Η «μάχη» της τροπολογίας
και η «λευκή σημαία» στην τουρκική πολιτική
Του Νίκου Μελέτη
Η τροπολογία Κοντονή έφερε στην επικαιρότητα με έναν αρνητικό και προβληματικό τρόπο μια πτυχή της μειονοτικής πολιτικής της χώρας η οποία αν και σημαντική δεν είναι η κεντρική, στο μείζον πρόβλημα της πλήρους απουσίας σοβαρής μειονοτικής πολιτικής η οποία θα αποτελούσε ασπίδα στην προσπάθεια εργαλειοποίησης της μειονότητας από την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας και την ισοπεδωτικής αφομοίωση από τους εκπροσώπους του τουρκισμού όλων των μη χριστιανών της Θράκης.
Η κυβέρνηση και η Πολιτεία είναι υποχρεωμένη κάποια στιγμή, να αποδεχθεί τουλάχιστον ότι ακόμη κι αν τα ελληνικά δικαστήρια δεν υποχρεωθούν να υιοθετήσουν την νομολογία του ΕΔΔΑ, θα αποδεχθούν την δυνατότητα επανάκρισης υποθέσεων που έχουν τελεσίδικα απορριφθεί από την ελληνική δικαιοσύνη σε ανώτατο βαθμό, αλλά δικαιώθηκαν μετά, από το ΕΔΔΑ.
Αυτό κάθε άλλο παρά προδικάζει την κρίση των Ελληνικών Δικαστηρίων, αλλά είναι σαφές ότι το δεδικασμένο του ΕΔΔΑ θα παίξει βαρύνοντα ρόλο στην κρίση τους. Το πρόβλημα φυσικά είναι ότι οι αποφάσεις του ΕΔΔΑ είναι συνήθως αποστεωμένες από πολιτικά και διπλωματικά χαρακτηριστικά.
Όμως η υπόθεση της τροπολογίας και τα όσα ακολούθησαν δυστυχώς αναδεικνύουν την απουσία ολοκληρωμένης Εθνικής πολιτικής για το ζήτημα της μειονότητας. Ένα ζήτημα το οποίο έχει παραδοθεί εδώ και χρόνια στις διαθέσεις και στις μικροπολιτικές επιδιώξεις τοπικών παραγόντων ,αυτοδιοικητικών παραγόντων και πολιτικών κομμάτων ,που τελικά όλοι μαζί απλώς εξυπηρετούν τις επιδιώξεις της Τουρκίας και εμφανίζονται να λειτουργούν ως πιόνια της πολιτικής που ασκεί το Τουρκικό Προξενείο Κομοτηνής.
Η τουρκική πολιτική στην Θράκη μάλιστα έχει πλέον αναβαθμιστεί καθώς κορυφαίοι παράγοντες της τουρκικής πολιτικής σκηνής έχουν δεσμούς προσωπικούς με την Θράκη και μάλιστα ο νέος αναπληρωτής πρωθυπουργός Χακαν Τσαβούσογλου όχι μόνο έχει γεννηθεί στην Θράκη αλλά για σημαντικό διάστημα ηγήθηκε του γνωστού απολυτρωτικού «Συλλόγου Αλληλοβοήθειας Τούρκων Δυτικής Θράκης» με έδρα την Τουρκία. Ο πρώην υπουργός Υγείας και κορυφαίο στέλεχος του ΑΚΡ Μ.Μουεζινογλου έχει γεννηθεί στα Αρριανά ενώ από την Θράκη προέρχεται και ο πανίσχυρος διευθυντής του IRCICA Χαλιτ Ερέλ.
Η Ελληνική Πολιτεία δεν θα είχε απολύτως τίποτα να φοβηθεί ούτε από την δράση αυτών των παραγόντων και τον πακτωλό χρημάτων που διαθέτει για την διείσδυση στην Θράκη το Τουρκικό Προξενείο Κομοτηνής εάν είχε εφαρμόσει πολιτική ομαλής ενσωμάτωσης της μειονότητας που εκ των πραγμάτων θα καθιστούσε άνευ αντικειμένου κάθε έξωθεν παρέμβαση.
Και δυστυχώς ο βασικός λόγος που η πολιτική ισονομίας και ισοπολιτείας που ξεκίνησε κάτω από τις γνωστές συνθήκες ο Κωσταντίνος Μητσοτάκης, έμεινε ημιτελής καθώς διαρκώς σκοντάφτει σε μικροπολιτικά και μικροκομματικά συμφέροντα και κυρίως στην «εκούσια» ανάδειξη του Τουρκικού Προξενείου Κομοτηνής σε άτυπο ρυθμιστή των υποθέσεων της Θράκης.
