Έχουν διαμορφωθεί προϋποθέσεις μεγάλης καταιγίδας στις αγορές, αλλά η αθωράκιστη Ελλάδα, στέλνει συνεχώς αντιφατικά και ανησυχητικά μηνύματα, αφού το πολιτικό προσωπικό αδυνατεί να κατανοήσει βασικές οικονομικές έννοιες.
Τα λόγια είναι του καθηγητή Οικονομικών στο ΕΚΠΑ Παναγιώτη Πετράκη, που εξηγεί ότι σε μια συγκυρία ανατροπών σαν τη σημερινή, όπου κλείνει η “κάνουλα” του φθηνού χρήματος, και με τις αγορές τόσο νευρικές, μηνύματα ότι ακόμη και μονομερώς μπορεί να ανατραπούν συμφωνημένες δεσμεύσεις, είναι σχεδόν καταστροφικά.
Απαριθμεί τους λόγους που συντηρούν τον κίνδυνο μιας σοβαρής κρίσης ρευστότητας διεθνώς, από το τέλος της “φούσκα” χρέους την οποία ξεκινά να μαζεύει η ΕΚΤ με διακοπή της ποσοτικής χαλάρωσης, έως την αδυναμία των αναδυόμενων αγορών να προσελκύσουν κεφάλαια, μαζί με σειρά από άλλες αβεβαιότητες (trade war, Βrexit, Ιταλία), και εξηγεί ότι διαμορφώνονται συνθήκες καταιγίδας, ίσως όχι σαν του 2008, αλλά περισσότερο σαν του 1997, όταν ξέσπασε η ασιατική κρίση.
Σε αυτό το εντελώς καινούργιο διεθνές περιβάλλον, η κυβέρνηση επιμένει να καλλιεργεί, όπως λέει, ανεδαφικές προσδοκίες, πολλώ δε μάλλον όταν απουσιάζουν από την Ελλάδα τα στοιχεία μιας χώρας θωρακισμένης απέναντι στις διεθνείς αναταράξεις. Δηλαδή καλό τραπεζικό σύστημα, χαμηλός πολιτικός κίνδυνος και προπαντός συνέπεια στον σαφή και σταθερό προσανατολισμό της δημοσιονομική της διαχείρισης.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
– Τι μας δείχνει η συνεχής άνοδος των αποδόσεων στο ελληνικό 10ετές; Είναι επειδή η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως “αναδυόμενη” αγορά ή επειδή οι αγορές δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση;
Νομίζω ότι έχουμε συζητήσει αρκετές φορές ότι η Ελλάδα βγήκε από το 3ο Μνημόνιο σε φουρτουνιασμένη θάλασσα. Τώρα βλέπουμε τις πρώτες εκδηλώσεις μίας ευρύτερης διεθνούς αναταραχής που όλοι ελπίζουμε να μην εξελιχθεί.
Παράλληλα τα σήματα που δίνονται από την κυβέρνηση είναι αμφίσημα: “ναι μεν υπάρχουν δημοσιονομικές και διαρθρωτικές δεσμεύσεις αλλά κάτι μπορεί να κάνουμε για να τις απαλύνουμε”. Αυτό είναι αντιφατικό και ανησυχητικό.
Εάν έχουν αλλάξει ορισμένες δημοσιονομικές συνθήκες που επιτρέπουν μία πιο χαλαρή δημοσιονομική διαχείριση νομίζω ότι είναι λογικό να ξανασυζητηθούν ορισμένα θέματα με τους επιβλέποντες πιστωτές χωρίς τυμπανοκρουσίες.
Το να προωθείται όμως μονομερώς η αντίληψη ότι «κάτι θα γίνει» (είτε συναινετικά είτε όχι) είναι σχεδόν καταστροφικό. Και από μία άποψη το κακό έχει γίνει διότι α) καλλιεργούνται ανεδαφικές προσδοκίες που αποδιαρθρώνουν τις κοινωνίες και β) «απειλούμε» την «διαχρονική συνέπεια των συμφωνιών» που είναι θεμέλιοι λίθοι των ομαλών διεθνών οικονομικών και πολιτικών σχέσεων.
