Αλλάζουν άρδην οι δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου, καθιερώνονται το εθνικό απολυτήριο καθώς και η ελεύθερη πρόσβαση των αποφοίτων λυκείου σε μικρό αριθμό σχολών ΑΕΙ χαμηλής ζήτησης. Αυτές είναι οι τρεις βασικές αλλαγές του κυοφορούμενου νέου συστήματος πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Βεβαίως, υπάρχει μία σταθερά που «κληροδοτείται» από το ισχύον σύστημα, και η οποία δεν αλλάζει παρά τα συνεχή σενάρια. Τα υποχρεωτικώς εξεταζόμενα μαθήματα θα παραμείνουν τέσσερα, όπως ισχύει σήμερα. Ετσι, το υπουργείο Παιδείας θα προτείνει ουσιαστικά την επαναφορά του μακροβιότερου εξεταστικού συστήματος μεταπολιτευτικά, των δεσμών. Οι δέσμες καθιερώθηκαν επί ΠΑΣΟΚ το 1983 και εφαρμόστηκαν έως και το 1999. Ο υπουργός Παιδείας κ. Κώστας Γαβρόγλου έχει δηλώσει ότι η πρόταση για τη νέα δομή του λυκείου και το εξεταστικό σύστημα θα παρουσιαστεί στα τέλη του μηνός. Η τελική πρόταση θα έχει την έγκριση του συνδικαλιστικού τομέα του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μέχρι τώρα ουκ ολίγες φορές φέρεται να έβαλε βέτο στα σχέδια του κ. Γαβρόγλου για το εξεταστικό. Ο χρόνος δημοσιοποίησης της πρότασης θα οριστικοποιηθεί από την συνάντηση που θα έχει ο κ. Γαβρόγλου με τον πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα τις προσεχείς ημέρες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η ηγεσία του υπουργείου θα εστιάσει στις δομικές αλλαγές στη Β΄ και τη Γ΄ Λυκείου. Σχέδιο στο οποίο ο κ. Γαβρόγλου δίνει ιδιαίτερο βάρος, και δικαίως καθώς το λύκειο έχει χάσει τη μορφωτική αξία, κάνοντας ωστόσο το πολιτικό λάθος, όπως παραδέχονται πολλοί και εντός ΣΥΡΙΖΑ, να το συνδέσει με τις αλλαγές στο εξεταστικό. Συγκεκριμένα, με βάση τον σχεδιασμό:
Στη Γ΄ Λυκείου θα διευρυνθούν οι ώρες διδασκαλίας των μαθημάτων στα οποία οι μαθητές θα εξετάζονται για να εισαχθούν στα ΑΕΙ. Προκρίνεται η εξάωρη διδασκαλία τους την εβδομάδα, ωστόσο για λόγους ισορροπιών μεταξύ των μαθημάτων γενικής παιδείας και των ειδικοτήτων καθηγητών που θα τα διδάξουν, εξετάζεται και το σενάριο της πεντάωρης διδασκαλίας των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων.
Το αναλυτικό πρόγραμμα της Γ΄ Λυκείου θα συμπληρώνεται από τα Θρησκευτικά, τη Γυμναστική, ένα μάθημα εργασιών στο πλαίσιο της μαθητικής κοινότητας, ώστε να ενισχύεται η συνεργατικότητα των μαθητών. Επίσης, μερίδα εκπαιδευτικών φέρεται να ζητεί να προστεθεί η Ιστορία.
Οι υποψήφιοι για την τριτοβάθμια εκπαίδευση θα εξετάζονται υποχρεωτικά σε 4 μαθήματα, ενώ θα έχουν και τη δυνατότητα να εξετασθούν σε ένα επιπλέον μάθημα, ώστε να μπορούν να διεκδικήσουν τις θέσεις σε σχολές και ενός δεύτερου επιστημονικού πεδίου. Τα εξεταζόμενα μαθήματα θα είναι τα ίδια με το σημερινό σύστημα, όπως αυτά προσδιορίζονται από την κατεύθυνση των υποψηφίων (Αρχαία, Ιστορία, Λατινικά, Φυσική, Βιολογία, Μαθηματικά κ.ο.κ.)