Ο τρόπος με τον οποίο το «αόρατο χέρι» που κινεί τα νήματα στην Θράκη μετέφερε την πλειοψηφία των ψήφων από το ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ στις Εθνικές εκλογές και κατόπιν μαζικά πριμοδότησε το μειονοτικό κόμμα ΚΙΕΦ στις ευρωεκλογές (όπου βγήκε πρώτο κόμμα και στην Ροδόπη και στην Ξάνθη) ηταν το μήνυμα το οποίο ερμήνευσαν λάθος οι πολιτικές δυνάμεις και οι αυτοδιοίκητοι παράγοντες. Και αντί να αντιμετωπίσουν τον ωμό εκβιασμό της Τουρκίας, υπέκυψαν σε αυτόν αναζητώντας την εύνοια του εκάστοτε τούρκου προξένου.
Σημαντικά βήματα που ξεκινούν από την εκπαίδευση με την δημιουργία περισσότερων, πιο σύγχρονων και ελκυστικών δημοσίων σχολείων στις μειονοτικές περιοχές, με την δημιουργία παιδικών σταθμών για τα παιδιά της μειονότητας, έχουν μεινει μετέωρα παραδίδοντας τα παιδιά της μειονότητας στα αναχρονιστικά και αντιεκπαιδευτικά μειονοτικά σχολεία και στην «παραπαιδεία» των διαφόρων Συλλόγων που χρηματοδοτούνται από την Τουρκία. Ένα σύστημα που περιθωριοποιεί από το νηπιαγωγείο τους μουσουλμανοπαιδες που δεν έχουν άλλη προοπτική μετά παρά να φύγουν για «επιδοτούμενες» σπουδές στην Τουρκία.
Ο θεσμός των ιεροδιδασκάλων ποτέ δεν λειτούργησε με αποτέλεσμα οι περισσότεροι από τους διορισμένους (εκ των 240 που προέβλεπε ο νόμος) ιεροδιδάσκαλους να κάνουν αργομισθία ,αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο για τους ψευδομουφτήδες. Εκατοντάδες εκατομμύρια που διατέθηκαν για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Θράκης που θα έλυνε το σημαντικό πρόβλημα της απασχόλησης και της εξασφάλισης ενός ικανοποιητικού βιοτικού επιπέδου και για την μειονότητα, χάθηκαν σε σκοτεινούς λογαριασμούς στην Ελβετία αφήνοντας πίσω κουφάρια εργοστασίων και συνεταιρισμών.
Όσο για την έλλειψη πολιτικής και για τους Ρομά είναι χαρακτηριστικό το τι συμβαίνει στον οικισμό Δροσερό της Ξάνθης που οι Ρομά εγκαταλείπονται στις διαθέσεις των ανθρώπων του Τουρκικού Προξενείου και μερικές φορές με τις ευλογίες της επίσημης Πολιτείας…
Για τα όσα ΔΕΝ έχουν γίνει στην Θράκη μπορεί να γραφτούν χιλιάδες σελίδες.
Και φυσικά σε σχέση με το ζήτημα όπου έχει ανακύψει είναι προφανές ότι συλλογικός προσδιορισμός της μειονότητας ως «Τουρκικής» δεν μπορεί να υπάρξει τόσο λόγω των προβλέψεων της Συνθήκης της Λωζάννης που αναγνωρίζει μόνο θρησκευτική μειονότητα, αλλά και επειδή η μειονότητα δεν περιλαμβάνει μόνο τουρκογενείς, αλλά περιλαμβάνει και Πομάκους και Ρομά.
Το πρόβλημα με τους Συλλόγους που προωθούν τον τουρκισμό, δεν είναι μόνο ο τίτλος τους και η διεκδίκηση τους να έχουν τον όρο «τουρκικός» στην ονομασία τους, αλλά η πολιτική αφομοίωσης που επιδιώκουν επιχειρώντας να τονώσουν και να τσιμεντώσουν την τουρκική ταυτότητα στον μειονοτικό πληθυσμό εις βάρος της ιδιότητας του Έλληνα πολίτη μουσουλμανικού θρησκεύματος είτε είναι τουρκογενής είτε Πομακος είτε Ρομά, είτε τίποτε από όλα αυτά…
Εξάλλου όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια στην Θράκη έγιναν με την δράση Συλλόγων που δεν έχουν επισήμως στον τίτλο τους τον όρο «τουρκικός»…
Συνεπώς η μάχη για τον τίτλο των Συλλόγων δεν μπορεί να εγκαταλειφθεί καθώς αφορά την απόπειρα «τουρκοποίησης» της μουσουλμανικής μειονότητας, αλλά στην ουσία θα είναι εκ προοιμίου χαμένη εάν δεν υπάρξει ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για την Θράκη.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Το 1927 το Πρωτοδικείο Ξάνθης είχε κάνει δεκτή την αίτηση ίδρυσης του σωματείου με την επωνυμία »Στέγη της Τουρκικής Νεολαίας Ξάνθης» και το 1936 το Πρωτοδικείο Ξάνθης έκανε δεκτή την αίτηση του ίδιου σωματείου για μετονομασία του σε »Τουρκική Ένωση Ξάνθης» (υπ’ αριθ. 122/1936 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου). Εκείνη τη χρονική περίοδο τα εθνικά δικαστήρια δεν θεώρησαν ότι υπήρχε κάποιο στοιχείο, που να προκύπτει είτε από τον τίτλο, είτε από το καταστατικό του, που θα μπορούσε να διασαλεύσει τη δημόσια τάξη. Το 1983 όμως, το Πρωτοδικείο Ξάνθης έκανε δεκτή την αίτηση του νομάρχη Ξάνθης (στις 29.11.1983) να απαγορευτεί στο σωματείο η χρήση του όρου «τουρκικός» σε κάθε έγγραφο και σφραγίδα του (απόφαση αρ. 561/1983).
