Στο μικροσκόπιο μπαίνουν τα «δώρα»
Μία εβδομάδα μετά την έξοδο από το μνημόνιο, η κυβέρνηση δείχνει να ανυπομονεί να ανακοινώσει τα πρώτα «ευχάριστα» μέτρα: κυρίως την αναστολή της μείωσης των συντάξεων, αλλά και την αύξηση του κατώτατου μισθού, φοροελαφρύνσεις και κοινωνικές παροχές. Κανένα, όμως, δεν έχει συμφωνηθεί ακόμη με τους θεσμούς, των οποίων η πρώτη μεταμνημονιακή αποστολή έρχεται στην Αθήνα στις 10 Σεπτεμβρίου. Αυτό κάνει δύσκολη την προετοιμασία των εξαγγελιών του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ στις 8 Σεπτεμβρίου, με την οποία θα ασχοληθούν εντατικά το Μαξίμου και το οικονομικό επιτελείο τις επόμενες μέρες. Ομως, κάποιες κατευθύνσεις έχουν αρχίσει ήδη να διαμορφώνονται. Σύμφωνα με αυτές:
Στην ομιλία του στη ΔΕθ, ο πρωθυπουργός θα εξαγγείλει παροχές από το προβλεπόμενο υπερπλεόνασμα του 2019. Σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, το υπερπλεόνασμα εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 860 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων προβλεπόταν να δοθούν 700 εκατ. ευρώ (750 σύμφωνα με τις πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού στον ΣΒΒΕ) σε μόνιμου χαρακτήρα φοροελαφρύνσεις. Μάλιστα, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε δώσει μια πρόγευση του είδους των φοροελαφρύνσεων μιλώντας για εναλλακτικές που περιλαμβάνουν μείωση του ΕΝΦΙΑ, της φορολογίας εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών.
Aλλαγή σχεδίων
Ωστόσο, οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι τελικά το υπερπλεόνασμα του 2019 και οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕθ εξετάζεται να μοιραστούν μεταξύ φοροελαφρύνσεων και ορισμένων κοινωνικών παροχών, που είχαν αρχικά σχεδιαστεί να περιληφθούν στα αντίμετρα του 2019. Τα σχέδια άλλαξαν επειδή η κυβέρνηση, προκειμένου να εξασφαλίσει τη μη μείωση των συντάξεων από 1/1/2019, φέρεται διατεθειμένη να θυσιάσει τα –ψηφισμένα– αντίμετρα (κυρίως επιδότηση ενοικίου, αλλά και επίδομα πρώτου και δεύτερου παιδιού, σχολικά γεύματα, βρεφονηπιακούς σταθμούς, επέκταση του μέτρου της μείωσης της συμμετοχής στα φάρμακα σε όλο τον πληθυσμό, μέτρα ενίσχυσης της εργασίας και του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων). Για να διασώσει ένα μέρος τους, σχεδιάζει να τα χρηματοδοτήσει από το υπερπλεόνασμα, εις βάρος φυσικά των φοροελαφρύνσεων.
Η άσκηση θα είναι δύσκολη καθώς τα αντίμετρα συνολικά είχαν προϋπολογισμό 2 δισ. ευρώ, με μόνο το επίδομα ενοικίου να αντιστοιχεί σε 600 εκατ. ευρώ. Είναι προφανές ότι δεν θα μπορέσουν να καλυφθούν εξ ολοκλήρου από το υπερπλεόνασμα του 2019. Ούτε τα σχέδια για τις φοροελαφρύνσεις θα μπορέσουν να είναι γενναιόδωρα, αφού μόνο η μείωση του χαμηλού συντελεστή της φορολογίας εισοδήματος από 22% σε 20% κοστολογείται στα 450 εκατ. ευρώ. Αλλά για την κυβέρνηση την ύψιστη αξία έχουν, φυσικά, οι συντάξεις, στο όνομα της διατήρησης των οποίων είναι διατεθειμένη να κάνει συμβιβασμούς για τα υπόλοιπα.