– Δεν προκαλεί όμως εντύπωση ότι τόσο οι αγορές ομολόγων, όσο και το χρηματιστήριο, όχι μόνο αντιμετωπίζουν ως ένα “non event” το ορόσημο της 21ης Αυγούστου, αλλά δείχνουν ότι δεν εμπιστεύονται την Ελλάδα;
Η ομαλή έξοδος από ένα Μνημόνιο είναι ένα προεξοφλημένο (άρα non event) από τις αγορές “event” το οποίο επιφέρει μεσοπρόθεσμα (σε ένα με δύο χρόνια) αποτελέσματα που οδηγούν σε πιστοληπτική αναβάθμιση της χώρας και των ομολόγων της. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι το κόστος χρήματος αυτομάτως θα μειωθεί.
Αυτό θα εξαρτηθεί και από διεθνείς και εγχώριους παράγοντες. Η πιστοληπτική αναβάθμιση επηρεάζει τους δεύτερους και μόνο εάν έχουμε μία γενικότερη παγκόσμια μείωση του συστηματικού κινδύνου επηρεάζονται οι πρώτοι.
Προφανώς λοιπόν υπάρχει μία σοβαρή έλλειψη κατανόησης από το πολιτικό προσωπικό σημαντικών οικονομικών εννοιών.
Αυτή η έλλειψη κατανόησης είναι υπεύθυνη στη συνέχεια και για σοβαρά λάθη άσκησης οικονομικής πολιτικής. Έτσι ήταν σοβαρό λάθος που εν ονόματι της «καθαρής εξόδου δεν κάναμε χρήση όλων των φθηνών κεφαλαίων που είχαμε στη διάθεσή ας από το Γ΄ Μνημόνιο. Τώρα κινδυνεύουμε να εμπλακούμε σε μία παγίδα υψηλών (διεθνών) επιτοκίων που θα δυσκολέψουν σημαντικά τη μελλοντική δημοσιονομική διαχείριση.
– Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση επιμένει ότι “η χώρα είναι θωρακισμένη απέναντι στις αναταράξεις”. Πως το σχολιάζετε;
Πράγματι έχει ένα βαθμό “θωράκισης” μέχρι το 2022 όσον αφορά την χρηματοδότηση των δημοσιονομικών αναγκών της.
Συνεπώς δεν είναι η χώρα θωρακισμένη αλλά σε ένα βαθμό το ελληνικό Δημόσιο. Εάν όμως δε βγούμε στις αγορές, εκπληρούται το βασικό χαρακτηριστικό μίας «μνημονιακής επιτήρησης» που είναι η μη προσφυγή στο διεθνές κεφάλαιο.
Όμως αυτή η κατάσταση δεν λύνει το πρόβλημα της δυνατότητας άσκησης αντικυκλικής οικονομικής πολιτικής και δεν λύνει και το πρόβλημα της διεθνούς χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα, που θα είναι υποχρεωμένος να αντιμετωπίσει τις διεθνείς αναταράξεις.
Εάν υπάρξει λοιπόν μία σοβαρή αναταραχή, η χώρα θα έπρεπε να διαθέτει την απαραίτητη δημοσιονομική ρώμη, δηλαδή δημοσιονομικό χώρο, εξωτερική ισορροπία, καλό τραπεζικό σύστημα, χαμηλό πολιτικό κίνδυνο και προπαντός συνέπεια στον σαφή και σταθερό προσανατολισμό της δημοσιονομική της διαχείρισης. Αυτοί είναι οι βασικοί όροι θωράκισης μιας οικονομίας.
– Εκτιμάτε ότι οι εξελίξεις (λόγω Τουρκίας, Ιταλίας, Αργεντινής, κλπ), έχουν κλείσει οριστικά την πόρτα σε μια ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας φέτος, με κάποια έκδοση ομολόγου;
Δεκαετές ομόλογο είναι αρκετά δύσκολο να εκδοθεί επιτυχώς, εκτός εάν είναι ένα μικρό ποσό. Μικρότερης όμως λήξεως ομόλογα μπορούμε να δούμε αν και σε αρκετά τσουχτερές αποδόσεις.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι στο χρονικό σημείο που βρισκόμαστε έχει ανοίξει η ψαλίδα των εκδοχών του μέλλοντος που πηγάζουν από την αυξημένη αβεβαιότητα. Στην καλή εκδοχή τοποθετούμε την προέκταση της παρούσας κατάστασης και στην κακή εκδοχή μία σοβαρή κρίση διεθνούς ρευστότητας.
