Γιατί να μην πάμε ανάποδα στα σχολεία; Αντί να χτίζουμε καινούρια να εκμεταλλευτούμε αυτά που είναι στην περιφέρεια της Ξάνθης κλειστά και γκρεμίζονται.

 

Γράφει ο Αλέξανδρος Παυλικιάνος.

 

Είδαμε την ανακοίνωση της ΑΔΕΔΥ Ξάνθης, η οποία εν πολλοίς, έχει δίκιο. Δεν μπορεί εν έτη 2024-25 μαθητές να στοιβάζονται σαν τις σαρδέλες, γιατί δεν υπάρχουν αίθουσες διδασκαλίας και αν υπάρχουν, είναι κοντέινερ και διάφορες άλλες αποθήκες που μετατράπηκαν σε σχολεία, θυμίζοντας τριτοκοσμικές καταστάσεις, στερώντας όμως τον πολύτιμο χώρο αναψυχής από τα παιδιά, που τόσο τον έχουν ανάγκη.

Αν γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, θα δούμε την αιτία που τα σχολεία της Ξάνθης, ενώ ήταν προγραμματισμένο την δεκαετία του 80 και του 90 να δεχτούν έναν “Χ” αριθμό μαθητών, αυτοί αυξήθηκαν λόγω της εσωτερικής μετανάστευσης όπου ο κάθε ένας που ζούσε στα χωριά της Ξάνθης,  με διάφορες και πολλές βάσιμες δικαιολογίες, βρέθηκε στοιβαγμένος μέσα στην πόλη, αφήνοντας τα σπίτια και τα σχολεία να αργοπεθαίνουν χωρίς ζωή.

Σήμερα, βλέπουμε ότι το πράγμα έφτασε στο απροχώρητο και λίγο οι δήμαρχοι και οι Περιφερειάρχες, σιγονταρισμένοι από την αδιαφορία των βουλευτών, που δεν έκαναν την δουλειά τους, δηλαδή δεν ζήτησαν να γίνουν καινούρια σχολεία, γνωρίζοντας πώς για να γίνει αυτό, χρειάζεται από 10 – 20 χρόνια. Άρα οι προηγούμενοι, δεν ζήτησαν σχολεία.

Από κοντά και η διεύθυνση πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης διαχρονικά που αρκέστηκε σε λύσεις στο γόνατο για να βγει ίσα ίσα και «αβρόχοις ποσί» η χρονιά, καταγράφουμε και εμείς, όπως και όλοι οι εμπλεκόμενοι, το αδιέξοδο.

Η πρωτοβάθμια και οι δήμαρχοι δεν τολμούν να ζητήσουν χρήματα από το υπουργείο που την τελευταία πενταετία το κύριο μέλημα του ήταν να καταργηθούν τα θρησκευτικά από τα σχολεία και πώς θα διδάξει στα νήπια τον  σεξουαλικό προσδιορισμό της κοινωνίας, στερώντας, εκτός αποστολής,  πόρους και πρωτεύουσες ανάγκες, όπως οι αίθουσες διδασκαλίας και άρα η απάντηση σε κάθε αίτημα των υπευθύνων είναι  ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος, παρόλο που «ξεσκίζουν» τα υπουργία  στην κυριολεξία, τους πολίτες στην φορολογία, αλλά δυστυχώς, αυτά δεν φτάνουν για να καλύψουν τις ανάγκες των κηφήνων του δημοσίου τομέα και των παρατρεχάμενων αυτών.

 

ΤΟ ΖΟΥΜΙ

 

Ας προσπαθήσουμε να δούμε λίγο πιο σφαιρικά το όλο θέμα κατασκευής νέων σχολείων ξεκινώντας από το κόστος απόκτησης οικοπέδου και κατασκευής νέου σχολικού συγκροτήματος.

Ας παραδεχτούμε ότι γενεσιουργός αιτία είναι ότι ο κόσμος από τα χωριά μας, ήρθε να μείνει στην πόλη, αφήνοντας τα σχολεία στα χωριά τους να γκρεμίζονται άδεια και έρημα.

Ας καθίσει λοιπόν η διεύθυνση πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης με το επιτελείο της να δει πόσο κοστίζει ένα νέο σχολείο σε χρόνο και χρήμα και πόσο κοστίζει η συντήρηση  ενός καλού  σχολείου στην περιφέρεια και η μεταφορά μαθητών και δασκάλων σε εκείνο το σχολείο που θα βρίσκεται στην περιφέρεια, το οποίο υποτίθεται ότι με μία χαμηλού κόστους συντήρηση, θα είναι άμεσα λειτουργικό, ζητώντας από το ΚΤΕΛ να δεσμεύσει ένα ή δύο αυτοκίνητα αποκλειστικά για αυτό τον σκοπό και η διεύθυνση της εκπαίδευσης να εκπονήσει πρόγραμμα μαθημάτων έτσι που να βολεύει την εξυπηρέτηση μαθητών και δασκάλων στην απρόσκοπτη μετακίνηση τους. Εννοείται ότι η διεύθυνση μέσω των δήμων και της Περιφέρειας θα πληρώσει κάτι παραπάνω στο ΚΤΕΛ για την αποκλειστική απασχόλησή του με αυτό το αντικείμενο.

Αυτό, εκτιμούμε ότι θα δώσει άλλη διάθεση στους μαθητές τους δασκάλους και φυσικά ζωή στα νεκρά και εγκαταλειμμένα χωριά μας, θα αξιοποιηθούν τα δημόσια ακίνητα που γκρεμίζονται γιατί δεν συντηρούνται και φυσικά τα παιδιά για 6 ή 7 ώρες θα είναι κοντά στην φύση.

Ας τα βάλλουν κάτω οι υπεύθυνοι και ας τα μετρήσουν.

Η ΑΔΕΔΥ και οι δάσκαλοι, μπορεί να ζητούν ουρανοξύστες να χτιστούν για χάρη της «εκπαίδευσης», όμως, ένας καλός ηγήτορας όπως είναι ένας διευθυντής ή μια διευθύντρια της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, θα πρέπει να διαθέτει φαντασία, όραμα, θέληση και να τα «ζυγιάζει»  όλα, ακόμη και τις πιο απίθανες λύσεις και εννοείται ότι πρέπει να κάνει ρίξεις και να έρθει αντιμέτωπος -η με τα κεκτημένα των διαφόρων συντεχνιών και ο νοών νοείτο.