Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

του Θανάση Μουσόπουλου
Η Γιορτή των Τριών Ιεραρχών δίνει την ευκαιρία να προσεγγίσουμε το πατερικό πνεύμα από μια νέα, κάθε φορά, οπτική γωνία. Συνήθως μιλούμε για τη σχέση τους με τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και φιλοσοφία και τη συμβολή τους στη διατύπωση του χριστιανικού δόγματος. Είναι πολύ σημαντική αυτή η προσέγγιση, θεμελιακή θα έλεγα, για τη διαχρονική πορεία μας ως Ελλήνων. Όμως, και για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό οι πατέρες του 4ου μεταχριστιανικού αιώνα είναι εξίσου σημαντικοί και απαραίτητοι ως οικοδόμοι.
Με το κείμενό μου προβάλλω την άποψη ότι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών απευθύνεται σε ολόκληρη την κοινωνία και όχι μόνο στην εκπαιδευτική κοινότητα.
Αμέσως μετά το θάνατό τους τα έργα τους άρχισαν να μεταφράζονται στα λατινικά, ενώ στα χρόνια της αναγέννησης μεταφράστηκαν στις ευρωπαϊκές γλώσσες. Στη χώρα μας γενικά δεν πρέπει να είμαστε ενθουσιασμένοι από τη θέση, αξιοποίηση και προβολή του γνήσιου πατερικού πνεύματος. Στην εκπαίδευσή μας, για παράδειγμα, πολύ λίγο γνωρίζουμε το έργο των πατέρων – όχι ως θεολογικό αλλά ως στοιχείο της παράδοσής μας.
Τα βασικά στοιχεία της παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Απαιτείται διάλογος, η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι στην υπηρεσία του συστήματος. Έτσι η παιδεία δεν πρέπει να αποβλέπει στην παραγωγικότητα ούτε στις όποιες ανάγκες του κράτους, οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη των μυστηρίων της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας, στα μονοπάτια της αναζήτησης της αλήθειας, στη μύησή τους στην παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό, στη μεταμόρφωσή τους.
Στις μέρες μας, καθώς ψάχνουμε – εννοείται – λύσεις στα προβλήματά μας καλό είναι να ‘βουτήξουμε’ στις απόψεις των πατέρων του 4ου μεταχριστιανικού αιώνα, κυρίως του Μεγάλου Βασιλείου, του Ιωάννου Χρυσοστόμου και του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού.
Πιστεύουν οι πατέρες του 4ου μ.Χ. αιώνα πως η εξουσία δεν πρέπει να χρησιμοποιεί βία, ούτε να επιβάλλεται θανατική ποινή. Ο Θεός δίνει το ξίφος στον άρχοντα μόνο ως απειλή όχι για να το χρησιμοποιεί. Όταν παραδώσουν την εξουσία στο Θεό απόπου την παρέλαβαν, το ξίφος πρέπει να είναι καθαρό.
«Άρχοντες αρχόντων εισίν οι νόμοι» διατρανώνει ο Ιωάννης Χρυσόστομος. Κάθε εξουσία πρέπει να ασκείται στα πλαίσια των καθορισμένων ορίων, η μία εξουσία δεν πρέπει να υπεισέρχεται στα όρια της άλλης. Και όταν οι άρχοντες αποδειχθούν ανίκανοι, ακατάλληλοι, επίορκοι, ο λαός έχει το δικαίωμα να τους διώξει. Στο Βυζάντιο, σημειώνει ο ιστορικός Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, ο λαός ασκούσε το δικαίωμα της αντιστάσεως έναντι των ηγετών του.
Οι πολιτικές θέσεις του Βασιλείου, Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου είναι αποκαλυπτικές και επίκαιρες. Συγκεκριμένα γράφει ο τελευταίος πατέρας :
«Οι κοινωνικές ανισότητες δεν είναι θέλημα θεού, ο θεός δημιούργησε τον άνθρωπο ελεύθερο (…) Με την πτώση θρυμματίστηκε η αρχική ενότητα και ισοτιμία μεταξύ των ανθρώπων, οι θρασύτεροι με τη βοήθεια του πολιτικού νόμου, τον οποίο κατέστησαν όργανο καταδυναστεύσεως, επιβλήθηκαν στους ασθενέστερους και έτσι οι άνθρωποι χωρίστηκαν σε πλούσιους και φτωχούς, ελεύθερους και δούλους και σε πολλές άλλες κατηγορίες. Εμείς, όμως, σαν χριστιανοί οφείλουμε να αποβλέπουμε και να τείνουμε στην αρχική ενότητα και όχι στην κατοπινή διαίρεση, στο νόμο του Θεού και όχι στο νόμο του ισχυρού».