Οπως προκύπτει, το σύστημα των κρίσιμων εξετάσεων δεν θα αλλάξει και αυτό διευκολύνει την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας να προτείνει οι αλλαγές να εφαρμοστούν από τους μαθητές που θα φοιτήσουν στη Β΄ Λυκείου τον προσεχή Σεπτέμβριο και όχι από εκείνους της επόμενης Α΄ Λυκείου. Και αυτό παρότι είθισται έως τώρα οι όποιες αλλαγές στο εξεταστικό να εφαρμόζονται τρία χρόνια μετά την ανακοίνωσή τους, ώστε να είναι ενήμεροι οι μαθητές (και οι γονείς τους) από την Α΄ Λυκείου.
Οι εξετάσεις στα 4 μαθήματα θα είναι κεντρικά οργανωμένες ώστε να διασφαλίζεται το αδιάβλητο, ωστόσο στην προσπάθεια να αμβλυνθεί το άγχος των υποψηφίων θα οργανώνονται ενδοσχολικά. Το ίδιο άλλωστε ίσχυε κατά την εφαρμογή των δεσμών, όπου μετρούσε και ο βαθμός του απολυτηρίου.
Κρίσιμο στοιχείο είναι ο τρόπος με τον οποίο θα αποκτούν οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου το εθνικό απολυτήριο. Για το απολυτήριο θα μετρούν και οι επιδόσεις στα τέσσερα (ή πέντε, ανάλογα με την επιλογή του μαθητή) εξεταζόμενα μαθήματα, και σε πολύ μικρότερο ποσοστό οι επιδόσεις των μαθητών στα ενδοσχολικά μαθήματα. Στο πλαίσιο αυτό, το υπουργείο προσπαθεί να λύσει τον γρίφο της διασφάλισης του αδιάβλητου των βαθμών των καθηγητών της τάξης. Υπενθυμίζεται ότι κατά το σύστημα των δεσμών, όταν για την εισαγωγή μετρούσαν και οι βαθμοί των τάξεων του λυκείου, η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών αρίστευε στα μαθήματα, καθώς οι καθηγητές –και υπό την πίεση των γονέων– δεν βαθμολογούσαν αντικειμενικά και ήταν σαφώς πολύ επιεικείς με τους μαθητές.
Οι απόφοιτοι θα έχουν τη δυνατότητα να εισαχθούν μόνο με το εθνικό απολυτήριό τους σε κάποιες σχολές, περιορισμένης ζήτησης. Βέβαια, θα έχουν περάσει το «φίλτρο» των εξετάσεων στα τέσσερα κρίσιμα μαθήματα ανά επιστημονικό πεδίο.
Στον αντίποδα, πάντως, και με το νέο σύστημα δεν αντιμετωπίζεται η πρακτική των υποψηφίων να εξαντλούν τον αριθμό των επιλογών που δικαιούνται. Είναι χαρακτηριστικό πως, ο ίδιος ο Εθνικός Οργανισμός Εξετάσεων –υπό το θεσμικό πλαίσιο της ανεξάρτητης αρχής που είναι– επισημαίνει σε τελευταία έκθεσή του ότι «σημαντικό ρόλο στο εξεταστικό σύστημα φαίνεται να διαδραματίζουν και οι γονείς, οι καθηγητές αλλά και οι ιδιοκτήτες και το προσωπικό των ιδιωτικών φροντιστηρίων. Επικρατεί, επίσης, η εντύπωση ότι σημαντικός αριθμός φοιτητών εισάγεται σε τμήματα που δεν κατείχαν ψηλή θέση στη σειρά των προτιμήσεών τους. Το σίγουρο είναι ότι το παλιό όνειρο της ελληνικής κοινωνίας “μια θέση στο πανεπιστήμιο για όλους” προκαλεί σήμερα ερωτήματα».
Στόχος της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας είναι, εύλογα, με την πρότασή της να μην προκαλέσει αντιδράσεις όπως συνέβη με τη διπλή εξεταστική που προέβλεπε η αρχική πρόταση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) που παρουσιάστηκε πέρυσι τέτοια εποχή. Η ΟΛΜΕ, βέβαια, διαφωνεί με την όποια «φροντιστηριοποίηση» της Γ΄ Λυκείου όπως αυτή θα ενισχυθεί με την εισαγωγή πολύωρης (5ωρης ή 6ωρης) διδασκαλίας σε ορισμένα γνωστικά αντικείμενα και με τον συνακόλουθο εξοστρακισμό πολλών άλλων βασικών γνωστικών αντικειμένων. Η ΟΛΜΕ ζητεί «το κύριο βάρος των όποιων αλλαγών πρέπει να δοθεί στο περιεχόμενο του λυκείου, δηλαδή στα αναλυτικά προγράμματα, στον εξορθολογισμό της διδακτέας ύλης, στον εκσυγχρονισμό των μεθόδων διδασκαλίας-εξέτασης και στην αναβάθμιση της γενικής παιδείας».
