Με άρθρο του στα ΝΕΑ  ο πρώην Υπουργός Α. Κοντός δίνει την πραγματική διάσταση του πρωτογενούς τομέα στο ΑΕΠ της Χώρας και φυσικά τις παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν από την πολιτεία και από τους ίδιους τους αγρότες για να καταστεί πλέον ο πραγματικός μοχλός ανάπτυξης.

Άρθρο μου το οποίο φιλοξενήθηκε σε αφιέρωμα με θέμα “Επιχειρείν” στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ” το Σάββατο 4 Ιουλίου 2020.

“Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας μας, αποτελεί το βασικό ζητούμενο για το μέλλον της αγροτικής οικονομίας αλλά και της μεταποίησης των ελληνικών αγροτικών προϊόντων.

Μπορεί ο πρωτογενής τομέας να αντιπροσωπεύει λιγότερο από 5% του εθνικού μας ΑΕΠ, όμως η συνολική του συμβολή είναι πολλαπλάσια εάν συνυπολογίσουμε τον κλάδο μεταποίησης των αγροτικών προϊόντων αλλά τις πάσης φύσεως υπηρεσίες που εξαρτώνται άμεσα από την παραγωγή τους (εσωτερικές και διεθνείς μεταφορές, διάθεση αγροτικών εφοδίων, τραπεζικές υπηρεσίες σε αγρότες και μεταποιητές αγροτικών προϊόντων κ.α.), που δεν συνυπολογίζεται στο αγροτικό ΑΕΠ.

Παράλληλα, δημιουργούνται πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα για εμπόρους και επαγγελματίες στην ελληνική περιφέρεια από τα εισοδήματα των αγροτών, που προέρχονται τόσο από τη διάθεση των προϊόντων τους, όσο και από τις άμεσες ενισχύσεις που εισρέουν ετησίως και ανέρχονται περίπου στα 2 δισ. Ευρώ.

Μπορεί να διανοηθεί ο οποιοσδήποτε σε τι επίπεδα θα έφθανε η ανεργία και η απερήμωση στη χώρα μας, εάν δεν υπήρχε ο αγροτικός τομέας;

Επιπροσθέτως, ο Covid-19 ανέδειξε ακόμη περισσότερο τη σημασία του πρωτογενούς τομέα, αφού σε ενδεχόμενο κλείσιμο των συνόρων, είτε για λόγους πανδημίας, είτε ακόμη και για λόγους πιθανού θερμού επεισοδίου, η χώρα πρέπει να διαθέτει, εκτός από υγειονομικό και πολεμικό υλικό, επαρκή ποσότητα υγιεινών και ασφαλών τροφίμων (που είναι σίγουρα τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα) για να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες των Ελλήνων πολιτών.

Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι, ο αγροτικός τομέας αποτελεί ήδη σημαντικό παράγοντα εισροής συναλλάγματος, αφού τα ποιοτικά ελληνικά αγροτικά προϊόντα καλύπτουν σημαντικό ποσοστό των εξαγωγών μας, το οποίο κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, μπορεί να διευρυνθεί πολύ περισσότερο.

Κατά συνέπεια, ο πρωτογενής τομέας είναι απαραίτητο να τεθεί στο κέντρο ενός νέου παραγωγικού μοντέλου της χώρας μας με τις εξής κύριες προτεραιότητες.

Κλιματική αλλαγή: Τα τελευταία χρόνια, όλες σχεδόν οι γεωργικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις έχουν υποστεί μεγάλες καταστροφές από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τα οποία δεν αποτελούν πλέον την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στον πλανήτη γενικότερα. Η Πολιτεία οφείλει να στηρίξει το αγροτικό εισόδημα, τις επιχειρήσεις που μεταποιούν αγροτικά προϊόντα και τις πάσης φύσεως υπηρεσίες που προέρχονται από τον αγροτικό τομέα και να κατευθύνει σημαντικό μέρος των κοινοτικών κονδυλίων προς δράσεις και μέτρα ενεργητικής προστασίας, αλλά και σε μέτρα στήριξης των αγροτών που πλήττονται από τα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Κτηνοτροφία: Πρόκειται για έναν κλάδο ο οποίος παράγει υψηλού ποιοτικού επιπέδου προϊόντα, όμως έχει δεχθεί μεγάλο πλήγμα τα τελευταία χρόνια από αθρόες ελληνοποιήσεις και τον αθέμιτο ανταγωνισμό σε διεθνές επίπεδο. Είναι απαραίτητο, εκτός από την ενίσχυση των υποδομών στην κτηνοτροφία και την εφαρμογή του Νόμου 3698/2008- του μοναδικού για την κτηνοτροφία, να εντατικοποιηθούν οι έλεγχοι για τις παράνομες ελληνοποιήσεις των κτηνοτροφικών προϊόντων και να ενισχυθούν οι διπλωματικές προσπάθειες, ώστε να προστατευθούν τα ΠΟΠ προϊόντα του τόπου μας.