Στις 30.1.1984, ο νομάρχης Ξάνθης έκανε εκ νέου αίτηση στο Πρωτοδικείο Ξάνθης για τη διάλυση του σωματείου, διότι όσα όριζε το καταστατικό του αποτελούσαν προσβολή στη δημόσια τάξη. Τα ελληνικά δικαστήρια έκριναν ότι η Τουρκική Ένωση Ξάνθης αποτελούσε κίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ότι η λειτουργία της αντίκειται σε Συνθήκη της Λωζάννης επειδή προσπαθούσε να δημιουργήσει εθνική μειονοτική συνείδηση. Τα Ελληνικά δικαστήρια επικαλέστηκαν ότι η Συνθήκη της Λωζάννης αναγνωρίζει θρησκευτική και όχι εθνική μειονότητα και ότι το σωματείο επιδίωκε να διαδώσει την ιδέα της ύπαρξης μιας τουρκικής μειονότητας στα πλαίσια του ελληνικού κράτους και να εξυπηρετήσει έτσι συμφέροντα τρίτου κράτους (ήτοι της Τουρκίας).
Μετά την απόφαση διάλυσης του σωματείου αυτού, η υπόθεση έφθασε ενώπιον του ΕΔΔΑ μετά από την προσφυγή (no 26698/05) κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας και στις 27.3.2008 καταδικάστηκε η Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 11 και 14 της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου) που κατοχυρώνει την ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι και επιτάσσει απόλαυση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται στη Σύμβαση να διασφαλίζεται, χωρίς καμία διάκριση, ιδίως λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, λόγω της ένταξης σε μια εθνική μειονότητα, περιουσίας, γέννησης ή οποιασδήποτε άλλης κατάστασης αντίστοιχα..
Η διάλυση του ως άνω σωματείου συνιστούσε κατά το ΕΔΔΑ επέμβαση στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι που είχε η αιτούσα «Τουρκική Ένωση Ξάνθης». Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ : «Ακόμα και αν ο σκοπός του σωματείου ήταν η προώθηση της ιδέας ότι υπάρχει στην Ελλάδα μια εθνική μειονότητα, δεν θα μπορούσε τούτο να απειλήσει μια δημοκρατική κοινωνία, ιδιαίτερα επειδή ουδόλως γίνεται μνεία στο καταστατικό του περί προσφυγής των μελών του στη χρήση βίας ή αντιδημοκρατικών ή αντισυνταγματικών μέσων… Το να έχει κανείς την πρόθεση να συζητήσει δημόσια για την ταυτότητα ενός μέρους του πληθυσμού ενός κράτους δεν αρκεί κατά την άποψή του για να επιβάλει το κράτος αυτό ένα τόσο ριζοσπαστικό περιορισμό, όπως είναι η διάλυση ενός σωματείου. Καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει τις πεποιθήσεις του σχετικά με την εθνική του ταυτότητα.»
Πρόσφατα μετά την καταδίκη της Ελλάδας, το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας μας ο Άρειος Πάγος με την νομολογία ότι οι αποφάσεις ΕΔΔΑ δεν είναι δεσμευτικές για την Ελλάδα απέρριψε το αίτημα της Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης για την επανεγγραφή του στο βιβλίο σωματείων του οικείου Πρωτοδικείου.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) γνωστοποίησε στις 5 Ιανουαρίου 2015 πως στις 18 Δεκεμβρίου 2014 κοινοποίησε στην Ελλάδα τρεις συσχετισμένες προσφυγές με τίτλο «Τουρκική Ένωση Ξάνθης και λοιποί κατά Ελλάδας». Με την κοινοποίηση αυτή, η Ελλάδα ξαναδικάζεται γιατί περιφρόνησε τις τρεις καταδικαστικές αποφάσεις από το ΕΔΔΑ για τη διάλυση της «Τουρκικής Ένωση Ξάνθης» (27 Μαρτίου 2008), του «Πολιτιστικού Συλλόγου Τούρκων Γυναικών Νομού Ροδόπης» (27 Μαρτίου 2008) και του «Συλλόγου Νεολαίας Μειονότητας Νομού Έβρου»(11 Οκτωβρίου 2007) και δεν τις εκτέλεσε.
Αυτή την κατάσταση επιχειρεί να διαχειρισθεί η κυβέρνηση με την τροπολογία Κοντονή προκειμένου να αποφύγει άμεσα νέες προσφυγές και καταδικαστικές αποφάσεις.
Πηγή Liberal