«Γιατί έγινε βομβιστική επίθεση εναντίον του ΣΚΑΪ και όχι εναντίον άλλου ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού; Η άποψη μου είναι ότι η επίθεση στον ΣΚΑΪ έγινε ακριβώς γιατί είναι ο μοναδικός σταθμός που ασκεί σταθερά κριτική στην κυβέρνηση. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση».
Την άποψη αυτή διατυπώνει ο Μάνος Καραγιάννης, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο King’s College London που κάνει λόγο στο liberal.gr, για «πολιτική αναβάθμιση» της τρομοκρατίας θυμίζοντας ότι έχει να γίνει τέτοια επίθεση εναντίον τηλεοπτικού σταθμού από το 1995, ενώ θεωρεί ότι δηλώσεις τύπου «τα βοθροκάναλα της διαπλοκής» όπως εκείνη του κ. Πολάκη, και «μπορεί να μην έχουν ανατιναχτεί κάποια κανάλια κοντά στον Πειραιά» σαν εκείνη του κ. Καμμένου, προσφέρουν, έστω άθελά τους, ηθική νομιμοποίηση στους τρομοκράτες.
«Το ίδιο παρατηρούμε να συμβαίνει σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες με την επιθετική ρητορική του Τραμπ εναντίον δημοσιογράφων που τους χαρακτηρίζει «εχθρούς του λαού», δεν είναι τυχαίο ότι και εκεί έγιναν πρόσφατα επιθέσεις εναντίον ΜΜΕ», τονίζει με νόημα ο κ. Καραγιάννης.
Χαρακτηρίζει περίεργο το πολιτικό τάιμιγκ της επίθεσης, ενώ δεν αποκλείει να συνιστά μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει πρόσφατα για τα φαινόμενα διαφθοράς στην πολιτική ζωή του τόπου, αφού όπως λέει, όταν μιλάμε για τρομοκρατία συνήθως τίποτα δεν είναι τυχαίο. Και καταλήγει λέγοντας ότι αυτοί που δεν επιθυμούν την εξουδετέρωση της ακροαριστερής τρομοκρατίας είναι εξ ορισμού υποστηρικτές της, δηλαδή εχθροί της δημοκρατίας.
Συνέντευξη στο Γιώργο Φιντικάκη
– Παρακολουθείτε χρόνια την εγχώρια τρομοκρατία. Πως «διαβάζετε» το τρομοκρατικό χτύπημα στο ΣΚΑΪ ; Με βάση όλα όσα έχουν γίνει μέχρι τώρα γνωστά, π.χ. για χρήση πιθανότατα στρατιωτικού τύπου εκρηκτικών, μπορεί κανείς να μιλήσει για ποιοτική «αναβάθμιση» των τρομοκρατικών ενεργειών;
Ο καλός σχεδιασμός και η άρτια εκτέλεση της επίθεσης καταδεικνύουν τη μεγάλη εμπειρία των δραστών. Με μια πρώτη ματιά, η επίθεση μοιάζει αρκετά με εκείνη που έγινε τον Δεκέμβριο του 2017 στο Εφετείο Αθηνών. Δεν πρόκειται για «ποιοτική», αλλά για μια «πολιτική» αναβάθμιση της τρομοκρατίας. Η τελευταία φορά που έγινε τέτοιου είδους επίθεση εναντίον τηλεοπτικού σταθμού ήταν το 1995 όταν η 17Ν χτύπησε με ρουκέτες το MEGA. Είναι σίγουρα μια πολύ ανησυχητική εξέλιξη.
– Σύμφωνα με την αστυνομία ο τρόπος του χτυπήματος δείχνει την «Οργάνωση Λαϊκών Αγωνιστών», που έχει διαπράξει τουλάχιστον δύο βομβιστικές επιθέσεις στο ίδιο μοτίβο, μια στο ΣΕΒ και η άλλη στο Εφετείο Αθηνών. Τι μήνυμα στέλνει μια ενέργεια ενάντια στο δικαίωμα της ενημέρωσης και της πολυφωνίας;
Είναι πολύ πιθανόν πίσω από την επίθεση να είναι η Οργάνωση Λαϊκών Αγωνιστών που παραμένει ενεργή και έχει κάνει παρόμοια χτυπήματα στο παρελθόν. Ακόμα και αν κάποια πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση αναλάβει την ευθύνη, είναι φανερό ότι οι δράστες δεν είναι αρχάριοι. Η στοχοποίηση εργαζομένων σε ΜΜΕ είναι μια βαθιά αντιδημοκρατική πράξη και ως τέτοια πρέπει να καταδικαστεί απερίφραστα από όλους μας. Αυτοί οι άνθρωποι δεν πιστεύουν στην πολυφωνία και το δικαίωμα στην πληροφόρηση.
