Ξεκάθαρα μηνύματα έστειλε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, όσον αφορά το ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων μετά και τη χθεσινή συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, αλλά και τις σχέσεις με τις γειτονικές βαλκανικές χώρες, μετά την πρόκληση της Βόρειας Μακεδονίας δια μέσου της νέας προέδρου της χώρας Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, που αποκάλεσε τη χώρα της «Μακεδονία».
«Απαιτούμε συμμόρφωση στη Συμφωνία των Πρεσπών, θα διαμορφώσουμε το πλαίσιο ώστε να υπάρξει πλήρης εφαρμογή της, δεν είναι θέμα αυτοδιάθεσης του κάθε αξιωματούχου, αλλά πλήρης εφαρμογή των συμφωνηθέντων», τόνισε ο Γιώργος Γεραπετρίτης στην ΕΡΤ.
«Η ελληνική πλευρά απαιτεί τήρηση των συμφωνηθέντων. Οφείλουν σεβασμό στη Συμφωνία. Υπάρχουν σημεία, πέρα από την ονομασία, στα οποία η γειτονική χώρα δεν έχει προσαρμοστεί».
«Το ζήτημα της ονομασίας δεν τροποποιείται, συμφωνήθηκε και κυρώθηκε και από τις δύο πλευρές», επανέλαβε ο υπουργός Εξωτερικών.
«Έχει καταλαγιάσει η ένταση με την Τουρκία»
Παράλληλα, μιλώντας για τα ελληνοτουρκικά, τόνισε: «Νομίζω ότι μετά και τη χθεσινή συνάντηση περνάμε σε μία νέα φάση σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την ελληνοτουρκική συζήτηση. Η φάση αυτή διέπεται από μία κανονικότητα, όπως είπε ο πρωθυπουργός, παραγωγική κανονικότητα».
«Πρώτον, υπάρχει μία τακτική περιοδικότητα στις επαφές. Βρισκόμαστε σε τακτά χρονικά διαστήματα και θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε κατ’ αυτόν τον τρόπο. Το δεύτερο είναι ότι δεν χρειάζεται κάθε φορά που βρισκόμαστε να παράγονται πολλαπλές συμφωνίες, να υπάρχουν μείζονα θέματα τα οποία να διαχειριζόμαστε. Θα πρέπει να βρισκόμαστε και να συζητούμε τακτικά. Και το τρίτο νομίζω και πιο σημαντικό είναι να μπορούμε να συζητούμε και να διαφωνούμε χωρίς να προκαλούμε εντάσεις και εν δυνάμει εν δυνάμει κρίσεις», δήλωσε ο κ. Γεραπετρίτης.
«Η βασική μας τοποθέτηση είναι ότι εστιάζουμε πάντοτε σε εκείνα τα οποία είναι αμοιβαία επωφελή. Όμως θα πρέπει να συζητάμε και για θέματα τα οποία είναι δύσκολα και διαφωνούμε χωρίς κατ’ ανάγκην αυτό να δημιουργεί συνθήκες έντασης. Αποτελέσματα υπάρχουν και νομίζω ότι τα αποτελέσματα είναι εμφανή τόσο σε επίπεδο ρητορικής όσο και σε επίπεδο πεδίου. Έχει εκλείψει το τελευταίο δεκάμηνο η οποιαδήποτε εχθροπαθής ρητορική», σημείωσε.
«Έχουμε καταλαγιάσει σε ό,τι αφορά την ένταση η οποία προκαλείται τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και στο πεδίο, αντιλαμβανόμαστε όλοι την αξία του να έχουμε σχεδόν μηδενικές ροές από τα ανατολικά μας σύνορα, όπως επίσης να μην έχουμε παραβιάσεις του εναέριου χώρου. Νομίζω ότι αυτά είναι καταστάσεις οι οποίες είναι πολύ σημαντικές και για την ευημερία του τόπου».
Πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή
«Θέλω ιδιαίτερα να τονίσω ότι σε μία εποχή στην οποία οι εχθροπραξίες στην ευρύτερη περιοχή μας δεν έχουν προηγούμενο, νομίζω το να μπορούμε να έχουμε έναν πυλώνα σταθερότητας στη δική μας περιοχή, μία ησυχία είναι εξαιρετικά σημαντικό για το ερώτημα για πόσο θα διαρκέσει, η άποψή μου είναι ότι μπορεί να διαρκέσει.
Έχω την αίσθηση ότι ο διάλογος που συντελείται τώρα, με τις όποιες διαφωνίες οι οποίες καταγράφονται, είναι ένας διάλογος ο οποίος είναι ειλικρινής, διέπεται από μία αμοιβαία κατανόηση», πρόσθεσε ο υπουργός Εξωτερικών.
«Αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχουν θέματα στα οποία δεν μπορεί να υπάρξει σύγκλιση και τα θέματα αυτά έχουν και τα δικά τους ιστορικά βάρη. Από την άλλη πλευρά, νομίζω και οι δύο πλευρές κατανοούν ότι ιδιαίτερα σήμερα έχει πολύ μεγάλη αξία να μπορέσουμε να έχουμε μία μεγαλύτερη ησυχία στην περιοχή μας και κυρίως να έχουμε μία μεγαλύτερη προοπτική».
«Θέλω να επισημάνω ιδιαίτερα το γεγονός ότι στο βασικό ζήτημα διεθνούς πολιτικής στο οποίο διαφωνήσαμε χθες, που είναι το ζήτημα της Μέσης Ανατολής, αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μία ιδιαίτερα σύνθετη φάση. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επίσης βρίσκεται σε ιδιαίτερα κρίσιμη φάση και θέλω ιδιαίτερα να τονίσω ότι υπάρχουν και πεδία τα οποία εν δυνάμει μπορούν να προκαλέσουν πολύ μεγάλες κρίσεις, ιδιαίτερα προερχόμενα από την Αφρική. Η κατάσταση η οποία υπάρχει σήμερα στην υποσαχάρια Αφρική δημιουργεί συνθήκες πολύ μεγάλης πίεσης και στο μεταναστευτικό και στην οικονομία, αλλά κυρίως στον ανθρωπιστικό τομέα. Το να μπορούμε να συζητούμε με την Τουρκία και να έχουμε αυτή την κατανόηση, νομίζω είναι σημαντικό για όσο κρατήσει και η δική μας προσπάθεια θα είναι να κρατήσει για πολύ».
Θέματα κυριαρχίας δεν βρίσκονται στη συζήτηση – Πράγματι υπάρχει μεγάλη ησυχία στο Αιγαίο
Ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε: «Πρώτον, θέματα κυριαρχίας δεν βρίσκονται στη συζήτηση. Η τουρκική πλευρά μπορεί πράγματι να έχει τις δικές της θέσεις που αφορούν την κυριαρχία και τα θέματα τα οποία η ατζέντα η τουρκική πάντοτε περιελάμβανε. Εντούτοις, στη δική μας συζήτηση θέματα κυριαρχίας δεν πρόκειται να ενταχθούν. Δεύτερον, σε ό, τι αφορά την άσκηση των δικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων, δεν υπάρχει κανένα αντάλλαγμα. Η Ελλάδα ασκεί πλήρως την κυριαρχία της, ασκεί πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα».
«Είναι δική μας πεποίθηση ότι μπορούμε να συζητούμε και να βρίσκουμε λύσεις στα ζητήματα χωρίς να απεμπολούμε κανένα μας δικαίωμα. Και δεν έχει υπάρξει καμία απολύτως απεμπόληση δικαιώματος, θα μου επιτρέψετε να πω. Αυτή την στιγμή πράγματι υπάρχει μια πολύ μεγάλη ησυχία στο Αιγαίο. Νομίζω ότι δεν είναι μακρινές οι εποχές που βιώναμε καταστάσεις ανεξέλεγκτες. Το 2015 – 2016 είχαμε από τα ανατολικά μας σύνορα 1,2 εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες. Η Ειδομένη και η Μόρια δεν είναι πάρα πολύ μακρινά», πρόσθεσε.