Μεταξύ αυτών των δύο ακραίων εκδοχών θα κινηθεί η πραγματικότητα. Με άλλα λόγια οι κίνδυνοι έχουν μετατοπιστεί προς την αρνητική πλευρά.
– Τι κοινά σημεία έχει το 2008 με το 2018; Τότε είχαμε μια φούσκα των ακινήτων, τώρα πολλοί προειδοποιούν για φούσκα σε μετοχές και ομόλογα. Τι θα συμβεί αν αυτή σκάσει;
Το κυριότερο πρόβλημα βρίσκεται στο ότι μετά από αρκετά χρόνια QE από τις βασικές κεντρικές τράπεζες, γίνεται μία απόπειρα επιστροφής στην κανονικότητα με αιχμή την αύξηση των επιτοκίων χωρίς ο πληθωρισμός να ακολουθεί έτσι ώστε να μειώνει το πραγματικό κόστος των κεφαλαίων.
Παράλληλα η παροχή άφθονης ρευστότητας στο άμεσο παρελθόν έχει αυξήσει τις τιμές των κεφαλαιακών στοιχείων και ειδικότερα του λόγου τιμής προς κέρδη (p/e). Έτσι όμως συντηρούνται φούσκες σε κεφαλαιακά στοιχεία.
Στην Βόρεια Ευρώπη υπάρχει σε ένα βαθμό και φούσκα ακινήτων ενώ οι ευρύτερες αβεβαιότητες έχουν μεγεθυνθεί (trade war, Brexit, Ιταλία). Εξάλλου τα χρέη σε όλον τον κόσμο μεγεθύνονται και αρκετές αναπτυσσόμενες χώρες δυσκολεύονται να προσελκύσουν κεφάλαια εν μέσω πολέμου νομισμάτων.
Στο σκηνικό αυτό τοποθετείται και η οικονομική πολιτική των ηγετών που ηγούνται λαϊκιστικά κινήματα ή κόμματα – οι οποίοι τροφοδοτούνται από τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα.
Έτσι γίνεται κατανοητό ότι η εξαιρετικά μακροχρόνια περίοδος ευημερίας των τελευταίων εννέα ετών ενδεχομένως είναι καταδικασμένη να πεθάνει αρκετά νέα! Ας ελπίσουμε σε μία ομαλή προσγείωση.
– Tελικά, θεωρείτε ότι η κατάσταση στις αγορές είναι τα προεόρτια μιας γενικευμένης καταιγίδας διεθνώς; Και αν ναι, τι άμυνες έχει η Ελλάδα;
Δυστυχώς στην ηγεσία της (ακόμα) μεγαλύτερης οικονομικής δύναμης στον κόσμο, των ΗΠΑ, βρίσκεται μία πολιτική ηγεσία που προωθεί μάλλον χωρίς συγκροτημένο σχέδιο την απορύθμιση παραδεδεγμένων από δεκαετίες διεθνών οικονομικών σχέσεων.
Ποιος θα το περίμενε ότι θα βρισκόταν σε αμφιβολία η σχέση ΗΠΑ – Ευρώπης ; Έτσι η αβεβαιότητα αυξάνεται και έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις μίας μεγαλύτερης καταιγίδας. Ίσως όχι σαν το 2008 αλλά ίσως περισσότερο πιο κοντά στην Ασιατική κρίση του 1997 που κατέληξε στην αναστολή των πληρωμών της Ρωσίας το 1998.
Αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα υλοποιηθεί το αρνητικό αυτό σενάριο. Υπάρχουν αρκετά επίπεδα αντίδρασης της διεθνούς κοινότητας. Σε περίπτωση όμως αρνητικού σεναρίου η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά αδύναμη.
Γι’ αυτό και χρειαζόταν και χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη προσοχή στην οικονομική διαχείριση των οικονομικών της. Εδώ και καιρό τονίζουμε ότι θα έπρεπε στις αποφάσεις μας να υπάρχει ένα τόνος συντηρητισμού παρά ριψοκινδυνότητα.
*Ο κ. Παναγιώτης Πετράκης είναι καθηγητής Οικονομικών στο ΕΚΠΑ.