Ακόμη κι έτσι πάντως, θεωρείται δύσκολο να υπάρξουν εκτεταμένες αντιδράσεις αφού το υπουργείο Παιδείας, ασχέτως πώς θα το παρουσιάσει επικοινωνιακά, επιστρέφει σε μία μορφή του συστήματος των δεσμών. Ενα σύστημα οι παραλλαγές του οποίου έχουν δοκιμαστεί και από τον μηχανισμό του υπουργείου Παιδείας και από τα φροντιστήρια και από όσους καθηγητές επιδίδονται σε ιδιαίτερα μαθήματα…
Περιμένοντας τη μεγάλη μεταρρύθμιση
Πέρυσι στις 9 Μαΐου στο υπουργείο Παιδείας αλλά και ακριβώς τέσσερις μήνες αργότερα, στις 9 Σεπτεμβρίου στη ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε αναφέρει ότι «στην εκπαίδευση η μεγάλη μεταρρύθμιση θα είναι η ριζική αναβάθμιση του ρόλου του λυκείου, και ο τρόπος πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση». Ωστόσο, η πρόταση που παρουσίασε πέρυσι το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) του υπ. Παιδείας συνάντησε σφοδρές αντιδράσεις τόσο από μερίδα του ΣΥΡΙΖΑ όσο και από τις ενώσεις των εκπαιδευτικών ειδικοτήτων, οι οποίοι –βάσει της πρότασης– θα χάσουν ώρες διδασκαλίας και άρα θα πλεονάζουν.
Ετσι, ένα χρόνο μετά η πρόταση του ΙΕΠ έχει αποδομηθεί και ο κ. Γαβρόγλου έχει μετριάσει τις προσδοκίες ως προς την περίφημη εξαγγελία περί ελεύθερης πρόσβασης. Παρ’ όλα αυτά, η τελική πρόταση για το εξεταστικό δεν έχει παρουσιαστεί παρότι θα αφορά τους μαθητές της επόμενης Β΄ Λυκείου. Η καθυστέρηση δεν παύει να καθιστά ευάλωτο πολιτικά, ως προς το συγκεκριμένο θέμα που αφορά χιλιάδες οικογένειες και εκπαιδευτικούς, τον κ. Τσίπρα ενόψει της προσεχούς ΔΕΘ.
Τα σταθερά χαρακτηριστικά, μισού αιώνα, των Πανελλαδικών
Από το 1964, έτος κατά το οποίο ξεκίνησαν οι διαδικασίες επιλογής των υποψηφίων για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια από το υπουργείο Παιδείας, το ζήτημα της εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ένα από τα πιο συζητημένα εκπαιδευτικά ζητήματα. Οπως παρατηρεί έκθεση του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων για τα συστήματα εισαγωγής από το 1964 έως και σήμερα, οι διαδικασίες των Πανελλαδικών Εξετάσεων τον τελευταίο μισόν αιώνα παρουσιάζουν κάποια σταθερά χαρακτηριστικά, τα κυριότερα από τα οποία είναι τα εξής:
1. Πρόκειται για διαδικασία αυστηρά ελεγχόμενη από το υπουργείο Παιδείας σε κεντρικό επίπεδο. Δεν παρατηρείται καμιά τάση αποκέντρωσης ούτε προς τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ούτε σε περιφερειακό επίπεδο νομών, δήμων ή σχολικών μονάδων.
2. Ο αριθμός εισακτέων καθορίζεται από το υπουργείο Παιδείας σε κεντρικό επίπεδο και είναι σταθερός και κλειστός (numerus clausus). Τα ιδρύματα δεν παίζουν ουσιαστικό ρόλο, παρά μόνο με εισηγητικές προτάσεις για τον αριθμό εισακτέων που θα δεχτούν. Ωστόσο, η πάγια αναλογία της πρότασης των ΑΕΙ σε σχέση με τον αριθμό που ορίζει το υπουργείο είναι 1 προς 1,5.
