ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ TON KAIΡΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ
ΕΠΙΣΤΗΜΗ – ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ
Του Θανάση Μουσόπουλου
Κατά τα νεότερα και νεότατα χρόνια παρατηρείται σταδιακά μια αποθέωση της επιστήμης. Πολλοί μάλιστα βλέπουν ότι στις μέρες μας την επιστήμη τη θεωρούμε ως θρησκεία, κι έτσι την προσκυνούμε.
Πριν από τρία χρόνια το Πανεπιστήμιο Πατρών οργάνωσε συνέδριο με τίτλο «ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ»(2017). Θυμηθήκαμε επίσης το παλιότερο βιβλίο με τον ίδιο τίτλο «(ΑΥΤΟ)ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ» που είναι συλλογή κειμένων από τους ΑΛΑΙΝ ΖΩΜΠΕΡ και ΖΑΝ-ΜΑΡΚ ΛΕΒΥ-ΛΕΜΠΛΟΝ (κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 1969 και στη χώρα μας εκδόθηκε το 1973 από τις εκδόσεις Βέργος). Τέλος έχω υπόψη μου και το πρόσφατο αφιέρωμα της εφημερίδας «Δρόμος της Αριστεράς» με τον ίδιο τίτλο και παρόμοιο περιεχόμενο (19 Δεκεμβρίου 2020). Όλα αυτά σημαίνουν ότι υπάρχει ένα πρόβλημα, που μάλιστα τον τελευταίο καιρό, με την πανδημία επιτείνεται. Ποιο είναι το πρόβλημα;
Κατ’ ουσίαν αντικαταστήσαμε τη λέξη επιστήμη με τη λέξη επιστημονισμός. Θα επιχειρήσουμε, χρησιμοποιώντας υλικά και κείμενα από τις παραπάνω πηγές, να διευκρινίσουμε τα ζητήματα.
Διαβάζουμε στο περιοδικό «Survivre» («Επιβίωση») το κείμενο «Επιστημονισμός: Η νέα οικουμενική εκκλησία» σχετικά με την επιστήμη και τον επιστημονισμό.
«Οι άνθρωποι, καταλαβαίνουν πολύ λίγο –ή καθόλου– τι είναι πραγματικά η επιστήμη σαν μέθοδος, παρόλο που τους διδάσκουν στο σχολείο μερικά από τα πιο παλιά και προφανή αποτελέσματα της επιστήμης. Αυτή η άγνοια διαιωνίζεται απ’ όλη την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και από ένα σημαντικό μέρος της πανεπιστημιακής, που δεν αποτελεί μια προετοιμασία για την έρευνα: Η επιστήμη διδάσκεται δογματικά, σαν μια εξ αποκαλύψεως αλήθεια. […] Η επιστήμη είναι για το πλατύ κοινό, και για πολλούς επιστήμονες ακόμα, κάτι σαν μαύρη μαγεία και η αυθεντία της είναι αδιαμφισβήτητη και ταυτόχρονα ακατανόητη. Αυτό εξηγεί γιατί η θρησκεία του επιστημονισμού έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με οποιαδήποτε από τις παραδοσιακές θρησκείες που αντικατάστησε: Είναι εξίσου μη-λογική και συγκινησιακή στα κίνητρά της, και μη-ανεκτική στην καθημερινή της πρακτική. Ανάμεσα στ’ αναρίθμητα παραδείγματα αυτής της μη-ανεκτικότητας, ας αναφέρουμε τον αφορισμό όλων των περιθωριακών ιατρικών τεχνικών και θεωριών από την επίσημη ιατρική (περιλαμβανομένων και των θεωριών του ίδιου του Παστέρ!). Επιπλέον, δεν αρκείται στον ισχυρισμό ότι μόνον οι δικοί της μύθοι είναι αληθινοί: Είναι η μόνη θρησκεία που ισχυρίζεται αλαζονικά ότι δε βασίζεται σε κανένα μύθο, αλλά μόνο στην Λογική, και παρουσιάζει σαν «ανοχή», αυτό το ιδιαίτερο μίγμα μη-ανοχής και μη-ηθικής που προβάλλει».
