Από την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης μέχρι τη Χάγη
Για τον Ερντογάν άλλωστε η μειονότητα, είτε την αποκαλεί «μουσουλμανική» είτε «τουρκική» είναι πεδίο πολιτικής εκμετάλλευσης
Στα ζητήματα που Ελλάδα και Τουρκία συμφώνησαν ότι διαφωνούν είναι το ζήτημα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Ο τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά τη συνάντηση του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη την περασμένη βδομάδα, επέλεξε να μιλήσει απόλυτα διπλωματικά, εμμένοντας παράλληλα στις θέσεις του αφού μίλησε για «τουρκική μειονότητα».
Το ότι ο Ερντογάν επέλεξε σε αυτή τη φάση των ελληνοτουρκικών σχέσεων να αποφύγει μία επίσκεψη στη Θράκη. Αντί αυτού ήρθε η μειονότητα σε αυτόν. Για την ακρίβεια εκπρόσωποι και μέλη της μειονότητας που θεωρούν ότι συνδέονται με την Τουρκία.
Πεδίο πολιτικής εκμετάλλευσης η μειονότητα για τον Ερντογάν
Η συνάντηση έγινε στην κατοικία του τούρκου πρεσβευτή στην Αθήνα, απέναντι από την πρεσβεία της Τουρκικής Δημοκρατίας στην Αθήνα, όπου ο Ερντογάν είχε και άλλες επαφές. Με αποφυγή σε κάθε περίπτωση δηλώσεων και κινήσεων που θα μπορούσαν να διαταράξουν το κλίμα και την ηρεμία που λίγο πριν είχαν προσυπογράψει Ερντογάν και Μητσοτάκης στην Διακήρυξη των Αθηνών.
Για τον Ερντογάν άλλωστε η μειονότητα, είτε την αποκαλεί «μουσουλμανική» είτε «τουρκική» είναι πεδίο πολιτικής εκμετάλλευσης, με δεδομένο ότι θέλει να αναγορεύσει την Τουρκία ως την «προστάτιδα» των μουσουλμάνων επί της γης. Και πάλι η επιλογή του ήταν να κινηθεί στους κατά το δυνατόν πιο ήπιους τόνους.
Η Θράκη ωστόσο ήταν από τα θέματα που τέθηκαν στη συζήτηση των δύο ηγετών, κατά τη διμερή τους συνάντηση, έστω και αν απέφυγαν να εμβαθύνουν στη διαφορά της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Τι ανέφερε ο πρωθυπουργός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης
Στην ανάρτηση του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στη συνάντηση με τον Ερντογάν υπογραμμίζοντας τη Διακήρυξη Φιλίας και Καλής Γειτονίας Ελλάδας – Τουρκίας. Μιλά για ένα «πραγματικό άλμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ειδικά αν σκεφτούμε το οξυμένο κλίμα των προηγουμένων ετών, και δικαιώνει την επιλογή μας να διατηρούμε ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας σε κάθε επίπεδο, επιδιώκοντας με σύνεση αλλά και αποφασιστικότητα (και χωρίς αυταπάτες) να συνυπάρχουμε με τους γείτονές μας στη βάση όσων μας ενώνουν».
«Να διαφωνούμε, κι αν οι διαφορές μας δεν γεφυρώνονται, να μην παράγουν αυτόματα εντάσεις και κρίσεις. Αλλά να συνεργαζόμαστε επωφελώς και για τις δύο πλευρές σε οικονομικό, εμπορικό και κοινωνικό πεδίο, όπως συμφωνήθηκε στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας, το πρώτο που συνήλθε έπειτα από 7 χρόνια», όπως επισημαίνει ο Μητσοτάκης απαντώντας εμμέσως και σε όσους επιχείρησαν να χαρακτηρίσουν «όχι καλή ιδέα» την επίσκεψη Ερντογάν, θέτοντας μία σειρά από «τι θα γίνει εάν…».
Η νέα προσέγγιση του Ερντογάν στην Ελλάδα
Σε αυτή τη φάση ο Ερντογάν είναι σαφές ότι επιλέγει την ηρεμία με την Ελλάδα. Επενδύει στην προσπάθεια το μέτωπο των ελληνοτουρκικών να μην παράγει κρίσεις και εντάσεις, σε μία περίοδο που έχει σειρά άλλων μετώπων ανοιχτά. Η οικονομία και η αναζήτηση διεξόδου στα προβλήματα είναι ένας βασικός παράγοντας επίσης στη στάση του τούρκου προέδρου απέναντι στην Αθήνα.
Και σε αυτή την συγκυρία επιλέγει επίσης να μετατρέψει το μεταναστευτικό από πρόβλημα σε πεδίο συνεργασίας. Έχοντας ήδη στείλει σαφή μηνύματα σε πρόσφυγες και μετανάστες να μην χρησιμοποιούν την Τουρκία ως χώρα «transit » για να περάσουν στην Ευρώπη, μέσω αυστηρών ελέγχων. Όποιος υπάρχει υπόνοια ότι θέλει να περάσει στην Ευρώπη, υποχρεώνεται να επιστρέψει στον τόπο αναχώρησης του.
Αλλαγή εικόνας στις σχέσεις Αθήνας – Άγκυρας
Αθήνα και Άγκυρα δείχνουν να προσπαθούν επί της ουσίας στην αλλαγή της εικόνας που προκαλεί ένταση στις σχέσεις τους. Όσον αφορά την ουσία των διαφορών και των ζητημάτων που προκαλούν εντάσεις, αυτή τη φορά προτίμησαν να μην τα ακουμπήσουν. Για να γίνει άλλωστε άλμα στην ουσία και όχι στην εικόνα απαιτούνται πολλά βήματα ακόμα.
Για αυτό Μητσοτάκης και Ερντογάν συμφώνησαν απλά ότι διαφωνούν. Το πότε θα αποφασίσουν να τα ακουμπήσουν, παραπέμπεται στο μέλλον. Και σε αυτό το πλαίσιο η Χάγη δείχνει να είναι ακόμα πολύ μακριά, ακόμα και αν και οι δύο πλευρές δηλώνουν ότι είναι ο προορισμός τους.