Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΠΙΕΣΗ
Η πίεση η αρτηριακή αντάμα με τη λογοτεχνική,
στις Γιορτές της Παλιάς Πόλης, ανταμώσαν Κυριακή.
Να λικνιστούν, να τσικνιστούν, στα στέκια των Συλλόγων,
στην πόλη των Μηχανικών και των Ηλεκτρολόγων.
Τις είδαμε να περπατούν, να είναι αλα – μπρατσέτα.
Αλάνια που… συνθέτουνε, απίθανη οπερέτα.
Η πίεση που ως γνωστόν, μας ανεβάζει τους σφιγμούς,
τα μάτια της δεν έπαιρνε, απο τους… σφριγιλούς γλουτούς,
της ποίησης που με σι – θρου, ήταν ενδεδυμένη,
σκορπόντας εγκεφαλικά, σ΄ όλη την οικουμένη.
Στο Μονοπάτι της Ζωής, βρέθηκαν για να δούνε,
Ξανθιώτες και Ξανθιώτισσες, που να τις εξυμνούνε.
– Λες να έχουμε αξία ; ψυθιρίζει η αρτηριακή,
εισπράττοντας μια… αγκωνιά απο τη λογοτεχνική.
– Δεν άκουσα ποτέ για σε, να χουνε κάποιοι λόγους,
εγκώμιο να πλέξουνε, εκτός από καρδιολόγους.
Έχεις στον κόσμο ταυτιστεί, με τα Νοσοκομεία,
με τις σειρήνες το ΕΚΑΒ, τα ασφαλιστικά ταμεία.
– Σώπασε Νομπελίστρια, πέταξες πολύ ψηλά,
άσε τον Ίκαρο εκεί, η θέση σου είναι χαμηλά.
Άσε για να μας κρίνουνε, αυτοί που μας διαβάζουν,
και σαν τους διαβιβαστές, παντού… διαμοιράζουν,
άλλοτε θρήνους ή χαρές, άλλοτε στίχους ή παλμούς,
όλα τώρα με καλό, στο ρέμα της… Χελιδονούς.
Ας πιούμε μέχρι το πρωΐ, και στην υγειά της ΞΑΝΘΗΣ,
του Μάνου άλλων δημιουργών, έως της ΜΕΛΙΣΣΑΝΘΗΣ.
Στέλιος Αρσενίου