Το «πράσινο φως» από τα συναρμόδια υπουργεία έχει ήδη πάρει το σχέδιο του υπουργείου Μεταφορών και Υποδομών ώστε να δοθούν κίνητρα στην αγορά νέων αυτοκινήτων φιλικών με το περιβάλλον. Εάν συμφωνήσουν και οι Θεσμοί, τότε το πρόγραμμα της απόσυρσης μπορεί να ξεκινήσει από το πρώτο τρίμηνο του 2020, όσο το δυνατόν δηλαδή πιο γρήγορα ώστε να ξαναζωντανέψει και η αγορά αυτοκινήτου.
Η βασική ιδέα όπως διατυπώθηκε στο σχέδιο είναι να δοθούν κίνητρα (τα οποία από κοινού θα αποφασίσουν τα υπουργεία Οικονομικών και Μεταφορών) στην αγορά πιο νέων και φιλικών προς το περιβάλλον μεταχειρισμένων ΙΧ αυτοκινήτων από την Ευρωπαϊκή Ενωση και να πριμοδοτηθούν τα καινούργια.
Παράλληλα θα δοθούν κίνητρα και για την ανανέωση των ταξί, ο στόλος των οποίων είναι ξεπερασμένης τεχνολογίας. Μαζική αντικατάσταση των ταξί έγινε πριν από χρόνια (από το 2004) με την ευκαιρία της τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα.
Και για ταξί
Τα κίνητρα που σκοπεύει να δώσει η κυβέρνηση για την αγορά νέων αντιρρυπαντικών ΙΧ αυτοκινήτων θα ισχύσουν (με κάποιες διαφοροποιήσεις) και για ταξί καθώς και για τα επαγγελματικά αυτοκίνητα.
Με το κυβερνητικό σχέδιο αντικατάστασης παλαιών με καινούργια αυτοκίνητα που ετοίμασε ο υπουργός Μεταφορών Κ. Αχ. Καραμανλής αλλάζει ριζικά όλο το σύστημα εισαγωγής και εμπορίας αυτοκινήτων καινούργιων ή μεταχειρισμένων και βεβαίως αλλάζει και ο τρόπος υπολογισμού των τελών κυκλοφορίας. Οσο λιγότερο ρυπαίνει την ατμόσφαιρα ένα αυτοκίνητο τόσο λιγότερα τέλη κυκλοφορίας θα πληρώνει.
Αλλωστε το 1/4 της παγκόσμιας ρύπανσης οφείλεται στις μεταφορές. Το 70% της ρύπανσης που δημιουργείται από τις μεταφορές οφείλεται στην κυκλοφορία των ΙΧ αυτοκινήτων. Επομένως η πρωτοβουλία του υπουργείου Μεταφορών βρίσκεται σε άμεση συνέπεια με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για μια κλιματικά ουδέτερη Ευρωπαϊκή Ενωση έως το 2050.
Αν και πολλοί πιστεύουν ότι το μέλλον για την προστασία του περιβάλλοντος από τους ρύπους των μεταφορών είναι τα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα, σημειώνεται ότι ο στόλος των ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων στην Ευρώπη (χώρες ΕΕ) είναι κάτω του 7%. Στην Ελλάδα μόλις 1