Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Μας… τελείωσε και η δικαιολογία των ιταλικών πιέσεων. Μέχρι προχθές, επικρατούσε η αντίληψη ότι η διατήρηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων σε «επίπεδα κρίσης», ήτοι με το spread του 10ετούς να ξεπερνάει τις 400 μονάδες βάσης, είχε τις ρίζες της στην ιταλική κόντρα για τον προϋπολογισμό και στο κακό κλίμα στις αγορές. Όμως, μετά τη συμφωνία Ρώμης-Βρυξελλών για το έλλειμμα και τη μερική αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ιταλικών ομολόγων, ελληνικές μετοχές και ομόλογα είναι οι μόνοι τίτλοι στην Ευρώπη που συμπεριφέρονται σαν να μην συνδέονται με χώρα της Ευρωζώνης.
Την ίδια ώρα, οι καταστροφικές προβλέψεις για το 2019 απειλούν την Ελλάδα με μόνιμο αποκλεισμό από τις αγορές. Για τον εν λόγω κίνδυνο προειδοποίησε χθες ο Γιάννης Στουρνάρας, τονίζοντας μέσω της Ενδιάμεσης Έκθεσης Νομισματικής Πολιτικής της ΤτΕ, πως μόνο αν το ελληνικό δημόσιο επιστρέψει με βιώσιμο τρόπο στις αγορές, πολύ πριν εξαντληθεί το κεφαλαιακό απόθεμα, θα μπορούμε να πούμε ότι ξεπεράσαμε την κρίση.
Με το που έγινε γνωστή η συμφωνία της ιταλικής κυβέρνησης με την Κομισιόν, το επιτόκιο δανεισμού της Ιταλίας υποχώρησε σημαντικά για να βρεθεί χθες στο επίπεδο του 2,74%, με το spread μεταξύ ιταλικών και γερμανικών ομολόγων κοντά στις 250 μονάδες βάσης. Έτσι, τουλάχιστον προς το παρόν, αποτράπηκε η κρίση, παρά το γεγονός ότι ακόμη και μετά την πτώση, τα επιτόκια παραμένουν υπερβολικά υψηλά τόσο για το δημόσιο, όσο και για τις ιταλικές επιχειρήσεις.
Αντιθέτως, τα ελληνικά ομόλογα, των οποίων οι αποδόσεις συμπαρασύρονταν εδώ και μήνες σε άνοδο κάθε φορά που κλιμακωνόταν η ένταση με τις Βρυξέλλες, δεν πήραν την κατιούσα αλλά διατηρήθηκαν στο επίπεδο του 4,29%, με το spread μεταξύ ελληνικών και ιταλικών ομολόγων να εκτινάσσεται στις 155 μονάδες βάσης, αποδεικνύοντας ότι η Ελλάδα έχει τις δικές της αβεβαιότητες. Όσο για το spread με τα γερμανικά ομόλογα, αυτό ξεπερνάει τις 400 μονάδες βάσης, ενώ με τα πορτογαλικά ομόλογα διαμορφώνεται στις 264μ.β., με τα ισπανικά στις 292 μ.β. και με τα γαλλικά στις 362 μ.β.
Με δεδομένο, λοιπόν, ότι οι ελληνικοί τίτλοι κινούνται έντονα ανοδικά στις αναταράξεις αλλά δύσκολα υποχωρούν όταν σημειώνονται θετικές εξελίξεις, η προσπάθεια της χώρας να επιστρέψει με ικανοποιητικά επιτόκια στις αγορές εξελίσσεται σε… άθλο. Η επενδυτική κοινότητα δείχνει με τη στάση της ότι έχει βαρεθεί να ασχολείται με μία χώρα που έχει μεγάλα σκαμπανεβάσματα και αρνείται να εφαρμόσει φιλικές προς την επιχειρηματικότητα πολιτικές, ενώ παράλληλα καθυστερεί να ολοκληρώσει ιδιωτικοποιήσεις και να δώσει λύσεις σε θέματα απονομής δικαιοσύνης.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, ο διοικητής της ΤτΕ συνέδεσε τις αισιόδοξες προοπτικές για την επιτάχυνση της ανάπτυξης και την έξοδο από την κρίση με μία δέσμη δέκα παρεμβάσεων, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τους κινδύνους τόσο από το εσωτερικό της χώρας όσο και από το εξωτερικό περιβάλλον.
Στο μεταξύ, εκτιμάται ότι παρά τη συμφωνία Ρώμης-Βρυξελλών, οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων θα κινηθούν ανοδικά το 2019, συμπαρασύροντας τους ελληνικούς τίτλους. Η Ελλάδα, άλλωστε, θεωρείται η χώρα που έχει πληγεί περισσότερο από την ιταλική κρίση και η μοναδική που εμφανίζει τόσο μεγάλη «ευαισθησία» στις διακυμάνσεις των ιταλικών ομολόγων. Σύμφωνα με την Capital Economics, αυτή τη φορά η άνοδος στις αποδόσεις θα οφείλεται κατά κύριο λόγο στις ανησυχίες για την ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα του χρέους. Ανησυχίες που «μοιράζονται» οι επενδυτές τόσο για την Ιταλία όσο και για την Ελλάδα.
Αναλυτές από την Ιταλία σημειώνουν στο liberal.gr, ότι η συμφωνία Ιταλίας-Κομισιόν δεν οδηγεί σε ευτυχές τέλος το… ιταλικό σίριαλ καθώς οι πολιτικές που περιέχει ο προϋπολογισμός συνεχίζουν να μην ικανοποιούν τις αγορές. Ένας προϋπολογισμός με υψηλές δαπάνες, περιορισμένες επενδύσεις, υψηλούς φόρους για τις επιχειρήσεις και μηδενική διαρθρωτική προσαρμογή δεν μπορεί να πείσει ότι η Ιταλία μπαίνει σε σωστό δρόμο.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την Ελλάδα. Αν η ελληνική κυβέρνηση, η υφιστάμενη και η επόμενη, δεν εφαρμόσει πολιτικές που θα δείχνουν ότι λειτουργεί με γνώμονα τη δημοσιονομική συνέπεια, θα παραμείνει αποκλεισμένη από τις αγορές. Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν το ελληνικό δημόσιο βγήκε στις αγορές το επιτόκιο δανεισμού ήταν χαμηλότερο από σήμερα. Αυτό που έχει μεσολαβήσει από τότε είναι η επίσημη έξοδος από τα μνημόνια, όμως η Ελλάδα παραμένει χώρα «υψηλού κινδύνου».