Ο Μέγας Βασίλειος αναφέρεται στην αδικία των δυνατών σε βάρος των κοινωνικά αδυνάτων, υποστηρίζοντας ότι «συνήθως χαρακτηρίζονται κλέφτες αυτοί που κλέβουν πορτοφόλια από τα λουτρά. Δεν είναι όμως αυτοί οι πραγματικοί κλέφτες (…) αλλά κάποιοι που αποτελούν τις πολιτικές αρχές πόλεων και εθνών, άλλα αφαιρούν κρυφά, άλλα παίρνουν φανερά με τη βία (…) Κοινωνοί της κλοπής όμως γίνονται κι αυτοί που θεωρούνται άρχοντες της Εκκλησίας, όταν παίρνουν απ’ αυτούς χρήματα».
Ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης Χρυσόστομος θεωρούν ότι η κοινοκτημοσύνη είναι η λύση του κοινωνικού προβλήματος. H ισότητα και αδελφοσύνη που ευαγγελίζεται η νέα θρησκεία συνδέονται με πιο, θα λέγαμε, ανθρώπινες συνθήκες ατομικής και κοινωνικής ζωής, χωρίς τα υλικά αγαθά να παίζουν τον πρώτο ή μόνο ρόλο στη ζωή ατόμων και κοινωνιών. Η μανία του πλούτου και τα συμφέροντα των ισχυρών ευθύνονται για την κατάντια των κοινωνιών, για την πείνα και τους πολέμους. Μας θυμίζουν τις απόψεις του Θουκυδίδη, «Οι πόλεμοι γίνονται από τον έρωτα για τα χρήματα», «μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία, οι πόλεμοι με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία, που είναι η αυστηρότερη καταδίκη των πολιτών».
Το πιο σημαντικό, όμως, σημείο είναι η θέση όλων των πατέρων του 4ου αιώνα στα θέματα ιδιοκτησίας και πλούτου. Να λάβουμε υπόψη ότι ζουν στις παρυφές της φεουδαρχικής και βέβαια της προκαπιταλιστικής εποχής, παρόλα αυτά οι διαπιστώσεις τους είναι εύστοχες και – θα υποστήριζα – προοδευτικές. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει : «Ου κελεύομεν μη πλουτείν, αλλά κακώς μη πλουτείν, έξεστι γαρ πλουτείν, αλλά χωρίς αρπαγής και βίας». Η ιδιοκτησία συνδέεται με τη δυνατότητα παροχής βοήθειας προς τους ενδεείς. Η ιδιοκτησία καθίσταται μέσον, διά του οποίου λαμβάνει σάρκα και οστά η αγάπη προς τον πλησίον. Λέγει ο Βασίλειος«πένης εστίν ο των πολλών ενδεής. Πολλών δε ημάς ενδεείς ποιεί το της επιθυμίας ακόρεστον». Να ανακεφαλαιώσουμε δύο συμπεράσματα που απορρέουν από τις παραπάνω γενικές διατυπώσεις – διαπιστώσεις. 1) Η ιδιοκτησία γενικά απορρίπτεται «Κοινωνίαν γαρ βίου τελειοτάτην εγώ καλώ, εν η κτήσεως μεν ιδιότης εξώρισται, γνώμης δε εναντίωσις απελήλαται». 2) Η ιδιοκτησία και ο πλούτος εξαρτώνται από τη χρήση. Ο κύριος πράγματος απλώς «οικονόμος εστί των παρά θεού», «και γαρ ουδέν έχεις σον, ου χρήματα, ου λόγον. Το δε εμόν και το σον, τούτο ρήματά εστι ψιλά. Η δε χρήσις ση, αλλά και αύτη άδηλος». Ηθικά και κοινωνικά κριτήρια / όρια παίζουν κυρίαρχο ρόλο στα θέματα που δημιουργούν την αδικία και την ανισότητα στην ανθρώπινη παρουσία.
Για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρώ ότι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών, δεν πρέπει να περιορίζεται στις σχολικές αίθουσες. Είναι μέγιστον μάθημα για όλη την κοινωνία. Οι πατερική παράδοση αποτελεί σημαντική ρίζα του ελληνικού πολιτισμού στη διαχρονία του. Σε μια εποχή που το υπάρχον κοινωνικο – οικονομικό σύστημα βρίσκεται σε μια καμπή και η ανθρωπότητα εξαρτάται από το αδυσώπητο κέρδος!
Πόσο καλύτερος θα ήταν ο άνθρωπος και ο κόσμος, αν έπαιρνε υπόψη τις απόψεις ‘ανοιχτών’ μυαλών – έστω αρχαίων;
ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΞΑΝΘΗ, 28 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2021/2022