχεδιασμούς.
Η οικονομία όμως δεν αναπτύσσεται. Οι μισθοί δεν καταβάλλονται. Οι υποχρεώσεις δεν εξυπηρετούνται. Το υποζύγιο δεν αντέχει άλλο και θα καταρρεύσει κάποια στιγμή όπως το κακόμοιρο γαϊδουράκι στα στενά σοκάκια της λαμπερής, καυτής Σαντορίνης…