Εντείνονται οι αντιδράσεις στην Ευρώπη κατά των περιοριστικών μέτρων για την αποτροπή της εξάπλωσης του κορονοϊού, με διαδηλώσεις να κάνουν την εμφάνισή τους σε αρκετές χώρες.
Την ίδια ώρα, οι ΗΠΑ απειλούνται με ραγδαία εξάπλωση των μολύνσεων, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί να κλείσουν ξανά τα σχολεία στη Νέα Υόρκη.
Συνολικά, η πανδημία έχει στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 1.305.039 ανθρώπους παγκοσμίως επί συνόλου 53.438.640 μολύνσεων, σύμφωνα με την καταμέτρηση του Γαλλικού Πρακτορείου, που βασίζεται στις επίσημες ανακοινώσεις των κυβερνήσεων, ως χθες Σάββατο στις 13:00 (ώρα Ελλάδας).
Με 284.000 κρούσματα του νέου κορονοϊού σε ημερήσια βάση, η Ευρώπη είναι η περιφέρεια όπου καταγράφεται η ταχύτερη εξάπλωση της πανδημίας στον πλανήτη.
Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων ανέφερε χθες πως προβλέπει ότι θα εγκρίνει ένα πρώτο εμβόλιο «ως το τέλος της χρονιάς», ενόψει της διανομής του «από τον Ιανουάριο», εάν «τα (κλινικά) δεδομένα είναι γερά».
Εάν ο εμβολιασμός αρχίσει τον Ιανουάριο, οι πρώτες επιπτώσεις του στην εξάπλωση του ιού «θα είναι ορατές σε πέντε ως έξι μήνες, ουσιαστικά το προσεχές καλοκαίρι», εκτίμησε ο Γκουίντο Ράζι, ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων.
Όμως η επικεφαλής του τμήματος ανοσοποίησης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Κάθριν Ο’ Μπράιεν προειδοποίησε ότι η δυσπιστία μεγάλου μέρους του κοινού έναντι των εμβολίων ενδέχεται να καταστήσει ανώφελα τα πιο αποτελεσματικά από αυτά, κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Εξάλλου, μετά την ανακοίνωση των Pfizer και BioNTech για την πορεία των κλινικών δοκιμών του υποψηφίου εμβολίου τους, με βάση τις οποίες είναι «αποτελεσματικό κατά 90%», προκύπτει το ερώτημα εάν οι φτωχές χώρες θα αποκτήσουν πρόσβαση σ’ αυτό.
Ο επικεφαλής του ΠΟΫ, ο Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεέσους, θέλει κάθε «επιστημονική πρόοδος» να ωφελήσει όλες τις χώρες: «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα εμβόλια θα είναι εργαλεία καίριας σημασίας για να ελεγχθεί η πανδημία», εξηγεί.
Διαδηλώσεις κατά των μέτρων
Εν αναμονή, κυβερνήσεις ευρωπαϊκών χωρών απορρίπτουν σχεδόν παντού κάθε ιδέα χαλάρωσης των περιοριστικών μέτρων· απεναντίας ορισμένες τα καθιστούν ακόμη πιο αυστηρά.
Έτσι στην Πορτογαλία, μετά την απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας που τέθηκε σε ισχύ τη Δευτέρα, επιβλήθηκε απαγόρευση κυκλοφορίας τα Σαββατοκύριακα από χθες, που αφορά το 70% του πληθυσμού. Την επόμενη εβδομάδα, θα αφορά το 80% των Πορτογάλων.
Χθες το απόγευμα 500 διαδηλωτές αψήφησαν τα μέτρα στη Λισαβόνα και συμμετείχαν σε «πορεία για την ελευθερία». «Η πανδημία είναι εδώ και πρέπει να προστατευτούμε, αλλά χωρίς να σκοτώσουμε την οικονομία», έκρινε η Κάρλα Τόρες, 33 ετών, που εργάζεται στον τομέα της επικοινωνίας κι έχει πελάτες σεφ, εστιατόρια και ξενοδοχεία. «Οι πελάτες μας δεν μπορούν πια να μας πληρώσουν και πολλοί θα αναγκαστούν να απολύσουν εργαζόμενους από τον επόμενο μήνα», πρόσθεσε.
Στη Γερμανία, περίπου χίλιοι πολέμιοι της χρήσης μασκών διαδήλωσαν στη Φραγκφούρτη, κατόπιν της παραίνεσης μιας συλλογικότητας «ελεύθερα σκεπτόμενων», 700 άνθρωποι διαδήλωσαν στη Ρέγκενσμπουργκ, ενώ νέες κινητοποιήσεις προβλέπεται να γίνουν σήμερα.
Η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ προεξοφλεί ότι η πανδημία a minima «θα μας απασχολεί όλο τον χειμώνα».