«Επιπλέον, να πω ότι η εχθροπαθής ρητορική ήταν μια καθημερινότητα για την Ελλάδα. Οι αερομαχίες στο Αιγαίο εγκυμονούσαν τους κινδύνους να έχουμε από ατύχημα μια πολεμική σύρραξη. Όλα αυτά είναι πολύ νωπά. Εγώ θέλω να σας πω το εξής, δεν είμαι αιθεροβάμων, ούτε αφελής. Γνωρίζω ότι υπάρχουν πολύ ισχυρές θέσεις της Τουρκίας, οι οποίες ανατρέχουν σε δεκαετίες. Εκείνο το οποίο θέλω είναι να μπορέσουμε να συζητούμε σε ένα πνεύμα διαβουλευτικό, να μπορούμε να διαφωνούμε πολιτισμένα χωρίς να δημιουργούμε εντάσεις και κρίσεις και από την άλλη πλευρά να προωθούμε μια θετική ατζέντα με αμοιβαία επωφελείς συμφωνίες, οι οποίες μπορούν να προωθήσουν τις διμερείς μας σχέσεις. Καμία απεμπόληση κυριαρχίας, καμία συζήτηση για την κυριαρχία», τόνισε χαρακτηριστικά.
Τα θαλάσσια πάρκα
«Είμαι πάρα πολύ σαφής και επαναλαμβάνω ότι αν έχετε διαπιστώσει το τελευταίο διάστημα την οποιαδήποτε υποχώρηση, παρακαλώ να μου τη θέστε, διότι διαβάζω και τις ανακοινώσεις και της αντιπολίτευσης για διαρκή υποχωρητικότητα, χωρίς να αναφέρεται ούτε ένα έστω στοιχειώδες επιχείρημα και ένα αντικειμενικό δεδομένο.
Η απάντηση είναι σαφής. Τα θαλάσσια πάρκα θα γίνουν. Τα θαλάσσια πάρκα είναι ουσιαστικά η επιτομή της προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος, που είναι εξαιρετικά κρίσιμη για τη χώρα μας και είναι εξαιρετικά χρήσιμη κατά τη γνώμη μου για όλες τις μεσογειακές χώρες», ανέφερε ο κ. Γεραπετρίτης.
«Ήταν επέκεινα του μεγάλου συνεδρίου που έγινε στην Ελλάδα με τη συμμετοχή 125 κρατών και διεθνών οργανισμών για την προστασία των θαλασσών και των ωκεανών. Με δεσμεύσεις περίπου 400 σε ύψος 11,5 δισεκατομμυρίων, η Ελλάδα δήλωσε ότι θα καταστήσει δύο θαλάσσια πάρκα επί τη βάσει περιβαλλοντικών κριτηρίων. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στη φάση μελέτης για τον καθορισμό των τεχνικών περιβαλλοντικών κριτηρίων. Όταν ολοκληρωθούν αυτά, τότε τα πάρκα θα τοποθετηθούν στον χάρτη. Είναι ζητήματα τα οποία ανάγονται στην ελληνική κυριαρχία και αφορούν στην πραγματικότητα τη βιωσιμότητα όχι απλά της Ελλάδας, αλλά του πλανήτη».
ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα
Για το θέμα αυτό ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε πως: «το ζήτημα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης είναι μείζον ζήτημα και τούτο διότι είναι το υποκείμενο θέμα από το οποίο παράγεται πολλαπλασιαστική ένταση.
Και πραγματικά θεωρώ ότι αν κάποια στιγμή καταφέρουμε να επιλύσουμε τα ζητήματα αυτά του καθορισμού της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, θα έχουμε μια μακρά και βιώσιμη ειρήνη στην περιοχή μας.
