Η Ελλάδα και τα σενάρια απομάκρυνσης της Αγκυρας από την Δύση
Αν οι σχέσεις Αγκυρας- Ουάσιγκτον οδηγηθούν σε πραγματική κρίση, θα είναι η πρώτη στην ιστορία.
Η ιστορία των σχέσεων Τουρκίας – Ρωσίας είναι μια ιστορία πολέμων και διπλωματικών κρίσεων. Η πιο πρόσφατη προκλήθηκε από την κατάρριψη ενός ρωσικού πολεμικού αεροσκάφους, μέσα στον εναέριο χώρο της Συρίας, από τουρκικά πυρά.
Ο Ερντογάν, ως συνήθως, είπε βαριές κουβέντες, η Μόσχα απάντησε με ένα σκληρό εμπάργκο, τα πράγματα έμοιαζαν να οδηγούνται στα άκρα, έως ότου ένα τηλεφώνημα και μια αναπάντεχη συγνώμη μετέτρεψαν την κρίση σε ειδύλλιο. Ερντογάν και Πούτιν έχουν συναντηθεί οκτώ φορές μέσα σ έναν χρόνο.
Στην τελευταία τους συνάντηση, την Δευτέρα, το ειδύλλιο επιβεβαιώθηκε και βάθυνε. Η Τουρκία, όπως ανακοινώθηκε,θα έχει εγκαταστήσει στο έδαφός της, μέχρι τον ερχόμενο Ιούλιο, τα ρωσικά οπλικά συστήματα S-400. Παρά τις αμερικανικές προειδοποιήσεις ότι αυτό θα οδηγήσει σε αντίποινα και- άκουσον, άκουσον- θα θέσει εν αμφιβολία τους δεσμούς της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ.
Τουρκία και ΗΠΑ
Η ιστορία των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων, αντίθετα, είναι μια ιστορία στενής συνεργασίας και εξάρτησης. Η Τουρκία υπήρξε, δεκαετίες τώρα, το πολυτιμότερο πιόνι στην σκακιέρα του ψυχρού πολέμου και της νεότερης εκδοχής του, αλλά και ο καλύτερος πελάτης της αμερικανικής στρατιωτικής βιομηχανίας. Αν τώρα οι σχέσεις Αγκυρας- Ουάσιγκτον οδηγηθούν σε πραγματική κρίση, θα είναι η πρώτη στην ιστορία. Η ειρωνεία μάλιστα είναι ότι αυτό συμβαίνει επί των ημερών του Ντόναλντ Τραμπ, του Προέδρου που, σε προσωπικό επίπεδο, αισθάνεται εγγύτερα προς την σουλτανική εκδοχή του Ταγίπ Ερντογάν.
Τα σημάδια, πάντως, είναι πυκνά και είναι πρωτοφανή: Η συμμετοχή κορυφαίου αμερικανού υπουργού στην τριμερή σύνοδο κορυφής Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ ήταν ένα μήνυμα εξαιρετικό εύγλωττο. Η προειδοποίηση του αμερικανικού Πενταγώνου προς την Αγκυρα για τα ρωσικά οπλικά συστήματα ήταν διατυπωμένη σε ελάχιστα διπλωματικά γλώσσα, ως ευθεία απειλή.
Και η κατάθεση στην Γερουσία μιας πρότασης νόμου, με δύο βαριές υπογραφές, ενός δημοκρατικού κι ενός ρεπουμπλικάνου γερουσιαστή με βαρύνουσα γνώμη στα θεμνατα εξωτερικής πολιτικής, που αίρει το εμπάργκο όπλων προς την Κυπριακή Δημοκρατία και καθιερώνει ελέγχους της συμπεριφοράς των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στο Αιγαίο και την θάλασσα της Κύπρου, ήρθε ως κερασάκι στην τούρτα.
Ριζική αλλαγή συσχετισμών
Όλα αυτά είναι, βέβαια, προς το παρόν, ενταγμένα σε ένα παιχνίδι διαπραγμάτευσης εξ αποστάσεως και μέσω αμοιβαίων απειλών και εκβιασμών. Η έκβαση του παιγνίου δεν είναι δεδομένη. Αλλά το παιχνίδι είναι εξαριετικά σοβαρό. Θα μπορούσε να εξελιχθεί σε game changer, ριζική αλλαγή συσχετισμών, ισορροπιών και ρόλων στην ανατολική Μεσόγειο.