Παρόμοιος είναι ο ήχος της καμπάνας στη Γαλλία, από τα επίκεντρα του λεγόμενου δεύτερου κύματος (+359 θάνατοι χθες): θα επιβληθεί να «ζήσουμε με τον ιό μακροπρόθεσμα», προειδοποίησε ο πρωθυπουργός Ζαν Καστέξ, προσθέτοντας πως εργάζεται πάνω σε νέους «κανόνες» ώσπου να είναι διαθέσιμο εμβόλιο.
Και εκεί, έγιναν διαδηλώσεις εναντίον των περιοριστικών μέτρων, με τη συμμετοχή 1.500 στη Νίκαια και αρκετών εκατοντάδων στη Μασσαλία.
«Σκληρό lockdown» στην Αυστρία
Κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες ανακοίνωσαν νέα περιοριστικά μέτρα: η Ελλάδα κλείνει δημοτικά σχολεία και νηπιαγωγεία, η Ουκρανία τα εμπορικά καταστήματα η λειτουργία των οποίων δεν κρίνεται απολύτως απαραίτητη για τρία Σαββατοκύριακα.
Στην Αυστρία, ο καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς ανακοίνωσε ότι «από την Τρίτη και ως την 6η Δεκεμβρίου, θα επιβληθεί περιορισμός όπως αυτός της άνοιξης», με τις εξόδους να περιορίζονται στο μάξιμουμ, κλείσιμο των σχολείων και των καταστημάτων η λειτουργία των οποίων δεν κρίνεται απολύτως απαραίτητη.
Στην Ιταλία, όπου καταγράφηκαν 544 θάνατοι σε 24 ώρες, η κατάσταση επιδεινώνεται. Στην περιφέρεια της Νάπολης, που χαρακτηρίζεται «κόκκινη ζώνη» όπως και η Τοσκάνη, τα νοσοκομεία ξεχειλίζουν ασθενείς: σε ορισμένες περιπτώσεις παρέχονται φροντίδες σε ασθενείς μέσα στα αυτοκίνητά τους, ενώ άλλοι ψυχορραγούν μέσα σε ασθενοφόρα.
Οι μισοί και πλέον Ιταλοί τελούν υπό μερικό περιορισμό.
Στην Ισπανία, μια από τις χώρες που έχουν υποστεί τα πιο βαριά χτυπήματα από την πανδημία στην Ευρώπη (40.000+ νεκροί), ο ιατρικός σύλλογος απαίτησε να παραιτηθεί ο επικεφαλής επιδημιολόγος της κυβέρνησης Φερνάντο Σιμόν εξαιτίας της «καταφανούς ανικανότητάς του».
Ανησυχία ενόψει της γιορτής των Ευχαριστιών
Ο αριθμός των κρουσμάτων του SARS-CoV-2 αυξάνεται σε όλες τις ηπείρους, με μοναδική εξαίρεση την Ωκεανία.
Στον Λίβανο, τέθηκε σε εφαρμογή «απόλυτο» λοκντάουν χθες, για να ελεγχθεί η ραγδαία αύξηση των μολύνσεων, καθώς τα νοσοκομεία έχουν κορεστεί.
Όμως οι ΗΠΑ είναι η χώρα όπου η κατάσταση είναι η πιο ανησυχητική: σχεδόν ο ένας θάνατος στους πέντε εξαιτίας της COVID-19 έχει καταγραφεί εκεί. Οι ΗΠΑ είναι η χώρα που έχει υποστεί μακράν το βαρύτερο πλήγμα από την πανδημία στον πλανήτη, με 244.364 θανάτους επί συνόλου 10.745.524 μολύνσεων.
Η αμερικανική πόλη που χτυπήθηκε περισσότερο από το πρώτο κύμα την άνοιξη (πάνω από 23.000 νεκροί), η Νέα Υόρκη, βιώνει νέα αναζωπύρωση των μολύνσεων. Μπαρ κι εστιατόρια υποχρεούνται πλέον να κλείνουν στις 22:00, ενώ ο δήμαρχος Μπιλ ντε Μπλέιζιο προειδοποίησε τους γονείς να «ετοιμαστούν» για το κλείσιμο των σχολείων από αύριο Δευτέρα.
«Θα χρειαστεί να κλείσουμε τα πάντα», προειδοποιούσε την Παρασκευή ο Μάικλ Μίνα, επιδημιολόγος στο Χάρβαρντ, διότι σε διαφορετική περίπτωση η γιορτή των Ευχαριστιών «θα οδηγήσει σε νέα μεγάλη έκρηξη των κρουσμάτων» του νέου κορονοϊού.
Αλλά στην πρώτη του δημόσια παρέμβαση αφότου έγινε γνωστή το Σάββατο η ήττα του στις προεδρικές εκλογές — την οποία αρνείται να αναγνωρίσει — ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επανέλαβε ότι «αυτή η κυβέρνηση δεν θα επιβάλλει περιορισμό».