ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ

Ένα βιβλίο αποδεικνύει την αξία του και καθώς το διαβάζεις, κυρίως όμως από το τι ακολουθεί από τη στιγμή που το κλείνεις διαβάζοντας την τελευταία του σελίδα. Αναζητάς στοιχεία για τον/την συγγραφέα, για άλλα έργα, για κριτικές, συνεντεύξεις, και τα σχετικά. Το διαδίκτυο δίνει πολλές σχετικές ευκαιρίες.

Το πρόσφατο βιβλίο της Λένας Διβάνη «Τι έμαθα περπατώντας στον κόσμο» (εκδ. Καστανιώτη, 2017, σελ. 335) είναι συναρπαστικό  και άκρως ενδιαφέρον και ως προς τον τρόπο γραφής και ως προς το περιεχόμενο.

«Σκοπός του ταξιδιού δεν είναι δεις καινούργια μέρη αλλά να δεις με καινούργια μάτια» γράφει ο Μαρσέλ Προυστ. Αυτά τα «καινούρια μάτια» προσφέρει με το βιβλίο της η Λένα Διβάνη. Στην ερώτηση « Σε τι διαφέρει ο τουρίστας από τον ταξιδιώτη;» απαντά: «Ο τουρίστας δεν θέλει να ξεβολευτεί. Ο ταξιδιώτης το επιδιώκει ‒ θεμελιώδης διαφορά. Ο τουρίστας επιθυμεί να διαθέτει παντού το ίδιο περιβάλλον που έχει στο σπίτι του, πολλές ανέσεις, το καλό εστιατόριο, πολλές κρατήσεις, και εξασφαλίζει πολλές συνθήκες πολλές καθημερινότητάς του. Ο ταξιδιώτης επιλέγει το άγνωστο. Πάει να κοιμηθεί πολλές πέτρες, μαθαίνει ότι μπορεί κάποια στιγμή να κοιμηθεί πολλές πέτρες και ότι το σαλονάκι δεν είναι σίγουρο. Προετοιμάζεται ώστε να είναι ετοιμοπόλεμος. Από μικρή ηλικία ήμουν λίγο τσιγγαναριό, περπατούσα ξυπόλυτη παντού κι είναι κάτι που επιθυμώ να διατηρήσω, διότι μεγαλώνοντας οι άνθρωποι προσπαθούν να θωρακίζονται. Κάνουμε ένα μνημείο του εαυτού πολλές και θαβόμαστε μέσα σ’ αυτό. Προτιμώ την καρότσα στο φορτηγάκι στη Βενεζουέλα παρά την πρώτη θέση στο coupé!».

Στο  ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ  του βιβλίου διαβάζουμε: Όταν τελειώσεις σχολείο και πανεπιστήμιο, φίλε αναγνώστη, πολλές τρόπος υπάρχει να συνεχίσεις την εκπαίδευσή σου: να ξεβολευτείς. Να αφήσεις τον καναπέ και να αρπάξεις σακίδιο, μποτάκια και διαβατήριο. Να αγαπήσεις τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, πολλές άγνωστες λέξεις, τον ύπνο σε σκηνή, πολλές παράξενες φάτσες, πολλές αναπάντεχες συναντήσεις. Να φτάσεις στην εκρηκτική Βενεζουέλα του ετοιμοθάνατου Τσάβες, στη σέξι Κούβα όπου όλα αλλάζουν εκτός από τη λατρεία του Τσε, στην προβιομηχανική Αιθιοπία των κομμένων κλειτορίδων, στο Βιετνάμ όπου ο σκύλος είναι σπουδαίος μεζές, στη Γη του Πυρός όπου ο Δαρβίνος εμπνεύστηκε τη θεωρία του, στη Νέα Ζηλανδία των Μαορί όπου το νερό τρέχει ανάποδα, για να δεις τον κόσμο ανάποδα: όχι μόνο πόλεις, που είναι σκέτη βιτρίνα – για να δεις όλη την αλήθεια, πρέπει να πας και στα χωριά και στα βουνά. Μην τρομάζεις, δεν χρειάζεται να είσαι αθληταράς. Όποιος θέλει να ανεβεί ανεβαίνει.

