Του Γιάννη Σιδέρη
Ο υποφαινόμενος έγραφε εν έτει 2013, για τον Έντι Ράμα:
«Υπό την πρωθυπουργία του -παρά τα όποια φραστικά, διπλωματικά ανοίγματα που θα κάνει- θα υπάρξει επιδείνωση των ελληνοαλβανικών σχέσεων. Ο εν λόγω είναι μεταξύ εκείνων που υιοθέτησαν καθ´ εικόνα και ομοίωση την τουρκική στάση στο θέμα ΑΟΖ για το Καστελόριζο, και σαμποτάρισαν ανηλεώς την ελληνοαλβανική συμφωνία του 2009, (στην οποία περιλαμβάνεται και το πλαίσιο της ΑΟΖ). Οι αρνητές, μεταξύ των οποίων και ο Ράμα, ισχυρίζονται ότι τα διαπόντια νησιά, βορείως της Κέρκυρας, δεν έχουν υφαλοκρηπίδα!
Όσο για την πολιτική του ηθική, αρκούν οι καταγγελίες του προέδρου της ΚΕΑΔ (Κόμμα Ένωση ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) Βαγγέλη Ντούλε, ο οποίος μετά το εκλογικό αποτέλεσμα κατηγόρησε και τα δύο μεγάλα κόμματα για νοθεία εις βάρος του κόμματός του, κατά τη διάρκεια της καταμέτρησης στις περιοχές της Χιμάρας και των Αγίων Σαράντα. Στις πατρογονικές εστίες, δηλαδή, της ελληνικής μειονότητας. (σ.σ. Παρότι συνεργάστηκαν με το κόμμα του Ράμα)».
Επιβεβαιωθήκαμε καθώς ως πρωθυπουργός, μιλώντας στην πρώτη συνεδρίαση της αλβανικής διασποράς στα Τίρανα είχε δηλώσει μεν πως «οι σχέσεις με την Ελλάδα είναι μεγάλης στρατηγικής σημασίας και γι’ αυτό παραμένει σταθερή γραμμή της εξωτερικής μας πολιτικής, η στρατηγική εταιρική σχέση μαζί της», αλλά έσπευσε να συμπληρώσει: «Οι γείτονές μας είχαν μάθει, εδώ στα Τίρανα, με υπάκουους συνομιλητές, όμως εμείς δεν έχουμε την πρόθεση να παραμείνουμε σιωπηλοί»
Έχοντας δείγμα γραφής – και δήγμα πράξης – από τον Ράμα, μόνο τους διεθνιστές αριστερούς και τους κοσμοπολίτες Φιλελεύθερους, ξαφνιάζει η νέα επιχείρηση αρπαγής των περιουσιών των Ελλήνων της Αλβανίας, υπό διάφορα προσχήματα και αιτιολογίες.
Κατά την ελληνική αντίληψη, όπως την είχε εκφράσει κατά τη επίσκεψή του στα Τίρανα ο Νίκος Κοτζιάς το 2016, τρεις γέφυρες ενώνουν τις δύο χώρες:
α) Οι 700.000 Αλβανοί που ζουν στην Ελλάδα (σ.σ. και οι οποίοι στηρίζουν περίπου το μισό ΑΕΠ της Αλβανίας), εκ των οποίων περί του 150.000 έχουν πάρει την ελληνική υπηκοότητα,
β) Η γηγενής ελληνική μειονότητα στην Αλβανία, τα δικαιώματα της οποίας αποτελούν ιστορική επιταγή και ευρωπαϊκή προοπτική και
γ) Η Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία της Αλβανίας, «που έχει επικεφαλής της έναν σοφό ουμανιστή, τον αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο».
Η μόνη όμως που ευτυχεί άνευ προβλημάτων που να οφείλονται σε ενέργειες κράτους, είναι η πρώτη «γέφυρα», η οποία έχει μονομερή ροή προς τη χώρα μας, η εδώ αλβανική κοινότητα. Σχετικά με την ορθόδοξη εκκλησία της Αλβανίας τα πράγματα έχουν πρόσκαιρα κατασιγάσει, αλλά υπάρχει αύξουσα επιθετικότητα προς την ελληνική εθνική μειονότητα. Τελευταίο κρούσμα η αρπαγή περιουσιών, εντασσόμενη σε ένα διαχρονικό σχέδιο καταπίεσης των Ελλήνων προκειμένου να αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Το –επί της ουσίας – ακέφαλο ελληνικό ΥΠΕΞ εξέδωσε μια χλιαρή ανακοίνωση περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που ουδόλως επηρέασε την αλβανική κυβέρνηση. Δεν γνωρίζουμε αν ο – και – υπουργός Εξωτερικών κ. Τσίπρας, έχει επίγνωση ότι πλέον η κατάσταση με τη μειονότητα βρίσκεται στο κόκκινο και απαιτείται πολιτική και όχι χλιαρές ανακοινώσεις. Δεν γνωρίζουμε επίσης αν κατανοεί ότι τη μια με τις κατεδαφίσεις σπιτιών, την άλλη με τη δήμευση περιουσιών, σε συνδυασμό με την υπέρμετρη αστυνόμευση και καταπίεση, οι Έλληνες της Αλβανίας πιέζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα. Αν χάσουν τις περιουσίες τους, χάνουν τις πατρογονικές τους εστίες και το λόγο παραμονής στα πατρογονικά τους εδάφη.
Στα κείμενα της ΕΕ για την ένταξη, υπάρχουν αναφορές στη μειονότητα αλλά δεν είναι σκληρές και διεκδικητικές, γιατί δεν το επιδίωξε η Ελλάδα, αφού ο κ. Κοτζιάς (με νοοτροπία ΣΥΡΙΖΑ ή ΓΑΠ), νόμιζε ότι με την συμφωνία θα λύνονταν όλα , πράγμα που δεν επιβεβαιώθηκε. Βέβαια, αντιθέτως με την ελληνική πρακτική, η Αλβανία είναι επιθετική στη διεκδίκηση δικαιωμάτων για τις δικές της μειονότητες στα Βαλκάνια (πχ. Στα Σκόπια οι Αλβανοί είναι ισότιμοι με τους Σλαβομακεδόνες).
Άρα υπάρχει στρατηγικό λάθος και κατά συνέπεια απαιτείται αλλαγή πολιτικής και αναβαθμισμένη διπλωματική και πολιτική πίεση προς τη γείτονα.
Η πίεση μέσα από την προοπτική του βέτο στην ΕΕ, μπορεί να έχει κάποια αποτελέσματα καθώς θα γίνει αντιληπτό ότι η Ελλάδα σκληραίνει την στάση της. Να υποχρεωθεί η Αλβανία κατόπιν απαίτησης της ΕΕ να ψηφίσει το νόμο για τη μειονότητα. Σε αυτό το αίτημα θα βρούμε μεγαλύτερη κατανόηση στη Δύση, σε σχέση με το «Μακεδονικό», καθότι η Αλβανία είναι απαξιωμένο κράτος, σχεδόν θεωρείται κράτος –παρίας, λόγω ναρκωτικών, κουλτούρας πλιάτσικου, ελλείμματος δημοκρατίας κλπ.
Και τέλος: Η ανοχή, η προστασία και η αναγνώριση δικαιωμάτων που παρέχει η χώρα μας προς την εδώ αλβανική κοινότητα, δεν μπορεί να είναι μονομερής. Η θα είναι ανταποδοτική ή θα πρέπει να πάψει να υφίσταται.