3. Ο αριθμός των τμημάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης βαίνει συνεχώς αυξανόμενος. Η αύξηση αυτή ανακόπηκε με την εφαρμογή του σχεδίου «Αθηνά» για την αναδιάρθρωση του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης το 2013, οπότε τα τμήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από 534 μειώθηκαν σε 405.
4. Ο αριθμός των εξεταζόμενων μαθημάτων είναι σχετικά σταθερός (από 4 έως 6 μαθήματα). Μια πρόσκαιρη εξαίρεση παρατηρήθηκε το 2000 με την πρώτη εφαρμογή του ενιαίου λυκείου, οπότε και αυξήθηκαν κατακόρυφα τα εξεταζόμενα μαθήματα.
5. Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις είναι κατεξοχήν εισαγωγικές και λιγότερο απολυτήριες. Με αυτόν τον τρόπο έχει γίνει προσπάθεια να μείνει το λύκειο αυτόνομη βαθμίδα και όχι προστάδιο του πανεπιστημίου και το απολυτήριό του ανεξάρτητο από την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μακρόχρονη εξαίρεση αποτέλεσε το ενιαίο λύκειο, με μικρή όμως τελικά προσμέτρηση των ενδοσχολικών βαθμών.
6. Το σύστημα παρουσιάζει μια σταθερή αξιόπιστη εικόνα. Επί δεκαετίες οι Πανελλαδικές Εξετάσεις θεωρούνται και είναι αδιάβλητες και αντικειμενικές. Αυτό αποτελεί αιτία και συνάμα αποτέλεσμα της διατήρησης του αυστηρού κεντρικού ελέγχου των εξετάσεων από το υπουργείο Παιδείας.
7. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Παιδείας επί δεκαετίες έχουν αντεπεξέλθει άριστα στις ιδιαίτερες απαιτήσεις διοργάνωσης των Πανελλαδικών Εξετάσεων, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στη διατήρηση του κύρους του θεσμού. Τόσο η αρμόδια Διεύθυνση Εξετάσεων, όσο και οι υποστηρικτικές υπηρεσίες μηχανοργάνωσης του υπουργείου έχουν επιδείξει ιδιαίτερη ικανότητα, προσαρμοστικότητα, εργατικότητα και διάθεση εκσυγχρονισμού.
8. Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις αποτελούν μια διαδικασία πολύπλοκη, χρονοβόρα και με χιλιάδες εμπλεκομένους. Ετσι, συχνά ολόκληρες εκπαιδευτικές δομές, όπως υπηρεσίες του υπουργείου Παιδείας, οι περιφερειακές υπηρεσίες και οι σχολικές μονάδες αποδιοργανώνονται και επικεντρώνουν τους υλικούς και ανθρώπινους πόρους επί δύο μήνες στην οργάνωση και διεξαγωγή των Πανελλαδικών Εξετάσεων.
9. Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις αποτελούν πεδίο συχνών αλλαγών. Πέρα από τους βασικούς νόμους που αναφέρονται στην παρούσα μελέτη, υπάρχουν ακόμη δεκάδες νόμοι και εκατοντάδες προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις που μεταβάλλουν, τροποποιούν ή προσθαφαιρούν πολλά χαρακτηριστικά του θεσμού. Αυτή η πολυνομία αλλά και οι απανωτές αλλαγές επιβαρύνουν τις διαδικασίες, κάποιες φορές αναστατώνουν τον προγραμματισμό του εκπαιδευτικού έργου και ίσως δυσκολεύουν και τις επιλογές των μαθητών.
10. Οι διαδικασίες των Πανελλαδικών Εξετάσεων παρουσιάζουν για ποικίλους λόγους (κυρίως κοινωνικούς) μεγάλο ενδιαφέρον. Οι ίδιοι οι υποψήφιοι, οι οικογένειές τους, η εκπαιδευτική κοινότητα, η κοινή γνώμη, τα ΜΜΕ δείχνουν υπερβάλλοντα ζήλο στην προβολή των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Αυτό ωστόσο πιθανόν δημιουργεί μία παραπλανητική εικόνα ότι οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι η καρδιά του εκπαιδευτικού συστήματος, ενώ θα έπρεπε να είναι απλώς μία περίοδος της εκπαίδευσης των μαθητών.
Έντυπη