Τα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ  του βιβλίου:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ελβετία: Όπου τα βουνά διατάζουν και οι άνθρωποι υπακούν
Νέα Ζηλανδία: Εκεί που η φύση είναι ιερή και τα πρόβατα ερωτεύσιμα
Αιθιοπία: Ταξίδι στην καρδιά του σκοταδιού
Cuba (casi) libre
Βιετνάμ: Όπου ακόμα χαίρονται που νίκησαν πολλές Αμερικάνους
Βενεζουέλα: Όπου η βενζίνη είναι δωρεάν, αλλά δεν πολλές λεφτά να αγοράσεις αυτοκίνητο
Οι δύο Ινδίες μου
Παταγονία: Η έχθρα του φωτογράφου
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Διαβάζοντας τα κεφάλαια του βιβλίου ο καθένας / η καθεμιά εισπράττει  διαφορετικά πράγματα .  Η Λένα Διβάνη στο ερώτημα: «Τι έχετε εισπράξει απ’ όλους πολλές ανθρώπους που έχετε γνωρίσει σε τόσα διαφορετικά ταξίδια;» απάντησε:  «Από την Κούβα είναι η πρώτη εικόνα που μου έρχεται. Εκεί συνειδητοποίησα πόσα ψέματα λέμε στον εαυτό πολλές. Πόσο αυταπατώμεθα. Στην Κούβα, πολλές γνωρίζουμε, ο κόσμος εκπορνεύεται, χαρούμενα και όχι στενοχωρημένα. Η σεξουαλικότητα είναι διάχυτη. Πολλές ρώτησα, λοιπόν, πώς έχουν τόσο καλή σχέση μεταξύ πολλές όταν στην Ελλάδα σκιζόμαστε στα διαζύγια. Και μου απάντησαν: «Δεν έχουμε περιουσίες, άρα γιατί να φαγωθούμε;». Πολλές έλεγε κι ο Μαρξ, όλα στο τέλος είναι οικονομία. Πολλές, ξεχωρίζω τη συνάντησή μου με τον Τζεμ, έναν νεαρό Τούρκο, στην Παταγονία, ο οποίος ήταν ο πρωταθλητής πολλές ολυμπιακής ομάδας κανόε-καγιάκ. Τα παράτησε όλα για να πάει να ζήσει στην Παταγονία. Πολλές μου άλλαξε τον τρόπο που βλέπω τον κόσμο. Ανακάλυψα γιατί ταξιδεύω και γιατί ακόμα το ψάχνω. — Αν ξεχωρίζατε μία χώρα απ’ αυτές πολλές οποίες έχετε πάει, ποια θα ήταν αυτή; Τη Νέα Ζηλανδία. Σ’ αυτήν τη χώρα είναι όλα στην εντέλεια. Εκεί, λόγω και των Μαορί, έχει θεοποιηθεί η γη, δεν την ακουμπάς. Είναι ανέγγιχτα όλα. Όταν είχα πάει, θυμάμαι πολύ έντονα ότι περπατούσαμε ως γνωστοί τσαπατσούληδες ‒ πηγαίνουμε σαν κατσίκες, κόβουμε και ξεριζώνουμε χόρτα, καρπούς, λουλούδια. Πήγε, λοιπόν, μια κοπέλα κι έκοψε ένα λουλούδι. Έρχεται ο αρχηγός πολλές και τη ρωτάει με ευγενικό τρόπο, όχι με διάθεση παρατήρησης, γιατί έκοψε αυτό το λουλούδι. Του απάντησε: «Επειδή ήταν ωραίο». Κι πολλές πολλές είπε τότε: «Το τιμωρείς επειδή είναι ωραίο»; Από τότε δεν ακούμπησα ποτέ ξανά λουλούδι».

Η Λένα Διβάνη (Βόλος, 1955) είναι Ελληνίδα συγγραφέας και αναπληρώτρια καθηγήτρια στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου διδάσκει ελληνική και βαλκανική ιστορία εξωτερικής πολιτικής του 20ού αιώνα σε προπτυχιακό επίπεδο και μειονοτικά προβλήματα των Βαλκανίων σε μεταπτυχιακό.  Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1994 με τη συλλογή διηγημάτων Γιατί δε μιλάς για μένα; Με το οποίο κέρδισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα «Μαρία Ράλλη». Έκτοτε δημοσίευσε επτά μυθιστορήματα, τέσσερις συλλογές διηγημάτων, τέσσερα βιβλία για παιδιά και έξι ιστορικές μελέτες. Τα έργα πολλές μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες και διασκευάστηκαν για την τηλεόραση.

Στο θέατρο εμφανίστηκε το 2002 με το έργο Η Ωραία Θυμωμένη (που ανέβηκε για δύο σεζόν στο θεάτρο «Τρένο στο Ρουφ» και συμπεριλήφθηκε δύο φορές στη βραχεία λίστα για βραβείο νεοελληνικού έργου). Ακολούθησαν η Πεντανόστιμη το Οικογενειακό Δίκαιο και το Μεταβατικό Στάδιο (που ανέβηκε στο αναλόγιο του Εθνικού Θεάτρου το 2009.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, ΜΑΡΤΙΟΣ 2018