O Κωστής Παλαμάς, ο αγώνας για τη γλώσσα και «Το Χαίρε της Τραγωδίας»

 

Αφιερωμένο στη Δώρα Δ. και στον Νίκο Κ.

 

του Θανάση Μουσόπουλου

Τον Κωστή Παλαμά, όπως είπαμε και σε άλλα κείμενά μας, τον γνώρισα και στον αγάπησα από τα εφηβικά μου χρόνια, μαζί με τον Διονύσιο Σολωμό.  Το σχολικό έτος 1966 – 67, μαθητής της Γ’ κλασικού Λυκείου, είχα φιλόλογο στα Νέα Ελληνικά τον αείμνηστο Ιωακείμ Δερέ. Με βοήθησε και με παρακίνησε να εμβαθύνω στη νεότερη λογοτεχνία. Τον Οκτώβρη του 1966 αγόρασα έναν τόμο με τίτλο  ΄Απαντα του Κωστή Παλαμά. Τότε διάβασα Δωδεκάλογο, Φλογέρα και Τάφο.

Στη Φλογέρα του Βασιλιά, περιλαμβάνεται και η Ηρωική Τριλογία, με πρώτο το ποίημα «Το Χαίρε της Τραγωδίας» (1903). Το αναφέρω, γιατί – όταν πήγαμε την πολυήμερη εκδρομή των τελειοφοίτων – στο αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τον Μάιο του 1967 διάβασα το ποίημα αυτό, για να κατανοήσουμε την ακουστική του θεάτρου.

Το ποίημα αυτό συνδέεται με τους αγώνες του Κωστή Παλαμά και του λαού μας για την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας, στις αρχές του 20ου αιώνα.

Ο Παλαμάς στην τελευταία εικοσαετία του 19ου αιώνα αγωνίστηκε για την καθιέρωση της γλώσσας του λαού πρώτα στην ποίηση και στη συνέχεια στον πεζό λόγο και σε όλες τις εκφάνσεις κοινωνικής ζωής. Για να κατανοήσουμε το μέγεθος του αγώνα του να λάβουμε υπόψη ότι η γενίκευση της χρήσης της δημοτικής γλώσσας επισημοποιήθηκε μόλις το 1976, ΦΕΚ 30 Απριλίου 1976!

*

Ο Κωστής Παλαμάς με κάθε τρόπο πάλεψε για τη γλώσσα του λαού, την εθνική γλώσσα. Πολλές φορές είχε να αντιμετωπίσει εχθρικές κινήσεις για τη φήμη και τη θέση του στο πανεπιστήμιο.  Αγαπούσε και πρόβαλε το παρελθόν μας, την αρχαιότητα και το βυζάντιο, όμως αυτό το διαχώριζε από τη γλώσσα. Η καθαρεύουσα, που επικρατούσε κατά την περίοδο 1830 – 1880, δεν είχε καμία σχέση με τη διαχρονία και συνέχεια του ελληνισμού. Βέβαια, πολλοί ήταν οι «γλωσσαμύντορες» καθηγητές του πανεπιστημίου που θεωρούσαν τους δημοτικιστές, που αποκαλούσαν «μαλλιαρούς» και τον Κωστή Παλαμά ως προδότη  και εχθρό του λαού.

Έχουμε μάλιστα συγκρούσεις, όπως τα «Ευαγγελιακά» του 1901. Με πρωτοβουλία της βασίλισσας Όλγας, γυναίκας του Γεώργιου Α’, εκπονήθηκε μετάφραση των ευαγγελίων στη δημοτική. Οι φοιτητές ξεκίνησαν εκστρατεία με στόχο τη δυσφήμηση της μετάφρασης αλλά και της Όλγας. Λίγο μετά, η εφημερίδα «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη – κουμπάρου του Κωστή Παλαμά –  άρχισε να δημοσιεύει σε συνέχειες το ευαγγέλιο σε μετάφραση Αλέξανδρου Πάλλη. Οι καθηγητές κατέβασαν τους φοιτητές στους δρόμους με αίτημα να σταματήσει η δημοσίευση. Φυσικά, η εφημερίδα δεν είχε τέτοιο σκοπό. Οι φοιτητές ξεσηκώθηκαν, ταραχές και συγκρούσεις. Όταν όλα ηρέμησαν, μετρήθηκαν οχτώ νεκροί κι ογδόντα τραυματίες. Έπεσε και η κυβέρνηση.

Όμως, το ποτάμι δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω.

