Ελληνικά βιβλία στα μειονοτικά σχολεία; Πια Ελληνικά. Για να μην μας δουλεύουν κάποιοι
Και τώρα να πούμε και τις πικρές αλήθειες για όσους βαυκαλίζονται ότι οι γονείς των παιδιών στα μειονοτικά σχολεία ενδιαφέρονται να μάθουν στα παιδιά τους Ελληνικά γράμματα και τάχα μου τους πείραξαν τα βιβλία της κας Φραγκουδάκης και χάλασαν τον κόσμο και έκλεισαν τα σχολεία τους και δώστου οι ΖεϊμπέκοΜετέδες στηρίζουν τον «δίκαιο» αγώνα των γονιών που «αυθόρμητα» και ξαφνικά τους έπιασε το «πατριωτικό» να μάθουν τα παιδιά τους τα ίδια γράμματα με τα παιδιά των δημόσιων σχολείων. Τρίχες. Κανένας από όλους αυτούς υποκινημένοι από τα σκοτεινά κέντρα της «Μεγάλης Πόρτας», δεν έχει διάθεση να μάθουν τα παιδιά τους Ελληνικά γράμματα. Κανένας από αυτούς δεν θέλει να μάθουν τα παιδιά τους Ελληνικά. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να χειραγωγούν τη μειονότητα και να περιμένουν τον εξ Ανατολάς ελευθερωτή. Όσο για τα δημόσια σχολεία στα ορεινά …διαβάστε λίγο και το άρθρο ενός δασκάλου που υπηρέτησε την Μειονοτική Εκπαίδευση 20 έτη. Γράφει ένας δάσκαλος που χρησιμοποιεί τα βιβλία του δημοσίου παράλληλα με το πρόγραμμα της Φραγκουδάκη.
Κλειστά σχολεία, κλειστά μυαλά, σκατά μέλλον!
Στα 1996 νέος δάσκαλος δούλευα μ’ ένα μαθητή, το ΧουσεΪν, στον Κίδαρι. Ο Χουσεΐν Πέμπτη ( Ε΄) Τάξη τότε είχε ήδη μείνει μια χρονιά και στην ανάγνωση το «υ» το διάβαζε «ου». Το σχολείο ήταν χτισμένο σε μια αετοκορφή, από κάτω μας απλωνόταν δυο καταπράσινες πλαγιές που κατέληγαν στις Κάτω Θέρμες, απέναντι σε ένα θεόρατο πράσινο τείχος, το Ντομπριβόρ , μας χώριζε από την κοιλάδα του Εχίνου. Εγώ ήμουν ευτυχισμένος και κείνη τη μέρα δίδασκα τα «Νησιώτικα Ξωκλήσια» του Γ.Α.Μαγκάκη.
Εγώ διάβαζα
« και όπως περιτριγύριζα στις ερημικές κατωφέρειες αυτού του βράχου καταμεσής του ελληνικού Αιγαίου συνάντησα ένα νησιώτικο ξωκλήσι με μισάνοιχτη την παλαιϊκή του θύρα, εισήλθα και μια μυσταγωγία έλαβε χώρα εντός μου»
κι ο Χουσεΐν άκουγε!
Όταν σταμάτησα να συζητήσουμε το κείμενο κατανόησα πως το παιδί με το ζόρι μπορούσε ν’ αντιληφθεί την έννοια της θάλασσας και σαφώς δεν είχε καταλάβει τίποτα από ένα κείμενο που στις 10 λέξεις οι 8 ήταν άγνωστες. Ένα κείμενο και ένα βιβλίο που περιέγραφε έναν κόσμο εντελώς άγνωστο και ξένο απ’ αυτόν που βίωνε. Αυτό κάποτε το κατανοήσαμε μια γενιά δασκάλων που τότε ξεκινήσαμε να πρωτοδουλεύουμε στα Μειονοτικά σχολεία, αφήσαμε στην άκρη το εντελώς ακατάλληλο υλικό της Ελληνικής Πολιτείας και ψάχνοντας από εδώ κι από εκεί προσπαθούσαμε να συλλέξουμε υλικό να μάθουν τα παιδιά μας γράμματα.
Τα μειονοτικά σχολεία τότε είχαν τη χειρίστη φήμη, κάποιοι κατηγορούσαν τους δασκάλους πως πάνε εκεί για αγρανάπαυση, οι δε γονείς υποστήριζαν πως τα παιδιά τους τελειώνανε και δεν ξέρανε να γράψουν ούτε τ’ όνομά τους ή να διαβάσουν το απλούστερο κείμενο. Δυστυχώς, εν μέρει είχαν κάποιο δίκιο, και οι μεν και οι δε.
Ήρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου και κάποιες σοφές αθηναϊκές κεφαλές με καλά λεφτά της κακής Ευρωπαϊκής Ένωσης και επικεφαλής την κα Άννα Φραγκουδάκη, του Πανεπιστημίου Αθηνών, φτάσανε στη Θράκη για ν’ αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, μια και σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο είχε επικρατήσει η άποψη πως η μειονότητα πρέπει να μάθει γράμματα για να προκόψει.
Αυτό εμάς μας έλυσε τα χέρια, στα σεμινάρια μας έλεγαν πως μπορούμε να δουλέψουμε με όποιο υλικό θεωρούσαμε κατάλληλο αλλά , το σημαντικότερο, πήραμε στα χέρια μας βιβλία γεμάτα εικόνες, να δείχνουμε κατευθείαν στο παιδί την έννοια που δε γνώριζε, με απλό κείμενο, απλής σύνταξης στην αρχή , στο οποίο σταδιακά έμπαιναν δυσκολότερες έννοιες, ή συνθετότερα συντακτικά σχήματα, τα οποία πάντα υποστηρίζονταν με ασκήσεις ανάλογες, λεξικά που μοιράζονταν και μοιράζονται σ’ όλα τα παιδιά και εξωσχολικό βιβλίο που μπορεί να εμβαθύνει σε κάποιο γνωστικό ζήτημα με ποιότητα πολύ ανώτερη των τότε , αλλά και των σύγχρονων βιβλίων του Δημοσίου σχολείου. Φύγανε τα νησιώτικα ξωκλήσια και μπήκανε εκκλησίες και τζαμιά, σε αρμονική συνύπαρξη, όπου παιδιά σε γειτονιές, που μοιάζουνε μ’ αυτές της Ξάνθης ή των Κιμμερίων, παίζουνε, όπως παίζουν τα παιδιά της Θράκης. Παιδιά που τα λένε Αχμέτ και Μελέκ και Θωμά, όπως τα δικά μας τα παιδιά. Στο μικρότερο σχολείο δημιουργηθήκαν βιβλιοθήκες των 300 βιβλίων και τα διδακτήριά μας γεμίσανε υπολογιστές και διαδίκτυο.
Αυτό το υλικό ο Χουσεΐν, δυστυχώς, δεν το πρόλαβε αλλά τα παιδιά στο Αιμόνιο – αυτά στους περιπάτους, τους λέγαμε να φέρουν χαλάκια και φέρνανε λαγοτόμαρα – το αγαπήσανε και σκιρτούσε το αυτάκι τους στη Lesıtsa και στη Μεγάλη Maika αυτά όμως φύγανε νωρίς. Η μειονότητα όμως ποτέ δεν το αγάπησε αυτό το πρόγραμμα, αυτό το υλικό. Το είπε υποτιμητικά « τα παζάρια» και το κατέγραψε στο καρά τεφτέρ Οι πρώτες φωνές διαμαρτυρίας σιγήσανε χάρη στα λεφτά του προγράμματος αλλά μόλις το πρόγραμμα έληξε οι διαμαρτυρίες εντάθηκαν. Το υλικό του προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων δεν τ’ αγάπησε ούτε η εκπαιδευτική διοίκηση, το αγαπήσαμε μόνο εμείς οι δάσκαλοι, που το δουλεύουμε 20 χρόνια τώρα, και οι μαθητές μας, που μαθαίνουν πλέον γράμματα συναντώντας έναν οικείο κόσμο. Οικείο ακόμα και με τ’ ανοίκεια, καθώς η παιδική τους φαντασία και ψυχή βρίσκει μεγάλη χαρά στα παραμυθένια κείμενα της Μαριανίνας Κριεζή, κείμενα που θα τα επιθυμούσε κάθε σχολικό βιβλίο. Εμείς τα ’χουμε, με χαρά τα δουλεύουμε και απολαμβάνουμε αυτή την αντισφαίριση που διενεργείται μέσα στην τάξη μεταξύ πραγματικού και παραμυθιακού κόσμου.
