Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Την ώρα που η Κομισιόν χαιρετίζει την πλήρη άρση των capital controls και η Citi πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, εκτιμώντας ότι η εξέλιξη αυτή θα φέρει αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου, τα κρατικά ομόλογα δείχνουν το δρόμο για την ελληνική οικονομία και αντανακλούν με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο την αλλαγή κλίματος που συντελείται τους τελευταίους μήνες.
Χθες, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς κατέγραψε ένα ακόμη ιστορικό χαμηλό φτάνοντας έως το επίπεδο του 1,82%, όμως αυτό δεν αποτελεί πλέον είδηση, υπό την έννοια ότι είναι συχνό φαινόμενο. Αν, ωστόσο, ρίξουμε μία ματιά στην ταχύτητα με την οποία εξελίσσεται η αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών χρεογράφων θα δούμε ότι από τις ευρωεκλογές του Μαΐου μέχρι σήμερα η πτώση είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με την πτώση στα 9 χρόνια που η Ελλάδα ήταν αποκλεισμένη από τις αγορές.
Η τελευταία έκδοση 10ετούς ομολόγου πριν η χώρα μας χρεοκοπήσει πραγματοποιήθηκε στις 11 Μαρτίου του 2010, με το ελληνικό δημόσιο να αντλεί 5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 6,39%. Εννέα χρόνια αργότερα – τον περασμένο Μάρτιο – η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε στην πρώτη μεταμνημονιακή έκδοση 10ετούς ομολόγου σε μία ιστορική στιγμή καθώς έτσι ξεκίνησε η πραγματική επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές. Το δημόσιο δανείστηκε 2,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 3,9%, δοκιμάζοντας τις διαθέσεις των επενδυτών.
Το επιτόκιο κρίθηκε ικανοποιητικό αφού η χώρα προερχόταν από μία περίοδο 9 ετών κατά την οποία βίωσε την απόλυτη απαξίωση και βρέθηκε δύο φορές στο χείλος της καταστροφής, ενώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το επιτόκιο δανεισμού είχε υποχωρήσει κάτω από το 6% το 2014 αλλά εκτινάχθηκε ξανά άνω του 15% το καλοκαίρι του 2015.
Η μείωση του κόστους δανεισμού από το 6,39% που σηματοδότησε τον αποκλεισμό από τις αγορές το 2010 έως το 3,9% της «επιστροφής», είναι της τάξης του 39%. Αν εξετάσουμε την περίοδο από τις ευρωεκλογές έως το χθεσινό ιστορικό χαμηλό του 1,82%, θα δούμε ότι η αλλαγή κλίματος είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Την ημέρα πριν τις ευρωεκλογές, στις 24 Μαΐου, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου διαμορφώθηκε στο 3,362%, ενώ χθες έφτασε έως το 1,821%, σημειώνοντας σε τρεις μήνες πτώση μεγαλύτερη του 45%.
Οι βασικοί λόγοι για τους οποίους οι ελληνικοί τίτλοι αρχίζουν να συμπεριφέρονται «κανονικά» σχετίζονται τόσο με εσωτερικούς όσο και με εξωτερικούς παράγοντες. Πρώτον, το κλίμα έχει βελτιωθεί σημαντικά στο εσωτερικό της χώρας κάτι που φάνηκε τόσο από την πλήρη άρση των capital controls, όσο και από τα στοιχεία του ΙΟΒΕ, σύμφωνα με τα οποία ο δείκτης οικονομικού κλίματος ανήλθε τον Ιούλιο στις 105,3 μονάδες που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο του 2008.
Δεύτερον, το διεθνές περιβάλλον ευνοεί τα ελληνικά ομόλογα καθώς οι επενδυτές δείχνουν τεράστιο ενδιαφέρον για ομόλογα της Ευρωζώνης και τα χρεόγραφα της χώρας μας φέρουν τις υψηλότερες αποδόσεις. Παρ’ όλα αυτά, αναλυτές σημειώνουν πως αν δεν υπήρχε εμπιστοσύνη στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας η πτώση των αποδόσεων δεν θα ήταν ούτε τόσο μεγάλη ούτε τόσο σφοδρή, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της Ιταλίας.
Επιπλέον, η πολυαναμενόμενη εφαρμογή ενός δεύτερου κύκλου ποσοτικής χαλάρωσης ενισχύει ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον ανεξάρτητα από το κατά πόσο η Ελλάδα θα προλάβει να ενταχθεί στο QE, αφού ακόμη και αν δεν τα καταφέρει οι τεράστιες εισροές κεφαλαίων στην Ευρωζώνη αναμένεται να οδηγήσουν σε πτώση και τις ελληνικές αποδόσεις.