Στα μάτια του κόσμου, ιερείς και αρχιερείς αυτής της θρησκείας είναι οι επιστήμονες, με την ευρεία έννοια του όρου, και γενικότερα οι τεχνολόγοι, οι τεχνοκράτες, oι ειδικοί. Όπως η θρησκεία, έτσι ο επιστημονισμός έχει τη δική της γλώσσα και κάποιους μύθους. Αναφέρουμε τρεις:
«1.Μόνον η επιστημονική γνώση είναι πραγματική και γνήσια γνώση, δηλαδή, μόνο ό,τι μπορεί να εκφραστεί ποσοτικά ή με μαθηματικούς τύπους, ή να επαναληφτεί κατά βούληση σε συνθήκες εργαστηρίου, μπορεί ν’ αποτελέσει το περιεχόμενο μιας γνήσιας γνώσης. Η «πραγματική» ή «γνήσια» γνώση, που συχνά ονομάζεται και «αντικειμενική» γνώση, μπορεί να οριστεί σαν οικουμενική γνώση, που ισχύει σε κάθε χρόνο, σε κάθε τόπο και για όλους, υπεράνω των κοινωνιών και των ειδικών μορφών της κουλτούρας. Παρατήρηση: Αυτό περιορίζει τη «γνήσια» γνώση στα μερικά εκατομμύρια επιστημόνων του πλανήτη. Τα μωρά και τα παιδιά, δεν κατέχουν καμιά γνώση άξια του ονόματός της, καθώς επίσης όποιος δεν έχει επιστημονική κατάρτιση. Η πραγματική γνώση αρχίζει από τα τελευταία εξάμηνα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.
- Η επιστήμη και η τεχνολογία που προέρχεται από την επιστήμη, και μόνον αυτές, μπορούν να λύσουν τα προβλήματα του ανθρώπου. Αυτό ισχύει για όλα τ’ ανθρώπινα προβλήματα, ειδικότερα τα ψυχολογικά, ηθικά, κοινωνικά και πολιτικά.
- Μόνον οι ειδικοί είναι ενδεδειγμένοι να παίρνουν αποφάσεις, γιατί μόνον οι ειδικοί“ξέρουν”».
*
Ο ειδικός πιστεύει πως διαθέτει ιδιαίτερα προνόμια. Μιλώντας με την ειδική γλώσσα είναι κυρίαρχος και παντοδύναμος. Βέβαια, δημιουργείται και στον ίδιο τον ειδικό μια ανισορροπία – ένα χάσμα ανάμεσα στη γνώση, στο συναίσθημα και στην πράξη. Και ο ειδικός υφίσταται τα αρνητικά αποτελέσματα του επιστημονισμού. Όπως διαβάζουμε στα σχετικά άρθρα που αναφέραμε, στις περισσότερες, αν όχι σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, ο επιστημονισμός, με διάφορες αμφιέσεις, έχει καθιερωθεί σαν κυρίαρχη ιδεολογία. Αναπτύσσεται ένας «ξέφρενος αγώνας δρόμου για τη λεγόμενη «πρόοδο», που νοείται αποκλειστικά σαν επιστημονική και τεχνική πρόοδος (σύμφωνα με το δόγμα του επιστημονισμού)»
Το κυνήγι – πάση θυσία – της προόδου οδήγησε στην οικολογική κρίση και στη γενικότερη κρίση του πολιτισμού μας. Ο επιστημονισμός δημιούργησε τις κρίσεις, που όμως δεν είναι σε θέση να θεραπεύσει.
Το Συνέδριο του Πανεπιστημίου της Πάτρας που αναφέραμε, είχε ως στόχο την αντιμετώπιση του επιστημονισμού – με την αυτοκριτική της επιστήμης. Διαβάζουμε συγκεκριμένα:
«Θεωρώντας ότι η κριτική σκέψη, που κάποτε αντιμετωπίστηκε ως πολυτέλεια, οφείλει να επιστρέψει για να παίξει το ρόλο της ως διορθωτικό της ιστορίας, εκτιμώντας πως αυτή η προσπάθεια είναι καθήκον των ερευνητών τόσο όσο και όλων των άλλων, και πιστεύοντας ότι ένας τέτοιος διάλογος οφείλει σήμερα να διεξαχθεί εντός και εκτός πανεπιστημίου (καθώς πρώτα και κύρια πρέπει να σπάσουν τα στεγανά) σκεφτήκαμε την οργάνωση αυτού του πιλοτικού συνεδρίου.