«Κύριε, τώρα αυτό αλήθεια είναι;»
« Ψέματα κι αλήθεια, έτσι είν’ τα παραμύθια Εμινέ»
20 χρόνια μετά τα εκπαιδευτικά πράγματα είναι σαφώς καλύτερα, τα νηπιαγωγεία όπου φοιτούν τα νηπιάκια της μειονότητας κάνουνε θαυμάσια δουλειά στην εκμάθηση της ελληνικής. Τα Πρωτάκια μας πλέον, που έχουν περάσει από το Νηπιαγωγείο, δε συναντούν στο Μειονοτικό Δημοτικό τα ελληνικά ως μια άγνωστη γλώσσα. Σε κάποιες περιπτώσεις τα μιλάνε ικανοποιητικά αλλά κατά βάση τα κατανοούν και δύνανται ν’ ακολουθήσουν τη διδασκαλία. Τα αποτελέσματα στα μειονοτικά δημοτικά δε βγάζουν μάτια, αλλά είναι σαφώς ποιοτικότερα από παλιά, τα Γυμνάσια της Θράκης έχουν κατακλυστεί από μειονοτικούς μαθητές, αγόρια και κορίτσια, και οι πόλεις μας είναι γεμάτες από ταμπέλες μειονοτικών επιστημόνων αποφοίτων των ελληνικών πανεπιστημίων.
Με αυτά τα δεδομένα το Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων και το υλικό του, που διδάσκεται στα Μειονοτικά σχολεία, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί επιτυχημένο , και από τη μειονότητα θα περιμέναμε μία πίεση στην κατεύθυνση του εμπλουτισμού και της επικαιροποίησής του, μια και τα 20 χρόνια που περάσανε φέρανε μία σειρά από νέα δεδομένα. Από τη διοίκηση δε, θα περιμέναμε να μυεί κάθε νέα χρονιά τους νέους συναδέλφους των Μειονοτικών στο υλικό που καλούνται να διδάξουν προκειμένου να μη χάνεται διδακτικός χρόνος στην προσπάθεια των νέων συναδέλφων να χαρτογραφήσουν μία terra incognita για αυτούς. Και οπωσδήποτε θα περιμέναμε της όποιας αντίδρασης να προηγηθεί ένας διάλογος, στον οποίο εμείς οι δάσκαλοι που τα διδάσκουμε θα πρέπει να έχουμε πρωτεύοντα λόγο. Αντ΄ αυτού βλέπουμε, για άλλη μια φορά κλειστά σχολεία. Κλειστά σχολεία για να μη διδάσκουν σ’ αυτά ΕΠΑΘΙΤΕΣ, χρόνια κλειστά τα Μελίβοια, κλειστά σχολεία για να μη διδαχθούν τα βιβλία του Ζεγκίνη, χρόνια κλειστή η Μύκη, κλειστά σχολεία για να μη διδάσκονται τ΄ Αγγλικά και η Φυσική Αγωγή από ειδικευμένους καθηγητές. ΚΛΕΙΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ σήμερα για να μη διδάσκονται τα παιδιά μας υλικό που παρήχθη για τις ιδιαίτερες ανάγκες αλλά για να διδαχθούν βιβλία που απευθύνονται σε παιδιά που μιλούν την ελληνική ως πρώτη-μητρική γλώσσα.
Κλειστά σχολεία, κλειστά μυαλά, σκατά μέλλον.
Σίγουρα η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στην ελληνομάθεια είναι σημαντικότατη, δυο από τις μουσουλμάνες φίλες της μικρής μου μιλάνε τα ελληνικά εφάμιλλα μ’ αυτήν, αλλά δε γίνεται όλα τα παιδιά της μειονότητας να μιλήσουν την ελληνική μ’ αυτή τη φυσικότητα. Από τη στιγμή που οι οικογένειες μιλάνε πομάκικα, τούρκικα ή ρομανί η ελληνική θα είναι δεύτερη ή ξένη γλώσσα και το υλικό μας θα ‘χει τη θέση του στα μειονοτικά σχολεία.
Στο χέρι μας είναι, διαπιστώνοντας τις δυνατότητες, τις ανάγκες αλλά και τις διαθέσεις των μαθητών μας να το ανοίξουμε, να το εμπλουτίσουμε, να το αναπτύξουμε αλλά αυτό αφήστε το σε μας που το γνωρίζουμε, που το δουλεύουμε, που το χρειαζόμαστε.
Ανοίξτε τα σχολεία κι αφήστε μας να κάνουμε τη δουλειά μας.
ΦΥΣΕΚΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