Στα 1903, ανέβηκε η «Ορέστεια» μεταφρασμένη σε απλή γλώσσα. Πριν από την παράσταση, διαβάστηκε το ποίημα του Κωστή Παλαμά «Το χαίρε της τραγωδίας». Οι γλωσσαμύντορες ξεσήκωσαν τους φοιτητές που έκαναν διαδηλώσεις και φώναζαν «Κάτω ο Παλαμάς». Ως «Ορεστειακά» έμειναν στην ιστορία οι αιματηρές συγκρούσεις που σημειώθηκαν το 1903, με αφορμή την παράσταση της «Ορέστειας» του Αισχύλου μεταφρασμένης στη Δημοτική. Η πρώτη παράσταση δόθηκε το Σάββατο 1 Νοεμβρίου 1903. Η Μαρίκα Κοτοπούλη ενσάρκωνε την Αθηνά Παλλάδα και απήγγελλε το «Χαίρε της Τραγωδίας» του Κωστή Παλαμά. Εκείνες τις μέρες το βράδυ έχει διάλεξη ο Μιστριώτης. Οι φοιτητές, ξαναμμένοι από τον καθηγητή τους, καλούν τον ελληνικό λαό σε ανταρσία. Οι φοιτητές φωνάζουν συκοφαντικά συνθήματα. Την επόμενη καλούν το λαό σε συμπαράσταση – διαδήλωση: «Ζήτω το Πανεπιστήμιον», «Ζήτω ο Μιστριώτης» φωνάζουν. Στη Σταδίου και στα Προπύλαια ξεσπούν επεισόδια. Φοιτητές και στρατός συμπλέκονται, πέφτουν έξι πυροβολισμοί και ακολουθεί ομοβροντία. Μια σφαίρα στρατιωτικού πετυχαίνει στο στήθος τον 22χρονο εφημεριδοπώλη Ι. Μαντά, άλλοι μιλούν για δύο νεκρούς και εφτά τραυματίες.

*

Κωστής Παλαμάς – Το χαίρε της τραγωδίας

Στη δα Μαρία Κοτοπούλη που τους / είπε τους στίχους τούτους από τη / σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου, την / αλησμόνητη βραδιά που πρωτάνοιξε / με την παράσταση της αισχυλικής “Ορέστειας”.

Ὀλολύξατε νῦν ἐπὶ μολπαῖς Αἰσχύλος (Εὐμενίδες).

Μ’ έκραξες; έρχομαι από πέρα,
χαίρε! Σ’ εσέ το χαίρε, ω πλάστη και ω πατέρα!
Είμαι η βασίλισσα της Τέχνης, είμαι η Τραγωδία.
Στης παναρμονικότατης Αθήνας τον αέρα
όλα είναι σαν αγάλματα, βλαστάρια ενός Φειδία,
όλα, και τα καλά του νου, σαν τα καλά της πλάσης·
και μέσα σε όλα ένας εσύ δεν είσαι για να μοιάσεις.

[…] Από το βάρβαρο έρχομαι, γυρίζω από το Σκύθη.
Χειμώνες το ’ριξαν αλλού το πλάνο μου καράβι,
Σοφία η αττική θεά φέγγει μακριά στα ξένα,
και μ’ ήβρανε κι ερωτικά με χάιδεψαν εμένα
Λατίνοι, Φράγκοι, Γερμανοί και Βρετανοί και Σλάβοι.
Σαιξπήροι και Κορνήληδες και οι Κάλδερον και οι Γκαίτε
με το δικό μου τον καημό, με το δικό μου γάλα
τ’ ανάθρεψαν τα ωραία τους παιδιά και τα μεγάλα·
μα ό,τ’ είναι μέγα μέγα ειναι, γιατί από σε κρατιέται.
Και της πορφύρας που ύφανες για με τ’ απομεινάρια
γινήκαν γκόλφια αλλόφυλων και μάγων φυλαχτάρια.
Άνθισα στην Ανατολή και πέρασα στη Δύση·
χίλιων εθνών, μύριων ψυχών πολέμους, πόθους, μίση,
τ’ ανάστησεν ο λόγος μου και το παιγνίδισμά μου,
και μες στις άλλες μου αδερφές κι όπου κι αν περνούσα
ήμουν των άλλων ταίριασμα κι όλων κορόνα, η Μούσα·
μα η ξενιτιά μού τ’ άλλαξε και γλώσσα και θωριά μου.

[…] Ένα όραμα, ένα όραμα, φως και φτερά του νου!
Πάλε σαν πρώτα, απ’ τα βαθιά του αμέτρητού σου τραγουδιού
κάμε η Ελλάδα να υψωθεί
σε Ανατολή και Δύση,
που είναι του μέτρου η μουσική και της υγείας η βρύση,
η Ελλάδα· χαμογέλα της, αγέλαστε, κι εσύ!
[1903]
*

Κλείνοντας το μικρό τούτο κείμενό μας, αναφέρω μια παράγραφο από την εξαιρετική εργασία «Ο Παλαμάς και η γλώσσα» της Ελένης Πολίτου-Μαρμαρινού από τον τόμο «Το Γλωσσικό Ζήτημα – σύγχρονες προσεγγίσεις», επιστημονική επιμέλεια Γ. Μπαμπινιώτη, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2011, σελ. 619.

Η ερευνήτρια αναφέρεται στο σπίτι του θείου του Δ. Παλαμά που πεντάρφανος βρίσκεται στο Μεσολόγγι έξη χρονώ ο μικρός Κωστής. «Ο Παλαμάς, σ’ αυτό το «ευλογημένο σπίτι» – γιατί «ό,τι έλειπεν από το σχολείον, το σχολαστικόν, το τυπικόν, και το αποκτηνωτικόν […] μας το πρόσφερε το σπίτι» (Δ ́ 485) – τα παιχνίδια που έπαιζε «καταμόναχος» και τα ομαδικά παιχνίδια στα οποία πρώτευε ήταν «τα παιγνίδια του Λόγου» (Δ ́ 314, 320). Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το περιβάλλον ο νεαρός μελλοντικός ποιητής ήρθε σε συστηματική επαφή με τη γραπτή ελληνική γλώσσα, εισχώρησε στα μυστικά της και γοητεύτηκε από τον πλούτο και τις απεριόριστες εκφραστικές δυνατότητές της».

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ 2020