Όλα εξαρτώνται, προς το παρόν, από τον ίδιο τον Ερντογάν. Την επομένη των δημοτικών εκλογών της 31ης Μαρτίου, όπου κέρδισε την χώρα αλλά έχασε όλες τις μεγάλες πόλεις της, ο Ερντογάν είχε δύο μεγάλα διλήμματα πολιτικής.
Ενα, ήταν αν θα προχωρήσει σε αλλαγή οικονομικής πολιτικής, με σκληρά μέτρα, τύπου ΔΝΤ, για να προλάβει μια κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας, μετά από 15 χρόνια ευφορίας, να προλάβει μια επιστροφή στην οικονομική μιζέρια του τέλους της δεκαετίας του 90, που ήταν το ελατήριο που τον εκτίναξε στην εξουσία.
Και δύο, αν θα προχωρήσει σε μια διόρθωση εξωτερικής πολιτικής, ώστε να φέρει την Τουρκία κοντύτερα διπλωματικά προς τις δυτικές δυνάμεις- ευρωπαϊκές κυρίως- από τις οποίες η τουρκική οικονομία εξαρτάται περισσότερο. Η λογική έλεγε ότι θα το κάνει. Όσοι ισχυρίζονται ότι ξέρουν την ιδιοσυγκρασία του έλεγαν ότι θα το κάνει, θα κάνει την στροφή, αφού πρώτα οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα, ότι θα πατήσει γκάζι προς τον τοίχο πριν στρίψει το τιμόνι.
Αυτό συμβαίνει τώρα; Σε μια τέτοια πολιτική τακτική εντάσσεται η πρόκληση προς την Ουάσιγκτον μέσω Μόσχας; Τεντώνει το σχοινί, πριν το αφήσει λάσκα; Προκαλεί, για να «πουλήσει ακριβά» την στροφή του;
Διπλωματικά ακροβατικά
Το βέβαιο είναι ότι ο Ερντογάν δεν έχει ακόμη συμβιβαστεί ούτε καν με το αποτέλεσμα της κάλπης. Ζητά επανακαταμέτρηση στην Κωνσταντινούπολη, απειλεί με επανάληψη των εκλογών και στις εφημερίδες που τον υποστηρίζουν διατυπώνονται σχεδόν ανοιχτά απειλές ότι εκείνοι που είχαν την ατυχή ιδέα να κερδίσουν στις εκλογές κινδυνεύουν να βρεθούν κατηγορούμενοι ως πράκτορες ξένης δύναμης! Αν η συμπεριφορά στο εσωτερικό προλέγει την διεθνή συμπεριφορά, τα ως τώρα σημάδια δεν είναι ενθαρρυντικά.
Οι ρεαλιστές επιμένουν, βέβαια, ότι ο Ερντογάν στο τέλος δεν θα πάει κόντρα στην λογική και ότι η Ουάσιγκτον δεν θα αφήσει τοσο εύκολα να «χαθεί η Τουρκία». Αλλά αυτό που βλέπουμε είναι διπλωματικά ακροβατικά δίχως δίχτυ προστασίας.
Στην Ουάσινγκτον και σε κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τα απίθανα σενάρια, αντιμετωπίζονται πια ως πιθανά και ετοιμάζονται εναλλακτικές στρατηγικές για το ενδεχόμενο η Αγκυρα να συνεχίσει και να πάει μακρυά στον δρόμο που θα την απομακρύνει στρατηγικά από την Δύση.
Nέα ισορροπία
Στα σενάρια αυτά, η Ελλάδα και τριμερής Ελλάδας-Ισραήλ-Κύπρου έχουν μια κεντρική θέση. Είναι μια δραματική αλλαγή σε σχέση με την κατάσταση των τελευταίων 70 χρόνων, όπου η Ελλάδα ήταν παραπληρωματική της Τουρκίας στην στρατηγική της Δύσης.
Η νέα ισορροπία φέρει μαζί της ευκαιρίες, αδιανόητες ως πρόσφατα, αλλά και κινδύνους, που ήταν επίσης αδιανόητοι ως πρόσφατα. Και το ερώτημα είναι: Προετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενο; Υπάρχει κάπου στην ελληνική δημόσια σφαίρα, έστω και καλά κρυμμένος, ένας χώρος όπου η ελληνική πολιτική, πέρα από το σκανδαλοθηρικό της ξεκατίνιασμα, προετοιμάζεται και μας προετοιμάζει για ένα σενάριο που μπορεί ακόμη να μην είναι το πιθανότερο, αλλά δεν είναι πια και εντελώς απίθανο;