– Η κυβέρνηση καταδίκασε την ενέργεια. Το κλίμα πόλωσης ωστόσο και η στοχοποίηση από τη κυβέρνηση συγκεκριμένων ΜΜΕ, όπως ο ΣΚΑΪ, δεν αποτελούν τη βάση για τη δημιουργία μιας «εκρηκτικής» ατμόσφαιρας;
Σήμερα τίθεται εμφατικά ένα ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί από τους αρμόδιους. Ας υποθέσουμε ότι οι τρομοκράτες ήθελαν να επιτεθούν σε ένα από τα ιδιωτικά κανάλια που υποστηρίζουν υποτίθεται τη διαπλοκή στην χώρα. Γιατί έγινε βομβιστική επίθεση εναντίον του ΣΚΑΪ και όχι εναντίον άλλου ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού; Η άποψη μου είναι ότι η επίθεση στον ΣΚΑΪ έγινε ακριβώς γιατί είναι ο μοναδικός σταθμός που ασκεί σταθερά κριτική στην κυβέρνηση. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση.
– Το ρωτώ γιατί αρκετοί θεωρούν ότι με τη μέχρι τώρα στάση της η κυβέρνηση απέναντι στην εγχώρια τρομοκρατία, της έχει προσφέρει «ηθική νομιμοποίηση». Ποια η γνώμη σας;
Κοιτάξτε δηλώσεις του τύπου «τα βοθροκάναλα της διαπλοκής» που έκανε ο κύριος Πολάκης και εκείνη του κύριου Καμμένου ότι «μπορεί να μην έχουν ανατιναχτεί κάποια κανάλια κοντά στον Πειραιά» προσφέρουν, έστω άθελα τους, ηθική νομιμοποίηση στους τρομοκράτες. Το ίδιο παρατηρούμε να συμβαίνει σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες με την επιθετική ρητορική του Τραμπ εναντίον δημοσιογράφων που τους χαρακτηρίζει «εχθρούς του λαού». Δεν είναι τυχαίο ότι και εκεί έγιναν πρόσφατα επιθέσεις εναντίον ΜΜΕ.
– Πως να ερμηνεύσουμε το τάιμινγκ επανεμφάνισης της εγχώριας τρομοκρατίας, που έγινε σε μια περίοδο όξυνσης της πολιτικής αντιπαράθεσης, και ενώ έχουμε στην ουσία μπει σε προεκλογική περίοδο;
Το πολιτικό τάιμινγκ της επίθεσης προκαλεί πολλά ερωτήματα σχετικά με τα πραγματικά κίνητρα των δραστών. Γιατί έγινε τώρα η επίθεση και όχι νωρίτερα ή αργότερα; Ίσως αυτό να οφείλεται μόνο σε δικούς τους επιχειρησιακούς λόγους. Μπορεί, όμως, να συνιστά μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης από τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει πρόσφατα για τα φαινόμενα διαφθοράς στην πολιτική ζωή του τόπου. Δεν μπορεί κανείς να είναι βέβαιος, αλλά όταν μιλάμε για τρομοκρατία συνήθως τίποτα δεν είναι τυχαίο.
– Το ρωτώ γιατί είχαμε ένα χρόνο να δούμε τόσο «σοβαρή» τρομοκρατική ενέργεια, από τη βομβιστική επίθεση στο Εφετείο το Δεκέμβριο του 2017. Μεσολάβησε θέλω να πω μια περίοδος «αποχής»…
Αυτό μπορεί να έχει να κάνει με τον τρόπο λειτουργίας της οργάνωσης και τους διαθέσιμους ανθρώπινους και υλικούς πόρους, αλλά και διάφορες διεργασίες που συντελούνται στο εσωτερικό του αντιεξουσιαστικού κινήματος. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει όλοι να συμφωνήσουμε ότι η Ελλάδα έχει ένα σοβαρό πρόβλημα ακροαριστερής τρομοκρατίας. Πολύ φοβάμαι ότι οι διωκτικές αρχές από μόνες τους δεν μπορούν να το αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά. Χρειάζεται η συγκρότηση μιας μεγάλης δημοκρατικής συμμαχίας ενάντια στην τρομοκρατία που να περιλαμβάνει πολιτικές δυνάμεις, την Κοινωνία των Πολιτών, την επιχειρηματική κοινότητα, την Εκκλησία και όσους πιστεύουμε στις αρχές της αστικής δημοκρατίας. Αυτοί που δεν επιθυμούν την εξουδετέρωση της ακροαριστερής τρομοκρατίας είναι εξ ορισμού υποστηρικτές της, δηλαδή εχθροί της δημοκρατίας.
* Ο Μάνος Καραγιάννης είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο King’s College London.