Νέοι Αγρότες: Από τον αγροτικό πληθυσμό, δυστυχώς, ολοένα και λιγοστεύουν αγρότες που βρίσκονται σε παραγωγικές ηλικίες. Οι νέοι άνθρωποι πρέπει να μείνουν στην ελληνική ύπαιθρο. Όμως είναι απαραίτητο, εκτός από τα προγράμματα νέων αγροτών ή τα σχέδια βελτίωσης, να νιώσουν την ελληνική Πολιτεία δίπλα τους. Να γίνουν συνομιλητές με το αρμόδιο Υπουργείο και τις υπηρεσίες του στη διαμόρφωση της αγροτικής πολιτικής. Εάν πιστέψουν ότι αποτελούν απαραίτητο τροχό μιας άμαξας που κινείται σταθερά σε μία, όχι αδιέξοδη, αλλά με προοπτική, διαδρομή για εκείνους και την οικογένεια τους, θα αγαπήσουν περισσότερο την δουλειά τους και θα αποτελέσουν αποφασιστικό παράγοντα για το μέλλον της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας.

Ποιότητα προϊόντων: Συγκριτικό και άκρως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων αποτελεί η ποιότητα τους. Όλα τα προγράμματα (ολοκληρωμένης διαχείρισης, βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, ευφυούς γεωργίας) θα πρέπει να εντατικοποιηθούν έτσι ώστε να αναβαθμιστεί στο μέγιστο βαθμό η ποιότητα των προϊόντων μας και παράλληλα να γίνει η διασύνδεσή τους με τον τουρισμό, έτσι ώστε οι περίπου 30 εκατ. τουρίστες που επισκέπτονται τα τελευταία χρόνια τη χώρα μας, να γίνουν οι καλύτεροι διαφημιστές των ελληνικών αγροτικών προϊόντων.

Υποδομές: Τα εγγυοβελτιωτικά έργα, οι αναδασμοί, και τα έργα αγροτικής οδοποιίας είναι απαραίτητο να μπουν στο κέντρο του ενδιαφέροντος της αγροτικής πολιτικής της χώρας μας προκειμένου να μειωθεί το κόστος παραγωγής και να γίνει πιο ανταγωνιστικός ο πρωτογενής τομέας. Παράλληλα, είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι υποδομές στην μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων, αφού η ελληνική και κυρίως οι ξένες αγορές, απαιτούν σωστά συσκευασμένα και τυποποιημένα προϊόντα με βάση τις διεθνείς προδιαγραφές.

Για τα έργα υποδομών, μπορούν να απορροφηθούν κονδύλια από τα 32 δισ. ευρώ που η Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει για την ανάπτυξη των κρατών-μελών της, καθώς και από δράσεις του νέου δημοσιονομικού πλαισίου 2021-2027.

ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΠΡΑΞΗ

Σε πολλές περιπτώσεις έχουμε συνηθίσει στο τόπο μας να εκπονούνται μεγαλόπνοα σχέδια που ποτέ δεν γίνονται πράξη. Κάτι τέτοιο συνέβη σε αρκετές περιπτώσεις σε θέματα αγροτικής πολιτικής, κυρίως δε σε μέτρα και δράσεις ευρωπαϊκών προγραμμάτων για τον αγροτικό τομέα που δεν υλοποιήθηκαν ποτέ, με αποτέλεσμα να δημιουργείται πακτωλός αναπορρόφητων ευρωπαϊκών κονδυλίων που θα μπορούσαν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην αγροτική ανάπτυξη.

Σήμερα είναι περισσότερο απαραίτητο παρά ποτέ να εφαρμόσουμε μια αγροτική πολιτική με άμεσα μετρήσιμα αποτελέσματα.

Μια πολιτική που θα προέρχεται από τη βάση, δηλαδή από τις ίδιες τις οργανώσεις των αγροτών μας και θα καλύπτει τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας. Η ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα στη χώρα μας δεν αποτελεί, μόνο, ικανή και αναγκαία συνθήκη για τη στήριξη μιας επαγγελματικής τάξης, των Ελλήνων αγροτών, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση όλης της ελληνικής ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας.”