Το θέμα της μείωσης ή μη των συντάξεων δεν αναμένεται να ξεκαθαρίσει πριν από τον Νοέμβριο. Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι δεν θα το θέσει καν η κυβέρνηση στους θεσμούς τον Σεπτέμβριο, ότι το προσχέδιο του προϋπολογισμού την 1η Οκτωβρίου θα προβλέπει κανονικά μείωση των συντάξεων και ότι τον Νοέμβριο, όταν το δημοσιονομικό περιθώριο θα είναι σαφέστερο, με την κατάθεση του οριστικού σχεδίου του προϋπολογισμού, θα ληφθούν οι αποφάσεις. Οι ίδιες πηγές δεν αποκλείουν, πάντως, να αναφερθεί στο θέμα ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, χωρίς να δεσμευθεί. Κάτι τέτοιο, όμως, εκ των πραγμάτων, θα ανοίξει τη σχετική συζήτηση με τους θεσμούς, δύο μέρες μετά.
Τον Νοέμβριο υπολογίζεται να εξαγγελθεί και ένα δεύτερο πακέτο παροχών, αυτό που θα προέλθει από το υπερπλεόνασμα της φετινής χρονιάς. Τότε, αναφέρουν οι πηγές, θα είναι σαφές ποιο είναι το δημοσιονομικό περιθώριο του 2018, το οποίο στο Μεσοπρόθεσμο είχε εκτιμηθεί στα 107 εκατ. ευρώ, αλλά οι τελευταίες εκτιμήσεις το ανεβάζουν στα 900 εκατ. ευρώ. Οι παροχές του 2018 θα είναι εφάπαξ, εν είδει «κοινωνικού μερίσματος», όπως είχε γίνει το 2016-2017.
Το θέμα που θα θέσει η κυβέρνηση στους θεσμούς άμεσα, στις 10 Σεπτεμβρίου, θα είναι η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Κι αυτό γιατί το υφιστάμενο πλαίσιο προβλέπει διαδικασίες που οδηγούν σε αποφάσεις του χρόνου τον Ιούνιο, ενώ η κυβέρνηση θέλει να θεσμοθετήσει την αύξηση άμεσα, το αργότερο από τις αρχές του 2019. Στόχος να δοθεί αύξηση 5% από τα 586 ευρώ, στα οποία βρίσκεται από το 2012.
Το μεγάλο ερώτημα, φυσικά, είναι πώς θα αντιδράσουν σε όλα αυτά οι θεσμοί, εκπρόσωποι των οποίων έχουν διακηρύξει σε όλους τους τόνους, μετά την έξοδο από το μνημόνιο, ότι πρέπει να εφαρμοστούν τα συμφωνηθέντα και να μην υπάρξουν υπαναχωρήσεις, ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη και να μη δοθεί λανθασμένο σήμα στην αγορά.
Πληροφορίες από πηγές των θεσμών αναφέρουν ότι το κλίμα είναι επιφυλακτικό, καθώς ανησυχούν για την αρνητική επίδραση που θα είχε στα επιτόκια δανεισμού της χώρας ένα σήμα «χαλάρωσης» εκ μέρους της, αν όχι υπαναχώρησης έναντι των δεσμεύσεών της. Καθώς, μάλιστα, στην Ευρώπη ανησυχούν για ένα θερμό φθινόπωρο, λόγω Ιταλίας, οι εκπρόσωποι των θεσμών υποστηρίζουν ότι οι κίνδυνοι για την Ελλάδα πολλαπλασιάζονται.
10 Σεπτεμβρίου θα αρχίσει ο έλεγχος
Οι θεσμοί θα έρθουν στην Αθήνα στις 10 Σεπτεμβρίου με σκοπό να εξετάσουν την πρόοδο που σημειώνεται και τις καθυστερήσεις που διαπιστώνονται στις «ουρές» του μνημονίου, όπως έχει συμφωνηθεί στο Eurogroup του Ιουνίου. Προς το παρόν, πάντως, κυβερνητική πηγή αναφέρει ότι δεν έχουν στείλει επιστολή στην οποία να θέτουν την ατζέντα των συζητήσεων. Οι βασικές συναντήσεις τους θα είναι με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον αναπληρωτή Γιώργο Χουλιαράκη αφού τα δημοσιονομικά, το δημοσιο λογιστικό, τα φορολογικά και οι τράπεζες κυριαρχούν στα ενδιαφέροντά τους. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης βρίσκονται στο μικροσκόπιο των αγορών, στις οποίες η Ελλάδα φιλοδοξεί να επιστρέψει χωρίς ακόμη να είναι σε θέση να το κάνει αφού τα επιτόκια παραμένουν απαγορευτικά λόγω της κρίσης σε Ιταλία και Τουρκία.