Ζητούμενο αποτελεί η άρση των τεχνητών περιφράξεων που δημιουργεί η εξειδίκευση και η δομή των σύγχρονων πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων και η ανάδειξη μιας άλλης ηθικής προοπτικής που θα αμφισβητούσε την αξιολογική προτεραιότητα και την εργαλειακή χρήση της καινοτομίας για χάρη μίας κριτικής ορθολογικότητας που θα λειτουργεί σε όφελος της κοινωνίας» .
*
Κλείνοντας το κείμενό μας αυτό, επικαλούμαστε κάποιες απόψεις του καθηγητή Ιωάννη Μανωλεδάκη (1937 – 2011), από το βιβλίο του «Εισαγωγή στην επιστήμη (Eισαγωγή στην επιστήμη του Δικαίου)» , εκδ. Παρατηρητής 1994, όσον αφορά την ευθύνη του επιστήμονα για τα αποτελέσματα της επιστήμης του.
1.Πέρα από την επιστημονική ευθύνη για το πώς εφάρμοσε τη γνώση του στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο επιστήμονας ευθύνεται ηθικά και πολιτικά για τη δημιουργικότητά του. Η ευθύνη του επιστήμονα από ηθική ή πολιτική άποψη δεν ανάγεται πια στη γνώση, αλλά στη βούλησή του.
2.Αφού η βούληση αποτελεί τη δυναμική έκφραση του συμφέροντος, θα μπορούσαμε να πούμε πως ηθικά δικαιώνεται εκείνος ο επιστήμονας που ενεργεί σύμφωνα με το καθολικό συμφέρον. Καθολικό είναι, θα λέγαμε, το συμφέρον της ανθρωπότητας. Έτσι, καθολικό είναι το συμφέρον για την ειρήνη, την ελευθερία, την υγεία, τη μόρφωση, την ευτυχία όλων των ανθρώπων.
3.Όσο και αν φαίνεται η επιστήμη ξένη και ανεξάρτητη από την πολιτική και την ηθική, όσο και αν ο επιστήμονας ειλικρινά νομίζει πως η πολιτική δεν έχει θέση στην επιστημονική του δημιουργία, το επιστημονικό του έργο, είτε το καταλαβαίνει είτε όχι, έχει οπωσδήποτε και ηθικό και πολιτικό νόημα. Πάνω από την επιστημονική του δημιουργία επικρέμεται, όμως, συνέχεια το φάσμα της ηθικής και πολιτικής του ευθύνης.
4.Μα μπορεί ο σημερινός επιστήμονας μέσα στην καταπίεση του τεράστιου καταναγκαστικού (υλικού και ιδεολογικού) μηχανισμού του σύγχρονου κράτους, μέσα στον ανεμοστρόβιλο των πολιτικών παθών, των οργανωμένων οικονομικών συμφερόντων, των αδικιών, των ανομιών που καθημερινά διαπράττονται σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης «εν ονόματι» δήθεν αρχών, μέσα στην ψευτιά και τη συκοφαντία, να κρατηθεί όρθιος και να αντιπαρατάξει την ατομική του βούληση στην κυρίαρχη ή άλλη ισχυρή βούληση, όταν δεν συμφωνεί με αυτή; Ή μήπως θα πρέπει, για να παραμείνει αμόλυντος και άφθαρτος στο «επιστημονικό και ηθικό του μεγαλείο», να τα παρατήσει και να φύγει; Η απάντηση μάς έρχεται από τα βάθη του προγονικού μας παρελθόντος: “Πρός τόν ὀνειδίζοντα ὡς εἰς τόπους ἀκαθάρτους εἰσίοι. Καί γάρ ὁ ἥλιος, ἔφη Διογένης, εἰς τούς ἀποπάτους, ἀλλ’ οὐ μιαίνεται”. (= σ’ αυτόν πού τον κατηγορούσε, γιατί έμπαινε σ’ ακάθαρτα μέρη είπε ο Διογένης: μα κι ό ήλιος μπαίνει στους απόπατους, αλλά δεν λερώνεται).
*
«H επιστήμη, σημαδεμένη βαθιά από την κοινωνία όπου εντάσσεται, έχει όλα τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας αυτής και αντανακλά όλες τις αντιθέσεις της, τόσο στην εσωτερική της οργάνωση, όσο και στις εφαρμογές της. Δεν υπάρχει λοιπόν «κρίση της επιστήμης», υπάρχουν μόνο μορφές της γενικής κοινωνικής κρίσης, που χαρακτηρίζουν ειδικά την επιστήμη» από το βιβλίο «(ΑΥΤΟ)ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ» 1973
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