Για την ώρα δεν έχουμε θέσει τα ζητήματα αυτά, όπως είπατε, είναι η επιδίωξή μας και νομίζω υπάρχει μία αμοιβαία τοποθέτηση για τα ζητήματα αυτά με την Τουρκία, ότι είναι χρήσιμο στο επόμενο διάστημα να τα συζητήσουμε τα ζητήματα.
«Αυτό θα το κρίνουν οι δύο ηγέτες, οι οποίοι θα έχουν την ευκαιρία το αμέσως προσεχές διάστημα να βρεθούν περισσότερες φορές και θα λάβουμε την εντολή έτσι ώστε να κάνουμε τη συζήτηση αυτή. Θέλω να πω ότι όπως γνωρίζετε, υπάρχει ένα πολύ μεγάλο παρελθόν στις συζητήσεις οι οποίες γίνονται περί οριοθέτησης στο πλαίσιο των φερόμενων διερευνητικών εντολών. Δυστυχώς, μολονότι έχουμε πολλαπλούς κύκλους, 63 κύκλους διερευνητικών εντολών στο παρελθόν, δεν μπορέσαμε να φτάσουμε σε ένα σημείο στο οποίο να μπορέσουμε να συμφωνήσουμε για την οριοθέτηση ή έστω να συμφωνήσουμε να παραπέμψουμε τη διαφορά αυτή σε διεθνή δικαιοδοσία».
«Νομίζω ότι η ιστορική στιγμή είναι κατάλληλη για να μπορέσουμε να κάνουμε τη συζήτηση αυτή και να φέρουμε στην πατρίδα μας μία μακρά και ευδόκιμη ειρήνη. Το πότε θα ωριμάσουν οι συνθήκες αυτές εξαρτάται νομίζω από δύο παράγοντες. Ο πρώτος παράγων είναι να εδραιωθεί έτι περαιτέρω η καλή κατανόηση και ειλικρίνεια μεταξύ των μερών. Και το δεύτερο είναι να αποτιμήσουμε τις συμφωνίες οι οποίες έχουν υπογραφεί έτσι ώστε να έχει παραχθεί ένα καλό και ωφέλιμο αποτέλεσμα».
«Θέλω να σας πω ότι μόνο την 7η Δεκεμβρίου, στο πλαίσιο της επίσκεψης της τουρκικής αντιπροσωπείας, υπεγράφησαν 15 συμφωνίες και μνημόνια.
Πολύ σημαντικά κατά την άποψή μου και αυτές οι συμφωνίες θα πρέπει να αποτιμηθούν όταν θα βεβαιωθούμε ότι έχουν παραχθεί τα θετικά αποτελέσματα, ότι έχει παγιωθεί ένα κλίμα ειλικρίνειας και καλής κατανόησης, θα προχωρήσουμε».
Η τουριστική συμφωνία
Όπως ανέφερε ο κ. Γεραπετρίτης: «Με προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, σε συντονισμό με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ξεκινήσαμε ένα πρόγραμμα για επισκέψεις Τούρκων πολιτών σε δέκα νησιά μας. Το πρόγραμμα αυτό, πέρα από την τεράστια οικονομική αξία που έχει για τα νησιά μας, διότι διαρκεί καθ’ όλο το χρόνο διευρύνει την τουριστική περίοδο και το ίδιο το τουριστικό προϊόν, αλλά έχει μία πολύ μεγάλη αξία διότι φέρνει κοντά τους πολίτες από τα δύο κράτη. Νομίζω ήδη έχει υπάρξει πολύ μεγάλη ικανοποίηση και στα νησιά μας, αλλά και από πλευράς Τουρκίας για την εφαρμογή της συμφωνίας αυτής, Τέτοιου τύπου συμφωνίες θέλουμε να φέρουμε, έτσι ώστε να υπάρχει καλή κατανόηση και μία καλή διπλωματία σε επίπεδο πολιτών πια, για να μπορέσουμε να συζητήσουμε και τα πιο δύσκολα».