Χρέη ανεπίδεκτα είσπραξης ακόμα και με περιουσιακά στοιχεία

Να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι επιχειρεί η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, διαχωρίζοντας τα εισπράξιμά χρέη των οφειλετών του Δημοσίου από αυτά που δεν μπορούν να εισπραχθούν. Στόχος είναι να μπουν στην άκρη όσα δεν μπορούν να εισπραχθούν και να επικεντρωθεί ο ελεγκτικός μηχανισμός στους οφειλέτες που έχουν περιουσιακά στοιχεία και τραπεζικές καταθέσεις.

Σύμφωνα με τα ισχύοντα μέχρι τώρα κριτήρια, οφειλές ύψους 26,3 δισ. ευρώ έχουν εγγραφεί στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης, περιορίζοντας τον όγκο των ληξιπρόθεσμων χρεών από τα 107 δισ. ευρώ στα 80,6 δισ. ευρώ.

Ωστόσο, στη νέα απόφαση του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων προκαλεί ενδιαφέρον η διατύπωση νέας προσθήκης για τον χαρακτηρισμό οφειλών ως ανεπίδεκτων. Συγκεκριμένα, μπορούν να ενταχθούν στα μη εισρπάξιμα χρέη οφειλετών ακόμα και εάν υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία αξίας έως 100.000 ευρώ.

Σύμφωνα με απόφαση του διοικητή, στην περίπτωση που η συνολική αξία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων είναι ιδιαίτερα μικρής αξίας σε σχέση με τη συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή, δεν υπερβαίνει το 5% του ύψους της οφειλής και σε κάθε περίπτωση το ποσό των 100.000 ευρώ, θα θεωρείται ανεπίδεκτη είσπραξης. Δηλαδή στην περίπτωση που κάποιος διαθέτει ακίνητο αξίας 100.000 ευρώ και η βασική οφειλή του ανέρχεται στο ποσό των 2 εκατ. ευρώ, μπορεί να θεωρηθεί ανεπίδεκτη είσπραξης. Η διατύπωση αφήνει να εννοηθεί ότι όποιος έχει χρέη 2 εκατ. ευρώ και ένα ακινητο, η Εφορία δεν θα του το πάρει. Η ερμηνεία που δίνουν από τη φορολογικη διοίκηση, η οποία έχει και τη σύμφωνη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, είναι τελείως διαφορετική. Συγκεκριμένα, τονίζουν ότι αν, για παράδειγμα, υπάρχει οφειλή 2 εκατ. ευρώ και ακίνητη περιουσία βασικού οφειλέτη και συνυπόχρεων έως 100.000 ευρώ, η Φορολογική Διοίκηση, και αφού έχει κάνει προσπάθειες κατάσχεσης και έχει προχωρήσει στην άσκηση ποινικών διώξεων χωρίς αποτέλεσμα, θα βάζει στα βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης την οφειλή, χωρίς βεβαίως να τη διαγράφει.

Το ίδιο ισχύει και για τις επιχειρήσεις, με τη διαφορά ότι θα πρέπει να έχει  παρέλθει χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα ετών από την υπαγωγή της επιχείρησης του οφειλέτη, φυσικού ή νομικού προσώπου, σε διαδικασία ειδικής εκκαθάρισης ή από τη λύση του νομικού προσώπου και η τρέχουσα συνολική αξία του ενεργητικού της υπό εκκαθάριση περιουσίας και της περιουσίας των συνυπόχρεων προσώπων είναι ιδιαίτερα μικρής αξίας σε σχέση με τη συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή, η οποία δεν υπερβαίνει το 5% του ύψους της οφειλής και σε κάθε περίπτωση το ποσό των 100.000 ευρώ.

Αυτά ισχύουν κατά παρέκκλιση των διατάξεων για τις ανεπίδεκτες είσπραξης οφειλές. Συγκεκριμένα, για να θεωρηθούν μη εισπράξιμες οι οφειλές θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά τρεις προϋποθέσεις, Σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και τη νέα απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ, Γ. Πιτσιλή, η ολοκλήρωση των ελέγχων, η υποβολή ποινικής δίωξης στον οφειλέτη και η πιστοποίηση από ειδικό ελεγκτή ότι είναι αδύνατη η είσπραξη των οφειλών μπορούν να οδηγήσουν στον χαρακτηρισμό ως ανεπίδεκτης είσπραξης.

Οι προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά, για να μπουν στο βιβλίο των ανεπίδεκτων είσπραξης και υπό προϋποθέσεις για να διαγραφεί μετά την πάροδο δεκαετίας.

Σύμφωνα με νεότερη απόφαση του διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή:

  1. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και οι συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά τα ακόλουθα:

α) Έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της Φορολογικής Διοίκησης και από τις έρευνες αυτές δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων ή διαπιστώθηκε η καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκεινται σε ακύρωση.

β) Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης.

γ) Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας υπηρεσίας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις και είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών.

  1. Για εταιρείες του τελούν υπό κρατικό έλεγχο ή στις οποίες ασκείται κρατική εποπτεία και οι οποίες τελούν υπό εκκαθάριση ή πτώχευση απαιτείται η αναγγελία του Δημοσίου στις διαδικασίες αυτές και να έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης και να έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος και να είναι αδύνατη η είσπραξη των οφειλών.